Όταν κάποιος κάνεις λόγο για μία συρρικνούμενη
οικονομία, τι πραγματικά έχει στο μυαλό του; Κλείσιμο
βιομηχανικών μονάδων, ένα κύμα απωλειών θέσεων
εργασίας και πολλές ανοικτές θέσεις σε πολλά
επαγγέλματα και τεράστιες ζημίες στις
χρηματοοικονομικές αγορές.
Σίγουρα, τα γνωρίσματα
αυτά δεν χαρακτηρίζουν
την αμερικανική
οικονομία αυτή τη στιγμή,
παρότι το ΑΕΠ της χώρας
συρρικνώθηκε για δεύτερο
διαδοχικό τρίμηνο την
περίοδο Απριλίου –
Ιουνίου, που σημαίνει
ότι οι ΗΠΑ βρίσκονται σε τεχνητή
ύφεση.
Η αμερικανική οικονομία
συρρικνώθηκε 0,9% στο
δεύτερο τρίμηνο του 2022
μετά τη συρρίκνωση 1,6%
της περιόδου Ιανουαρίου
– Μαρτίου. Είναι
όμως επισήμως σε ύφεση;
Η απάντηση είναι όχι.
Πολλοί οικονομολόγοι
θεωρούν τον παραπάνω
ορισμό της ύφεσης
υπερβολικά «κοντόφθαλμο»
και «περιορισμένο»,
υποστηρίζοντας ότι θα
πρέπει να ληφθούν υπόψη
και άλλοι δείκτες, πέραν
από το πραγματικό ΑΕΠ. Η
επιτροπή National
Bureau of Economic
Research (NBER), η
οποία παρακολουθεί τους
οικονομικούς κύκλους των
ΗΠΑ, ισχυρίζεται, αρκετά
αόριστα, ότι ύφεση είναι
μία «σημαντική πτώση της
οικονομικής
δραστηριότητας που
γίνεται αισθητή σε
ολόκληρο το φάσμα της
οικονομίας και διαρκεί
περισσότερο από λίγους
μόνο μήνες».
kp34po4o
Για να καθορίσει τα
ακριβή χαρακτηριστικά
μίας ύφεσης, η NBER
λαμβάνει υπόψιν μια
σειρά και από άλλους
παράγοντες οικονομικής
δραστηριότητας, μεταξύ
των οποίων τους
πραγματικούς μισθούς (χωρίς
τον πληθωρισμό), τη
βιομηχανική
δραστηριότητα ή την
απασχόληση – με βάση
έρευνες που γίνονται στα
νοικοκυριά και όχι μόνο
με βάση τον αριθμό των
Αμερικανών που κάνουν
αίτηση για χορήγηση
επιδόματος ανεργίας, που
αυτή τη στιγμή βρίσκεται
στο ιστορικό χαμηλό του
3,6% του εργατικού
δυναμικού.
Επιπλέον, η
NBER χρειάζεται χρόνο
για καταλήξει σε αυτόν
τον ισχυρισμό. Επομένως,
δεν θα πρέπει να
προκαλεί έκπληξη εάν οι
Αμερικανοί αισθάνονται
ότι βρίσκονται σε ύφεση
προτού οι ειδικοί
αποφασίσουν να δώσουν
αυτόν τον χαρακτηρισμό.
Είναι επίσης πιθανό να
έχουμε μια ύφεση χωρίς
δύο συνεχόμενα τρίμηνα
οικονομικής συρρίκνωσης,
όπως συνέβη το 2001.
Το συμπέρασμα είναι
κάπου στη μέση:
μπορεί η αμερικανική
οικονομία να μην έχει
εισέλθει εξ ολοκλήρου σε
ύφεση, όμως βρίσκεται
υπό παρακολούθηση. Ακόμη
και εάν η κυβέρνηση του
Αμερικανού προέδρου Τζο
Μπάιντεν δεν
χρησιμοποιεί τη λέξη
ύφεση και η Φέντεραλ
Ριζέρβ εξακολουθεί να
τρέφει ελπίδες ότι θα
επιτύχει μία ομαλή
προσγείωση, οι
περισσότεροι
οικονομολόγοι συμφωνούν
ότι η αμερικανική
οικονομία είναι πιο
πιθανόν να εισέλθει σε
ύφεση το 2023, εάν όχι
και νωρίτερα, παρά να
την αποφύγει.
Σε αντίθετους ρυθμούς η
Ευρωζώνη
Στην άλλη πλευρά του
Ατλαντικού, η οικονομία
της Ευρωζώνης ανέβασε
ταχύτητα στο δεύτερο
τρίμηνο, ξεπερνώντας
ακόμη και τις προβλέψεις
των αναλυτών, αν και
οικονομολόγοι θεωρούν
ότι πρόκειται για τις
τελευταίες «αναλαμπές»
προτού ο πληθωρισμός που
βρίσκεται σε επίπεδα
ρεκόρ και τα προβλήματα
στην αλυσίδα τροφοδοσίας
οδηγήσουν την περιοχή σε
ήπια ύφεση στο δεύτερο
εξάμηνο του έτους.
Σύμφωνα με τα στοιχεία
της Eurostat, το ΑΕΠ της
Ευρωζώνης ενισχύθηκε
0,7% στο τρίμηνο
Απριλίου – Ιουνίου σε
σχέση με τους τρεις
πρώτους μήνες του έτους,
ενώ σε ετήσια βάση ο
ρυθμός ανάπτυξης έφθασε
το 4%, πολύ περισσότερο
από τις προβλέψεις που
έκαναν λόγο για αύξηση
0,2% και 3,4% αντίστοιχα.
«Η επιτάχυνση αυτή
αποδίδεται κυρίως στην
επανέναρξη της
οικονομικής
δραστηριότητας μετά τους
περιορισμούς της
πανδημίας και
επικαλύπτει την
εξασθένηση που προκαλεί
ο υψηλός πληθωρισμός και
τα προβλήματα στη
μεταποίηση. Εφεξής,
περιμένουμε ότι ο ρυθμός
ανάπτυξης θα ακολουθήσει
φθίνουσα πορεία, καθώς η
ανάκαμψη του κλάδου
υπηρεσιών κατέβασε
ταχύτητα, η παγκόσμια
ζήτηση υποχωρεί και η
αγοραστική δύναμη
συμπιέζεται. Πιστεύουμε
ότι θα οδηγηθούμε σε
ήπια ύφεση στο δεύτερο
εξάμηνο», αναφέρει ο
οικονομολόγος της ING,
Μπερτ Κόλιτζν.
Η αδύναμη επίδοση της
γερμανικής οικονομίας
αντισταθμίστηκε από την
πολύ ισχυρότερη του
αναμενομένου ανάπτυξη σε
άλλες οικονομίες, όπως
στη Γαλλία, στην Ιταλία
και στην Ισπανία.