Στο
άκουσμα των πιθανών
σκέψεων της κυβέρνησης
να «τιμωρήσει» τις
ελληνικές τράπεζες με
μια έκτακτη φορολογία
κυρίως λόγω της μεγάλης
διαφοράς στα επιτόκια
καταθέσεων και δανείων
(σήμερα στο 5,45%), οι
τραπεζίτες αντέδρασαν με
δυσπιστία και έκπληξη.
Κατά κοινή τους
ομολογία, δεν έχουν
κάποια τέτοια ένδειξη
τουλάχιστον προς το
παρόν, εξ ου και
λαμβάνει ιδιαίτερα
ενδιαφέρουσες διαστάσεις
η προγραμματισμένη
ομιλία του Πρωθυπουργού
την επόμενη εβδομάδα στο
Λονδίνο, στο πλαίσιο του
Ελληνικού Επενδυτικού
Συνεδρίου που
διοργανώνουν από κοινού
η Morgan Stanley και το
Χρηματιστήριο Αθηνών.
Οι
Έλληνες τραπεζίτες δεν
θέλουν καν να πιστέψουν
ένα τέτοιο σενάριο. «Δεν
προκύπτει από πουθενά
ότι κάτι τέτοιο είναι
προδιαγεγραμμένο»
επισημαίνουν ξεκάθαρα σε
σχετική ερώτηση του
powergame.gr,
διευκρινίζοντας ότι «οι
συνέπειες που μια τέτοια
απόφαση θα επέφερε θα
ήταν τουλάχιστον
βαρύτατες». Προφανώς και
κάτι τέτοιο θα είχε
άμεσο αποτύπωμα
χρηματιστηριακά, όπως
συνέβη όταν η
κυβέρνηση Μελόνι προχώρησε
στην επιβολή έκτακτης
φορολογίας, ανοίγοντας
στην ΕΕ, τον ασκό του
Αιόλου. Τότε οι μετοχές
των μεγάλων ιταλικών
τραπεζών κατέγραψαν
πτώση από 7% έως 9% και
η αγορά ερμήνευσε ως
«τιμωρητική» την απόφαση
του ιταλικού
κοινοβουλίου, που
ενέκρινε ένα μέτρο
αποκλειστικά για να
ικανοποιήσει το λαϊκό
αίσθημα.
Πέραν
του τι ακριβώς έχει
συμβεί σε Ιταλία και
Ισπανία (στην τελευταία
έντονη η αντίδραση των
τραπεζικών ενώσεων), η
ελληνική πραγματικότητα
έχει τις δικές της
ιδιαιτερότητες. Το ίδιο
το πλαίσιο του
αναβαλλόμενου φόρου
(DTC) δημιουργεί τα δικά
του προσχώματα, αν και
πάλι, αυτό δεν είναι
απολύτως σαφές. Κύκλοι
του οικονομικού
επιτελείου, αν και όπως
δήλωσαν στο powergame.gr
«δεν είναι ενήμεροι
τουλάχιστον προς το
παρόν για ένα τέτοιο
σενάριο», εξηγούν ότι
«θα πρέπει να
αποσαφηνισθεί τι ακριβώς
επιτρέπει το νομικό
πλαίσιο της
αναβαλλόμενης φορολογίας
και τι όχι».
Την ίδια
στιγμή, οικονομικοί
αναλυτές, εστιάζοντας
στις φορολογικές
δυνατότητες που θα
μπορούσαν δυνητικά να
υπάρξουν σε περίπτωση
που η κυβέρνηση θα ήθελε
να επιβάλει κάποια
φορολογία, υπογραμμίζουν
ότι λόγω του καθεστώτος
του DTC δεν μπορεί να
επιβληθεί στις τράπεζες
ένα μέτρο που θα
απαιτήσει καταβολή
μετρητών (όπως π.χ. ένας
φόρος εισοδήματος), αλλά
πιθανόν να μπορεί να
επιβληθεί έμμεσος φόρος,
σενάριο απευκταίο για
τον τραπεζικό τομέα λόγω
των επιπτώσεων που θα
είχε. «Θα ήθελε ριζική
αλλαγή ο Νόμος όπως
συνέβη στην Ιταλία, αλλά
για την Ελλάδα είναι
ακόμη πιο δύσκολο»
αναφέρει θεσμικός
παράγοντας, σχολιάζοντας
τις πληροφορίες που
είδαν το φως της
δημοσιότητας, παρά τις
διαψεύσεις χθες το
απόγευμα, από πηγές του
Μαξίμου.
