Όπως
σημειώνει ρεπορτάζ της
Καθημερινής, προς το
παρόν, η συνδρομή των
εταιρειών στα φορολογικά
βάρη παραμένει πολύ
μικρότερη συγκριτικά με
άλλες χώρες –με μέτρο
σύγκρισης το ύψος του
φόρου εισοδήματος
νομικών προσώπων
αναλογικά με τα συνολικά
φορολογικά έσοδα–, παρά
το γεγονός ότι ο
συντελεστής φορολόγησης
δεν είναι υψηλότερος από
τον μέσο όρο του ΟΟΣΑ.
Αυτή η «ελληνική
πραγματικότητα» εντείνει
την ανάγκη
εντατικοποίησης των
φορολογικών ελέγχων αλλά
και… ξεσκονίσματος του
περιεχομένου των
ηλεκτρονικών βιβλίων,
ώστε να αυξηθεί
περαιτέρω η φορολογητέα
ύλη. Ο στόχος είναι πολύ
συγκεκριμένος: να
τεκμηριωθεί ότι το 2025
ο φόρος εισοδήματος
νομικών προσώπων θα
υπεραποδώσει, όχι μόνον
εξαιτίας της αύξησης της
οικονομικής
δραστηριότητας που θα
έφερνε ούτως ή άλλως
περισσότερα έσοδα, αλλά
και από την περιστολή
της φοροδιαφυγής που
εκτιμάται εκτεταμένη και
στον χώρο των
επιχειρήσεων. Αν η
Ευρωπαϊκή Επιτροπή
πειστεί το καλοκαίρι του
2025 για την εισπρακτική
απόδοση του συστήματος
MyDATA, που θα
χρησιμοποιηθεί και για
να μπει φρένο στην αθρόα
χρήση των
«επαγγελματικών δαπανών»
ακόμη και μέσω εικονικών
τιμολογίων, θα ανοίξει ο
δρόμος για να
χρηματοδοτηθούν νέες
φορολογικές ελαφρύνσεις
που θέλει να κάνει η
κυβέρνηση για τη μεσαία
τάξη.
Το
φαινόμενο οι εργοδότες
να δηλώνουν λιγότερα
κέρδη από τους
υπαλλήλους τους δεν
συναντάται μόνο στον
χώρο των ατομικών
επιχειρήσεων, αλλά είναι
εκτεταμένο και στον
κόσμο των νομικών
προσώπων. Από τα περίπου
333.000 νομικά πρόσωπα
που υποβάλλουν κάθε
χρόνο φορολογική δήλωση,
τα 130.000 δηλώνουν
ζημίες (πολλά από αυτά
είναι σταθερά ζημιογόνα
επί σειρά ετών), ενώ
ακόμη 115.000 νομικά
πρόσωπα εμφανίζουν είτε
μηδενικό αποτέλεσμα είτε
κέρδη έως 10.000 ευρώ
(σ.σ. το ετήσιο εισόδημα
αυτού που εισπράττει τον
κατώτατο μισθό είναι
11.620 ευρώ). Το 2024
κλείνει με σημαντική
αύξηση των εσόδων από
τον φόρο εισοδήματος
νομικών προσώπων. Ενώ
είχαν προϋπολογιστεί 6,7
δισ. ευρώ, οι εκτιμήσεις
ανεβάζουν τις εισπράξεις
στα 7,8 δισ. ευρώ. Για
το 2025, πάντως,
προβλέπεται πολύ
μικρότερη αύξηση (μόλις
120 εκατ. ευρώ, στα 8
δισ. ευρώ), καθώς δεν
υπάρχουν στον
προϋπολογισμό και τα
έκτακτα έσοδα από τον
φόρο στα διυλιστήρια.
Η αύξηση
των εισπράξεων δεν
σημαίνει κατ’ ανάγκην
και περιορισμό της
φοροδιαφυγής, καθώς
μπορεί να πηγάζει από τη
βελτίωση της οικονομικής
δραστηριότητας λίγων
πολύ ισχυρών
επιχειρήσεων οι οποίες
δραστηριοποιούνται στη
χώρα. Η υπερσυγκέντρωση
των φορολογικών βαρών
είναι πολύ αισθητή στον
φόρο εισοδήματος νομικών
προσώπων, καθώς το 11%
των εταιρειών (περίπου
38.000 νομικά πρόσωπα)
πληρώνει το 91% του
συνολικού φόρου.
