Την
σημαντική αυτή
προειδοποίηση διατύπωσε,
μιλώντας στο Bloomberg,
ο Morten Wierod, CEO της
ABB, μιας μεγάλης
πολυεθνικής εταιρείας
τεχνολογίας με έδρα στη
Ζυρίχη, η οποία
δραστηριοποιείται στους
τομείς του
ηλεκτρολογικού
εξοπλισμού, του
βιομηχανικού
αυτοματισμού, καθώς και
των συστημάτων κίνησης
και ρομποτικής,
Οι
βιομηχανίες σχτην Ευρώπη
αναγκάζονται να
πληρώνουν περισσότερα
για ηλεκτρική ενέργεια
στην Ευρώπη από ό,τι οι
ανταγωνιστές τους στις
ΗΠΑ και την Κίνα, όπου
το γενικό ρυθμιστικό
περιβάλλον τείνει επίσης
να είναι πιο ευνοϊκό,
εξήγησε ο επικεφαλής της
ελβετικής εταιρείας, σε
συνέντευξή του στο
Λονδίνο.
«Το
κόστος για τις
ενεργοβόρες βιομηχανίες
όπως η χημική
βιομηχανία, η
χαλυβουργία, ή η
τσιμεντοβιομηχανία,
είναι μια πρόκληση και
οι επενδύσεις θα πάνε
αλλού, εκτός της
Ευρώπης, αν συνεχιστεί
αυτή η κατάσταση»,
πρόσθεσε ο Wierod. Μια
τέτοια εξέλιξη, βέβαια,
θα μπορούσε να
επιβαρύνει τη δημιουργία
θέσεων εργασίας στην
περιοχή, κάτι που
προκαλεί ξεκάθαρα
«ανησυχία».
Ανησυχίες
Οι
ανησυχίες του επικεφαλής
της ΑΒΒ ενισχύθηκαν από
μια σειρά κακών ειδήσεων
από ευρωπαϊκές
βιομηχανικές εταιρείες
τις τελευταίες
εβδομάδες. Η μονάδα
χάλυβα της Thyssenkrupp
AG ανακοίνωσε τη Δευτέρα
τα σχέδιά της να μειώσει
το εργατικό της δυναμικό
κατά περίπου 40% αυτή τη
δεκαετία, για να γίνει
πιο ανταγωνιστική.
Βιομηχανίες, όπως η
Robert Bosch και η
Volkswagen, κινούνται
επίσης προς την επιλογή
της περικοπής θέσεων
εργασίας ώστε να
μειώσουν το κόστος,
προκειμένου να
αντιμετωπίσουν την
αναιμική ανάπτυξη και
τον έντονο ανταγωνισμό
από κινεζικές
βιομηχανίες που τις
ανταγωνίζονται υπό
καλύτερους όρους.
Η ABB,
σημειωτέον, ήταν μεταξύ
των πρώτων χρηματοδοτών
της Northvolt, της
σουηδικής εταιρείας
κατασκευής μπαταριών που
υπέβαλε αίτηση πτώχευσης
στις ΗΠΑ την περασμένη
εβδομάδα, εξέλιξη που
συνιστά μεγάλη
οπισθοδρόμηση στην
προσπάθεια της Ευρώπης
να γίνει σημαντικός
προμηθευτής ηλεκτρικών
οχημάτων. Η ελβετική
εταιρεία κατέχει
λιγότερο από το 1% της
Northvolt και δεν
σκοπεύει να στηρίξει την
εταιρεία με πρόσθετη
χρηματοδότηση, όπως
ανακοίνωσε.
Παρά τα
δεινά της Northvolt και
άλλων βιομηχανιών, η
Ευρώπη «δεν πρέπει να τα
παρατήσει» και να αφήσει
τις βιομηχανίες του
μέλλοντος στις ΗΠΑ και
την Κίνα, δήλωσε ο
Wierod στην τηλεόραση
του Bloomberg. Η περιοχή
χρειάζεται περισσότερα
φορολογικά κίνητρα για
ενεργειακά έργα, είπε,
και θα πρέπει να
εξετάσει τις συστάσεις
σε μια πρόσφατη έκθεση
για την
ανταγωνιστικότητα της
Ευρωπαϊκής Ένωσης του
πρώην προέδρου της
Ευρωπαϊκής Κεντρικής
Τράπεζας, Μάριο Ντράγκι,
η οποία περιελάμβανε
μεγάλες επενδύσεις στην
τεχνολογία.
Να
σημειωθεί ότι η ABB
επενδύει περισσότερο σε
αγορές όπως η Κίνα και η
Ινδία, όπου όπως είπε
Wierod, οι «μαζικές»
δαπάνες υποδομής οδηγούν
την ανάπτυξη.
