Στα 50
δισ. ευρώ εκτιµάται
η «βόµβα»
της γήρανσης του πληθυσµού για
το ασφαλιστικό σύστηµα
της Ελλάδας την περίοδο
2017-2065.
Η υπέρµετρη αυτή επιβάρυνση στην αναλογιστική
υποχρέωση του συστήµατος κοινωνικής ασφάλισης
προκύπτει µόνο εξαιτίας της αύξησης του
προσδόκιµου ζωής την επόµενη 50ετία και µεταφράζεται
σε περίπου 1,1 - 1,3 δισ. ευρώ αύξηση των
συνταξιοδοτικών δαπανών ανά δεκαετία σε σταθερές
τιµές.
Σε
αυτό το συµπέρασµα
καταλήγει πρόσφατη
µελέτη του οµότιµου
καθηγητή του Παντείου
Πανεπιστηµίου Σάββα
Ροµπόλη και
του υποψήφιου διδάκτορα
Βασίλη Μπέτση, η οποία
περιλαµβάνεται στην
ηλεκτρονική έκδοση του
περιοδικού της
Επιστηµονικής Εταιρείας
Κοινωνικής Πολιτικής. Η
µελέτη, που εξετάζει
όλες τις παραµέτρους της
δηµογραφικής γήρανσης -γεννήσεις
και θάνατοι, µεταναστευτικές
ροές, δείκτες
γονιµότητας κ.λπ.-
αποδεικνύει πως αυτή η
σηµαντική πρόκληση δεν
αντιµετωπίζεται ούτε µε
περικοπές, αλλά ούτε και
µε αλλαγή του µοντέλου
από αναδιανεµητικό σε
κεφαλαιοποιητικό.
Η µόνη
απάντηση κατά τους µελετητές
είναι η αύξηση του ΑΕΠ και
της πλήρους απασχόλησης,
όπως επίσης και των µισθών.
«Η οικονοµικά βιώσιµη
και κοινωνικά
αποτελεσµατική προοπτική
του
κοινωνικοασφαλιστικού
συστήµατος στην Ελλάδα
βασίζεται στην αύξηση
του ΑΕΠ και της
απασχόλησης, στη
δηµογραφική ανανέωση του
πληθυσµού και στην
αύξηση της
παραγωγικότητας της
εργασίας» λένε οι µελετητές.
Αυτή είναι άλλωστε και η
µεγαλύτερη πρόκληση που
αναδεικνύεται στην εποχή
ανάπτυξης της ροµπο
τικής και των νέων
τεχνολογιών. «Αν θέλουµε
η µετάβαση από την 3η
Βιοµηχανική Επανάσταση
στην 4η, που θα
χαρακτηριστεί από την
ανάπτυξη της ροµποτικής
και της ψηφιακής
τεχνολογίας, να γίνει
οµαλά, πρέπει να
φροντίσουµε να µην
πληρώσουν οι εργαζόµενοι
το κόστος.
Στην κατεύθυνση αυτή, ο
καταµερισµός των
επιπτώσεων από την
εισαγωγή της ροµποτικής,
του αυτοµατισµού και της
τεχνητής νοηµοσύνης στην
παραγωγική διαδικασία θα
επιτευχθεί µε τη µείωση
του χρόνου εργασίας
χωρίς µείωση των
αποδοχών» παρατηρεί ο κ.
Ροµπόλης. Η µελέτη των
Ροµπόλη – Μπέτση
επισηµαίνει πως η αύξηση
του προσδόκιµου ζωής και
η µείωση της γονιµότητας
αποτελούν «χωρίς
αµφιβολία τη
σηµαντικότερη εξέλιξη
στην ιστορία των
πληθυσµών».
Στην Ελλάδα, ο πληθυσµός
άνω των 65 ετών, σε
σχέση µε τον πληθυσµό
15-64 ετών που βρίσκεται
σε ηλικία εργασίας,
σχεδόν τριπλασιάστηκε
από το 1950 µέχρι το
2010, από 11,1% σε
28,4%. Μέχρι το 2060
εκτιµάται ότι θα έχει
διπλασιαστεί (56,7%) σε
σχέση µε τη δεκαετία
2010-2020. Το προσδόκιµο
ζωής στους άνδρες
αυξήθηκε κατά 11 έτη από
το 1960 µέχρι το
2010-2015, ενώ στις
γυναίκες αυξήθηκε κατά
13 έτη. Τα επόµενα έτη
κλιµακώνεται επίσης η
αύξηση του προσδόκιµου
στην ηλικία των 65 ετών,
µε αποτέλεσµα να φτάνει
τα 23 έτη την περίοδο
2060-2065 έναντι 17
σήµερα για τους άνδρες
και τα 28 έναντι 21 για
τις γυναίκες.