O φόρος
εισοδήματος νομικών
προσώπων αποδίδει –με
βάση την έρευνα που
δημοσίευσε την
προηγούμενη εβδομάδα ο
ΟΟΣΑ– έσοδα ίσα με το 6%
των συνολικών
φορολογικών εσόδων της
χώρας, όταν ο μέσος όρος
για τις χώρες-μέλη του
Οργανισμού διαμορφώνεται
στο 12%. Είναι μια από
τις χειρότερες επιδόσεις
στη λίστα, ενώ αν
χρησιμοποιηθεί ως
κριτήριο η αναλογία του
φόρου ως προς το ΑΕΠ, το
ποσοστό κατατάσσει την
Ελλάδα στην 22η θέση της
Ευρωπαϊκής Ενωσης με
βάση τα στοιχεία της
Eurostat.
To 2025
θα τεθεί σε εφαρμογή μια
σειρά από αλλαγές οι
οποίες αποσκοπούν στο να
πιεστούν τα νομικά
πρόσωπα να εμφανίσουν
υψηλότερα κέρδη.
1. H
δήλωση εσόδων και εξόδων
θα γίνεται αποκλειστικά
μέσω της πλατφόρμας
MyDATA, κάτι που
σημαίνει ότι καμία
δαπάνη δεν θα
αναγνωρίζεται αν δεν
υπάρχει το αντίστοιχο
ηλεκτρονικό τιμολόγιο.
2.
Ενεργοποιείται το
ψηφιακό πελατολόγιο,
ώστε οι φορολογικές
αρχές να παρακολουθούν
σε πραγματικό χρόνο την
κίνηση πελατών.
3. Το
ψηφιακό δελτίο αποστολής
αποσκοπεί στο να
περιοριστεί η διακίνηση
«μαύρων» προϊόντων
(δηλαδή προϊόντων για τα
οποία δεν έχει εκδοθεί
το αντίστοιχο
παραστατικό).
4.
Επέκταση του
ηλεκτρονικού τιμολογίου
σε όλους τους κλάδους
της οικονομίας από το β΄
εξάμηνο.
Εκτός
από τη συλλογή
περισσότερης
ηλεκτρονικής ύλης, το
ζητούμενο για τον
φορολογικό μηχανισμό
είναι να γίνουν
στοχευμένοι έλεγχοι στις
επιχειρήσεις που
συστηματικά αποκλίνουν
από τα δεδομένα του
κλάδου. Ο συστηματικά
ζημιογόνος, για
παράδειγμα, σε έναν
τομέα δραστηριότητας που
εμφανίζει κέρδη από
μεγάλο αριθμό «παικτών»,
μπορεί να ελεγχθεί κατά
προτεραιότητα ως ύποπτος
για «φούσκωμα» των
επαγγελματικών δαπανών,
που είναι και γνώριμη
«συνταγή» για
φοροαποφυγή. Το
ηλεκτρονικό τιμολόγιο
εκτιμάται ότι μπορεί να
περιορίσει και το
φαινόμενο των εικονικών
τιμολογίων.
Ο
συντελεστής φορολόγησης
των επιχειρήσεων στην
Ελλάδα κινείται κάτω από
τον παγκόσμιο μέσο όρο ο
οποίος διαμορφώνεται
λίγο πάνω από τα επίπεδα
του 25%. Η Ελλάδα
αντιμετωπίζει πρόβλημα
φορολογικού ανταγωνισμού
από τη… γειτονιά της,
που παραδοσιακά υιοθετεί
χαμηλότερους
συντελεστές, ωστόσο η
ψαλίδα έχει κλείσει
αισθητά τα τελευταία
χρόνια, καθώς ο
συντελεστής έχει
περιοριστεί από το 29%
στο 22%.
|