Ακόμη
και ο μεγαλύτερος
διαχειριστής κεφαλαίων
της Ευρώπης, η Amundi
SA, εκφράζει ανοιχτά την
εκτίμηση ότι η ισοτιμία
«ένα προς ένα» θα
μπορούσε να επιτευχθεί
έως το τέλος του έτους,
ενώ, σύμφωνα με το
Bloomberg, η Ευρώπη
μπορεί να μη βρίσκεται
στα πρόθυρα μιας
υπαρξιακής κρίσης, αλλά
αναμφίβολα περνάει μια
εξαιρετικά δύσκολη
περίοδο.
Το ευρώ
βρίσκεται υπό πίεση από
μια κυριαρχούσα
αμερικανική οικονομία,
μια πανίσχυρη αγορά
μετοχών και το ισχυρό
δολάριο, κάτι που
φαίνεται να απομακρύνει
την Ευρώπη από τον
έλεγχο της οικονομικής
της πορείας. Ειδικά μετά
την εκλογή του Ντόναλντ
Τραμπ στις Ηνωμένες
Πολιτείες, κάθε σενάριο
μοιάζει να εξαρτάται από
τις πιθανές πολιτικές
που θα εφαρμόσει ή όχι ο
νέος Αμερικανός
Πρόεδρος, ενώ η
αμερικανική οικονομία
σημειώνει εντυπωσιακή
δυναμική σε αντίθεση με
την Ευρώπη. Η πρόβλεψη
της Fed της Ατλάντα
δείχνει άνοδο 2,6% του
ΑΕΠ των ΗΠΑ για το
τέταρτο τρίμηνο του
έτους, διαμορφώνοντας
έτσι ένα θετικό κλίμα
που ενισχύει ακόμη
περισσότερο την ισχύ του
δολαρίου.
Το ευρώ
έχει σημειώσει υποχώρηση
σε χαμηλό δύο ετών
έναντι του δολαρίου.
Παρόλο που και άλλα
νομίσματα υφίστανται
πιέσεις από το
ενισχυμένο δολάριο, το
ευρώ φαίνεται να
υποαποδίδει ακόμη και σε
σχέση με τη στερλίνα,
παρά την ανακοίνωση
αρνητικών οικονομικών
στοιχείων από τη Μεγάλη
Βρετανία την περασμένη
Παρασκευή. Σύμφωνα με το
Bloomberg, δεν είναι
ακόμα σε «ελεύθερη
πτώση», αλλά δεν υπάρχει
εμφανής διέξοδος από την
τρέχουσα κατάσταση. Η
ανάκαμψη στην αγορά
συναλλάγματος είναι
πιθανότερο να προέλθει
από περιορισμό των
κερδών του δολαρίου,
παρά από ενδογενή
ανάκαμψη του ευρώ.
Στο
πολιτικό σκηνικό, η
κατάσταση είναι
ιδιαίτερα προβληματική,
καθώς η Γερμανία
ακολουθεί πλέον τη
Γαλλία, με τις δύο
μεγαλύτερες οικονομίες
της Ευρώπης να ηγούνται
της οικονομικής
επιβράδυνσης. Η
γερμανική οικονομία για
το τρίτο τρίμηνο
αναθεωρήθηκε πτωτικά, με
το ΑΕΠ να φτάνει μόλις
στο 0,1%. Παράλληλα, ο
σύνθετος δείκτης PMI για
την ευρωζώνη, που μετρά
τη συνολική οικονομική
δραστηριότητα, έπεσε στο
48,1 τον Νοέμβριο από το
50 του Οκτωβρίου,
μπαίνοντας σε ζώνη
συρρίκνωσης για τέταρτη
φορά φέτος, με λίγες
ενδείξεις ανάκαμψης. Ο
δείκτης PMI για τη
βιομηχανική παραγωγή
στην ευρωζώνη σημείωσε
επίσης πτώση στο 45,2,
με τον τομέα να δείχνει
σαφή σημάδια ύφεσης.
Ακόμη πιο ανησυχητικό
είναι το γεγονός ότι οι
δείκτες για τη Γαλλία
και τη Γερμανία
μειώθηκαν στο 43,2, ενώ
ο δείκτης για τις
υπηρεσίες έπεσε από το
51,6 του Οκτωβρίου στο
49,2, εντείνοντας την
ανησυχία για την απουσία
αναπτυξιακών πηγών.
Η Γαλλία
και η Ιταλία,
ταυτόχρονα, προσπαθούν
να ισορροπήσουν μεταξύ
των ελλειμμάτων τους και
των δημοσιονομικών
κανόνων της ΕΕ. Ο Γάλλος
πρωθυπουργός Μισέλ
Μπαρνιέ αντιμετωπίζει
σημαντικά εμπόδια στην
προσπάθειά του να
περάσει τον
προϋπολογισμό του 2025
από τη Γαλλική
Εθνοσυνέλευση, καθώς οι
προτάσεις του για αύξηση
των εσόδων δεν κατάφεραν
να συγκεντρώσουν την
απαραίτητη υποστήριξη.