Χρησιµοποιώντας
προσαρµοσµένους πίνακες
θνησιµότητας, ώστε να
ενσωµατώνουν αυτήν την
τάση και θεωρώντας όλες
τις άλλες οικονοµικές
και δηµογραφικές
παραµέτρους σταθερές, το
σύστηµα κοινωνικής
ασφάλισης στην Ελλάδα
εκτιµάται ότι θα
επιβαρυνθεί, κατά την
περίοδο 2017-2065, µόνο
εξαιτίας της αύξησης του
προσδόκιµου, κατά 49,4
δισ. ευρώ σε παρούσες
αξίες. ∆ηλαδή, η
αναλογιστική υποχρέωση
του συστήµατος
κοινωνικής ασφάλισης θα
αυξηθεί κατά 49,4 δισ.
ευρώ.
Σύµφωνα µε τις
εκτιµήσεις των µελετητών,
η κάλυψη της επίδρασης
της αύξησης του
προσδόκιµου ζωής µε
ρυθµό 1 µε 1,5 έτος ανά
δεκαετία απαιτεί
πρόσθετους πόρους που
αντιστοιχούν στο 0,5%
του ΑΕΠ, θεωρώντας ότι ο
µέσος ετήσιος ρυθµός µεταβολής
του ΑΕΠ θα είναι 1,5%
για την περίοδο
2017-2065. Η πρακτική
της µεταφοράς τµήµατος
του «κινδύνου» λόγω της
δηµογραφικής γήρανσης
από το κράτος στους
ασφαλισµένους µε την
υιοθέτηση
κεφαλαιοποιητικών
συστηµάτων ατοµικών
λογαριασµών απορρίπτεται
από τους µελετητές ως µη
αποδοτική. «Η
πραγµατικότητα
αποδεικνύει ότι και τα
κεφαλαιοποιητικά
συστήµατα ατοµικών
λογαριασµών επηρεάζονται
από την αύξηση του
προσδόκιµου ζωής.
Μάλιστα έχει υπολογιστεί
ότι το χρηµατοδοτικό
κενό των 6 µεγαλύτερων
συνταξιοδοτικών
συστηµάτων
κεφαλαιοποιητικού
χαρακτήρα (αµερικανικό,
βρετανικό, ιαπωνικό,
ολλανδικό, καναδικό,
αυστραλιανό) θα αυξηθεί
από 70 τρισ. δολάρια το
2016 στα 400 τρισ.
δολάρια µέχρι το 2050,
εξαιτίας της αύξησης του
προσδόκιµου ζωής» λένε
οι Ροµπόλης – Μπέτσης.
Ειδικότερα, για την
Ελλάδα έχει εκτιµηθεί
ότι ένας σηµερινός
εργαζόµενος ο οποίος θα
συνταξιοδοτηθεί έπειτα
από 35 έτη εργασίας, θα
λάβει κατά 30% µικρότερη σύνταξη σε
σχέση µε έναν σηµερινό
συνταξιούχο. «Εάν όµως ο
εργαζόµενος αυτός ήθελε
να λάβει το ίδιο επίπεδο
συνταξιοδοτικής παροχής
µε τον σηµερινό
συνταξιούχο, τότε θα του
ζητηθεί κατά τη διάρκεια
του εργασιακού του βίου
να αποταµιεύσει 35%
περισσότερο απ’ ό,τι θα
αποταµίευε ένας
σηµερινός συνταξιούχος
και αυτό χωρίς να
ληφθούν υπόψη οι
κίνδυνοι που
αντιµετωπίζουν τα
συστήµατα αποταµιευτικών
ατοµικών λογαριασµών,
όπως του κόστους µετάβασης
αλλά και των επενδύσεων,
των επιτοκίων, του
πληθωρισµού, της
φερεγγυότητας του
εργοδότη, της πολιτικής
και της οικονοµικής
σταθερότητας κ.λπ.
Χωρίς προοπτική
Με άλλα λόγια, κάθε φορά
που θα συµβαίνει κάποια
χρηµατοπιστωτική κρίση
όπως αυτή του 2008, θα
ζητείται από τον
εργαζόµενο που σχεδιάζει
τη συνταξιοδότησή του µόνος
του (ατοµικοί
λογαριασµοί) ή να
αποδεχθεί ένα χαµηλότερο
επίπεδο διαβίωσης κατά
τη συνταξιοδότηση από
αυτό που αρχικά είχε
σχεδιάσει (λόγω των
διακυµάνσεων των αγορών)
ή να αποταµιεύει όλο και
περισσότερο, προκειµένου
να επιτύχει το επίπεδο
διαβίωσης που είχε
σχεδιάσει.
Στις συνθήκες αυτές, το
ερώτηµα που προκύπτει
είναι πόσο εύκολο θα
είναι για έναν µελλοντικό
εργαζόµενο να του
ζητείται να αυξάνει
συνεχώς την αποταµίευσή
του σε ένα εργασιακό
περιβάλλον όπου
κυριαρχούν οι ευέλικτες
µορφές απασχόλησης και
αναµένεται να µειωθούν
αρκετές θέσεις εργασίας
λόγω της ραγδαίας
αύξησης της ροµποτικής,
της τεχνητής νοηµοσύνης
και της νέας τεχνολογίας;»
αναρωτιούνται οι µελετητές.
