Αισιόδοξη (bullish) δηλώνει η ABN Amro απέναντι
στα ελληνικά ομόλογα, προβλέποντας ότι θα
ακολουθήσει και άλλη αναβάθμιση της πιστοληπτικής
αξιολόγησης της Ελλάδας μέσα στον επόμενο χρόνο.
Η εκτίμηση της ABN Amro
(την έκθεση παρουσιάζει
το Money Review) έχει
ιδιαίτερη σημασία, καθώς
έρχεται σε μία εποχή που
ο επενδυτικός οίκος προβλέπει
ότι το κόστος δανεισμού
στην Ευρώπη θα
παραμείνει σε αυξημένα
επίπεδα. Η αύξηση στις
αποδόσεις των γερμανικών
bunds αποδίδεται από
τους αναλυτές στις
υψηλότερες προσδοκίες
για τον πληθωρισμό και
στο γεγονός ότι η αγορά
επηρεάστηκε από την
άνοδο των αποδόσεων στις
ΗΠΑ. «Επιπλέον, η αγορά
έχει αρχίσει και πάλι να
προεξοφλεί έναν
επιθετικό κύκλο αύξησης
επιτοκίων από την ΕΚΤ»,
τονίζουν οι αναλυτές της
ABN Amro.
Σε αυτό το περιβάλλον, η
περαιτέρω επιτάχυνση του
πληθωρισμού στην
Ευρωζώνη βραχυπρόθεσμα
(ο δείκτης τιμών
καταναλωτή αναμένεται να
αυξηθεί κοντά στο 4% στα
τέλη του έτους),
εκτιμάται ότι θα ωθήσει
τις αποδόσεις των
ομολόγων λίγο υψηλότερα.
Όμως, οι αναλυτές του
οίκου θέλουν το ελληνικό
χρέος –όπως και εκείνο
της Ιταλίας- να
παραμένει βιώσιμο, καθώς
η ανάκαμψη της
οικονομίας βελτιώσει την
ικανότητα εξυπηρέτησής
του. Άλλωστε, η ΕΚΤ
αναμένεται να κρατήσει
τις αποδόσεις σε χαμηλά
επίπεδα.
Η συνεχιζόμενη στήριξη
από τις αγορές ομολόγων
υπό το πρόγραμμα
ποσοτικής χαλάρωσης APP
αναμένεται να κρατήσει
τα spreads της
περιφέρειας σε χαμηλά
επίπεδα, τονίζει ο οίκος.
Και προβλέπει ότι η
πιστοληπτική αξιολόγηση
της Ελλάδας θα
αναβαθμιστεί και πάλι
μέσα στον επόμενο χρόνο,
κάτι που χαρακτηρίζεται
ως ιδιαίτερα
υποστηρικτικό για τα
ελληνικά ομόλογα.
Επιπλέον, η ABN Amro
εκτιμά ότι το Ταμείο
Ανάκαμψης θα έχει
σημαντική επίδραση στην
οικονομική ανάπτυξη.
«Με τις αποδόσεις στον
πυρήνα σε χαμηλά επίπεδα
το 2022, η αναζήτηση
αποδόσεων θα
δημιουργήσει ένα θετικό
περιβάλλον για τα
ομόλογα της περιφέρειας»,
καταλήγει η ABN Amro και
προβλέπει ότι το spread
του ελληνικού 10ετούς
τίτλου έναντι του
αντίστοιχου γερμανικού
θα συρρικνωθεί από τα
σημερινά επίπεδα των 106
μονάδων βάσης στις 85
μ.β. το δ΄ τρίμηνο του
2021, στις 80 μ.β. το α΄
τρίμηνο του 2022, στις
75 μ.β. το β΄ τρίμηνο
του 2022 και μετά θα
παραμείνει γύρω στις 70
μ.β. για το υπόλοιπο του
2022 και για το 2023.