Σύμφωνα με το Bloomberg,
ο Μπαρνιέ μπορεί να
παρακάμψει το
κοινοβούλιο, αλλά αν η
κυβέρνησή του χάσει ψήφο
εμπιστοσύνης, τότε
ολόκληρο το πολιτικό
σκηνικό στη Γαλλία θα
βρεθεί σε κίνδυνο. Οι
Βρυξέλλες ίσως χρειαστεί
να επιβάλουν αυστηρά
δημοσιονομικά μέτρα,
παρόλο που ο περιορισμός
των δαπανών σε μια
περίοδο επιβράδυνσης
μπορεί να είναι
εξαιρετικά δύσκολος.
Η
κατάσταση στη γερμανική
βιομηχανία είναι επίσης
καλά καταγεγραμμένη, με
τα προβλήματα να
συνεχίζονται. Σύμφωνα με
το Bloomberg, κάθε
προσπάθεια χαλάρωσης του
γερμανικού χρέους θα
απαιτήσει μια νέα
οικονομική συμφωνία για
την ευρωζώνη, καθώς η
ευρωπαϊκή οικονομία
αντιμετωπίζει προκλήσεις
που απαιτούν συλλογική
δράση. Η Γερμανία
επιμένει στην τήρηση
αυστηρών δημοσιονομικών
κανόνων, αλλά οι
συνθήκες απαιτούν
πιθανές ευελιξίες. Το
Γερμανικό Συνταγματικό
Δικαστήριο αποτελεί
σημαντικό εμπόδιο σε πιο
φιλόδοξα οικονομικά
προγράμματα, με τις
ελπίδες για ένα νέο
πρόγραμμα ανάκαμψης
ύψους 800 δισ. ευρώ να
φαίνονται μάλλον
μακρινές.
Και αυτό
μας οδηγεί στην
Ευρωπαϊκή Κεντρική
Τράπεζα. Η Πρόεδρος της
ΕΚΤ, Κριστίν Λαγκάρντ,
έκανε έκκληση προς τα
κράτη μέλη να
συντονιστούν για την
ολοκλήρωση της Ένωσης
Κεφαλαιαγορών, καθώς η
ανάγκη για διαρθρωτικές
μεταρρυθμίσεις είναι
επείγουσα. Σύμφωνα με το
Bloomberg, η αγορά
προβλέπει πλέον πιθανή
μείωση των επιτοκίων
κατά 50 μονάδες βάσης,
καθώς οι οικονομικές
συνθήκες επιδεινώνονται
και ο πληθωρισμός
παραμένει υψηλός. Αν και
αρχικά σχεδιαζόταν
μείωση κατά ένα τέταρτο
της μονάδας στην επόμενη
συνεδρίαση της 12ης
Δεκεμβρίου, η επιδείνωση
της κατάστασης ίσως
επιβάλει πιο τολμηρές
κινήσεις.
Οι
πληθωριστικές πιέσεις
στην ευρωζώνη αναμένεται
να αυξηθούν με τα
στοιχεία του Οκτωβρίου,
τα οποία θα δημοσιευθούν
στις 29 Νοεμβρίου,
γεγονός που θα μπορούσε
να ενισχύσει την
αντίδραση των «γερακιών»
της ΕΚΤ και να
καθυστερήσει περαιτέρω
μειώσεις επιτοκίων. Το
ζήτημα όμως είναι
βαθύτερο: το «ουδέτερο»
επιτόκιο της ευρωζώνης
είναι αρκετά χαμηλότερο
από εκείνο των ΗΠΑ ή του
Ηνωμένου Βασιλείου, κάτι
που δείχνει τις
διαφορετικές δυναμικές
ανάπτυξης και ενισχύει
την αδυναμία του ευρώ.
Το
μεγάλο δίδαγμα από την
πανδημία είναι πως ο
συνδυασμός νομισματικής
και δημοσιονομικής
πολιτικής μπορεί να
αποτελέσει ισχυρό μέσο
στήριξης της οικονομίας.
Ωστόσο, όπως δείχνει η
ιστορία, η παράταση των
μέτρων στήριξης μπορεί
να προκαλέσει
ανεπιθύμητες επιπτώσεις,
όπως ο πληθωρισμός. Η
ΕΚΤ ενδεχομένως να
χρειαστεί να μειώσει τα
επιτόκια με μεγαλύτερη
αποφασιστικότητα, αλλά
για να μην υποχωρήσει
περισσότερο το ευρώ
έναντι του δολαρίου,
απαιτείται από τις
Βρυξέλλες ένα «Σχέδιο Β»
— και μάλιστα σύντομα.
Οι διαφορές στα επιτόκια
καθορίζουν τις
ισοτιμίες, αλλά, όπως
φαίνεται, η ευρωπαϊκή
πολιτική είναι εκείνη
που τελικά θα αποφασίσει
την πορεία του ευρώ.
Πηγή:
The Power Game
|