Η µετάβαση από το
διανεµητικό στο
κεφαλαιοποιητικό σύστηµα
για την αντιµετώπιση της
γήρανσης του πληθυσµού,
σύµφωνα µε έρευνα του ∆ιεθνούς
Οργανισµού Κοινωνικής
Ασφάλισης (International
Social Security
Association),
αποδεικνύεται ως µη
έγκυρη, δεδοµένου ότι «η
γήρανση του πληθυσµού
από µόνη της δεν
δηµιουργεί
ικανοποιητικούς
οικονοµικούς και
χρηµατοοικονοµικούς
λόγους».
Οι αριθµοί στη «µαύρη»
οκταετία των µνηµονίων
Πολύ ενδιαφέροντα
στοιχεία για το
δηµογραφικό πρόβληµα που
αντιµετωπίζει η Ελλάδα
αποκαλύπτει η µελέτη για
το ασφαλιστικό,
ειδικά λόγω των πιέσεων
της οικονοµικής κρίσης
και των µνηµονιακών
πολιτικών. Την 8ετία
2011- 2017 καταγράφηκαν
666.338 γεννήσεις και
817.773 θάνατοι. Μόνο
από τη φυσική κίνηση, ο
πληθυσµός µειώθηκε κατά
την περίοδο της ύφεσης
κατά 151.393 άτοµα.
Επιπλέον της φυσικής µείωσης
του πληθυσµού
παρατηρήθηκε και έντονη
µετανάστευση Ελλήνων
προς το εξωτερικό.
Συγκεκριµένα, την
περίοδο 2011-2015 µετανάστευσαν
αθροιστικά προς το
εξωτερικό 550.347 άτοµα
(110.069 κατά µέσον όρο
ετησίως).
Την περίοδο 2011- 2017
παρατηρήθηκε αθροιστικά
αρνητικό ισοζύγιο µεταναστευτικών
ροών της τάξης των
230.874 ατόµων. Συνεπώς
ο συνολικός πληθυσµός
της χώρας µειώθηκε
συνολικά κατά 382.227
άτοµα. Την ίδια στιγµή,
ο δείκτης γονιµότητας
από 1,52 παιδιά ανά
γυναίκα σε ηλικία
γονιµότητας που ήταν το
2009 (τότε υπήρχε
εκτίµηση για 1,54 το
2018) µειώθηκε σε 1,39
παιδιά το 2018, µετά το
πέρας της περιόδου
2010-2018. Η εκτίµηση
είναι πως ο δείκτης
γονιµότητας θα µειωθεί µέχρι
το 2020 σε 1,33 παιδιά.
Η αύξηση του προσδόκιµου
επιβίωσης και η µείωση
της γονιµότητας οδήγησαν
αναπόφευκτα στη
διεύρυνση της
δηµογραφικής γήρανσης,
δηλαδή στην αύξηση του
ποσοστού των ηλικιωµένων
ατόµων στον συνολικό
πληθυσµό. Οι τάσεις
αυτές, που παρατηρήθηκαν
την περίοδο της
οικονοµικής κρίσης, δεν
θα συνεχιστούν µε την
ίδια ένταση µέχρι το
2070. Λαµβάνοντας υπόψη
την τάση της περιόδου
2001-2018 κατά την οποία
παρατηρείται µέση ετήσια
αύξηση του πληθυσµού
κατά 28.740 άτοµα, τότε
ο πληθυσµός της Ελλάδας
το 2070 θα είναι 9,447
εκατ. άτοµα.
Οι δύο µελετητές
υποστηρίζουν πως η µέση
µείωση του επιπέδου των
συντάξεων κατά 40% την
περίοδο 2010-2018 δεν
οδήγησε στη µείωση του
κόστους της γήρανσης του
πληθυσµού. Αντίθετα, η µακροχρόνια
ύφεση είχε ως αποτέλεσµα
την αύξηση του κόστους
της γήρανσης. «Για να
λάβει ένας εργαζόµενος
πριν την κρίση την ίδια σύνταξη µε
αυτή που λάµβανε ένας
συνταξιούχος, θα έπρεπε
να αυξηθούν οι εισφορές
από το 20% στο 24%. Ο
ίδιος εργαζόµενος µετά
την κρίση για να λάβει
στο µέλλον σύνταξη ίση
µε το σηµερινό επίπεδο,
θα πρέπει η εισφορά να
αυξηθεί από το 20% στο
27%.
Αυτές ακριβώς οι τρεις
ποσοστιαίες µονάδες
αντικατοπτρίζουν την
αύξηση του κόστους της
γήρανσης του πληθυσµού,
η οποία προήλθε από την
επιβάρυνση των
δηµογραφικών δεικτών
λόγω των πολιτικών
λιτότητας των µνηµονίων»
επισηµαίνουν οι µελετητές.
Πηγή: ΈΘνος
Greek Finance Forum
Σχόλια Χρηστών
Trading
σε ελληνικές μετοχές μέσω
της Πλατφόρμας Συναλλαγών Plus 500 (Κάντε Click και
Κατεβάστε την μοναδική πλατφόρμα συναλλαγών, χωρίς καμία
οικονομική υποχρέωση, περιλαμβάνει και λογαριασμό "επίδειξης"
- Demo).