Η
εταιρεία μπορεί να
μεταφέρει περισσότερη
από την ευρωπαϊκή της
παραγωγή στις ΗΠΑ – ήδη
κάνει περίπου τα τρία
τέταρτα της παραγωγής
της στις ΗΠΑ στο
εσωτερικό – για να
εξουδετερώσει πιθανούς
δασμούς από μια νέα
κυβέρνηση υπό την ηγεσία
του εκλεγμένου προέδρου
Ντόναλντ Τραμπ.
Η
βιομηχανία που μεταξύ
άλλων κατασκευάζει
προϊόντα
συμπεριλαμβανομένου
εξοπλισμού
ηλεκτροκίνησης και
ρομποτικής, δηλώνει
πρόθυμη να προσλάβει
περισσότερους ανθρώπους
στις ΗΠΑ, αλλά
δυσκολεύτηκε να βρει
εξειδικευμένο εργατικό
δυναμικό. Με δυνητικά
αυστηρότερες πολιτικές
μετανάστευσης λόγω
Τραμπ, η ABB επενδύει
πολλά στον αυτοματισμό
δαπέδου στο εργοστάσιο
των ΗΠΑ και σκοπεύει να
αντικαταστήσει τους
σχετικά ακριβούς
ντόπιους εργαζόμενους με
ρομπότ.
«Λιώνει»
η βιομηχανία χάλυβα
Άλλες
όμως βιομχηανίες όπως η
Thyssenkrupp, βρίσκονται
σε φάση συρρίκνωσης. Η
μεγαλύτερη χαλυβουργία
της Γερμανίας ανακοίνωσε
πρόσφατα τα σχέδιά της
να περικόψει την
παραγωγή στην περιοχή
του Ρουρ, να μειώσει τις
θέσεις εργασίας και να
κλείσει μια εγκατάσταση,
κάτι που θα έχει ως
συνέπεια χιλιάδες
απολύσεις.
Συγκεκριμένα, περικοπές
5.000 θέσεων εργασίας
στη μονάδα χάλυβα της
Thyssenkrupp AG
σχεδιάζεται να
υλοποιηθούν έως το 2030,
όπως αποκάλυψε η
εταιρεία σε ανακοίνωσή
της.
Επιπλέον
6.000 θέσεις εργασίας θα
μπορούσαν να επηρεαστούν
από την ανάθεση σε
εξωτερικούς παρόχους
υπηρεσιών ή πωλήσεων.
Σήμερα η χαλυβουργία
απασχολεί περίπου 27.000
άτομα.
Η
εταιρεία έχει πληγεί
σκληρά από τον
ανταγωνισμό, ιδίως από
την Ασία, την παγκόσμια
υπερπροσφορά χάλυβα, τα
υψηλότερα επιτόκια και
την αύξηση των τιμών της
ενέργειας μετά την
εισβολή της Ρωσίας στην
Ουκρανία.
«Ήρθε
και η σειρά της
ThyssenKrupp. […] Ολοένα
και περισσότερα κορυφαία
στελέχη της βιομηχανίας
φαίνεται πως χάνουν την
πίστη τους πως η
οικονομική κατάσταση στη
Γερμανία θα αλλάξει
άμεσα προς το καλύτερο»,
σχολιάζει η η Augsburger
Allgemeine. «Εξάλλου, σε
περιόδους έλλειψης
ειδικευμένου εργατικού
δυναμικού δεν αποφασίζει
κανείς ελαφρά τη καρδία
να απολύσει εκπαιδευμένο
προσωπικό.
«Volkswagen, Ford,
Schaeffler, Bosch,
Hirschvogel – η λίστα
των επιχειρήσεων που
αποφασίζουν να
περικόψουν τις θέσεις
εργασίας τους μεγαλώνει
σχεδόν καθημερινά. Έτσι,
μεγαλώνει ο κίνδυνος να
δημιουργηθεί μία
δυναμική που θα μπορούσε
να επηρεάσει και άλλους
τομείς της οικονομίας,
εφ’ όσον δεν καταφέρει
κανένας να αντιστρέψει
την κατάσταση. Για πρώτη
φορά εδώ και μία
δεκαετία ο αριθμός των
ανέργων πλησιάζει τα
τρία εκατομμύρια»,
προσθέτει η εφημερίδα.
Ενώ η
tagesschau αναφέρει ότι
η γερμανική εταιρεία
σχεδιάζει «να περιορίσει
την παραγωγική της
ικανότητα από τους 11,5
εκατομμύρια τόνους
σήμερα στους 8,7 έως 9
εκατομμύρια τόνους,
προκειμένου “να
προσαρμοστεί στις
μελλοντικές απαιτήσεις
της αγοράς”.
Η νέα
περίοδος στην οποία
εισερχόμαστε εγκυμονεί
μεγάλους κινδύνους για
την ευρωπαϊκή βιομηχανία
η οποία δείχνει να μη
συνέρχεται από το πλήγμα
που έχει δεχτεί κυρίως
λόγω της ενεργειακής
κρίσης…
|