Η αφορμή που πυροδοτεί
τα σενάρια για
φορολόγηση των
τραπεζικών κερδών
Ο…
καπνός για τη φωτιά των
σεναρίων που άναψαν χθες
με τις συζητήσεις περί
φορολογίας τραπεζικών
κερδών, έστω και επί του
θεωρητικού, ξεκίνησε από
την ενόχληση της
κυβέρνησης -και την
ανάγκη της να
ικανοποιήσει το λαϊκό
αίσθημα με νέα μέτρα-
από τις προμήθειες του
τραπεζικού χώρου και το
άνοιγμα της ψαλίδας σε
επιτόκια καταθέσεων και
χορηγήσεων. Ένα από τα
πιο συχνά θέματα που
απασχολούν την
κυβερνητική ατζέντα, που
θέλει τις τράπεζες να
κατεβάσουν ακόμη
παραπάνω τον πήχη των
προμηθειών τραπεζικών
υπηρεσιών, αλλά και τα
επιτόκια δανείων,
ενθαρρύνοντας τη ζήτηση
δανείων, ιδιαίτερα
στεγαστικών, από
νοικοκυριά που βρίσκουν
υψηλό το κόστος
απόκτησης στέγης.
Το
spread επιτοκίων
καταθέσεων και
χορηγήσεων έκλεισε στις
5,45 μονάδες, με βάση τα
τελευταία στοιχεία, όπου
το μέσο επιτόκιο
καταθέσεων είναι 0,52%
και δανείων 5,97%. Την
ίδια στιγμή, αν και η
σταθερότητα του
συστήματος απαιτεί υψηλή
κερδοφορία και αυξημένα
έσοδα από τόκους, ως
βασική πηγή οργανικής
ανάπτυξης των τραπεζών,
τα συνολικά νούμερα της
αγοράς προκαλούν την
κυβέρνηση να ασκήσει
πιέσεις προς την
κατεύθυνση της μείωσης
της ψαλίδας, της αύξησης
των αποδόσεων στις
καταθέσεις, της μείωσης
του κόστους δανεισμού.
Με βάση
τα στοιχεία
εννεάμηνου, οι
τέσσερις συστημικές
παρουσίασαν κέρδη 3,489
δισ. ευρώ και καθαρά
έσοδα από τόκους, ύψους
6,430 δισ. ευρώ.
Η περίπτωση Ιταλίας και
Ισπανίας
Στη
Ιταλία, η κυβέρνηση
Μελόνι πέρασε τον
Αύγουστο του 2023 έναν
έκτακτο φόρο (40% των
τραπεζικών κερδών – a
windfall tax), πατώντας
στη διαφορά των καθαρών
εσόδων από τόκους και
στο spread επιτοκίων
καταθέσεων-χορηγήσεων. Ο
λόγος καθαρά πολιτικός,
για να χρηματοδοτήσει
νοικοκυριά, που
επλήγησαν από την άνοδο
των επιτοκίων.
Αποτέλεσμα, η
μετοχή της Intesa
Sanpaolo να μειωθεί κατά
8,5%, της
Unicredit κατά 6,9%, της
Μonte dei Paschi di
Sienna κατά 9,8%.
Λίγες
ημέρες πριν, η Ισπανία
επέβαλε έναν έκτακτο
φόρο, αυξάνοντας την
εισφορά στα υπερκέρδη
των τραπεζών στο 7% από
4,8% που ήταν ο μέγιστος
φόρος, αιφνιδιάζοντας
τις ισπανικές τράπεζες
που περίμεναν παράταση
του μέτρου, αλλά όχι
επαύξηση. Άμεση ήταν η
αντίδραση των Ενώσεων
Τραπεζών της Ισπανίας,
που έκαναν λόγο για
νομική αβεβαιότητα με
σοβαρές επιπτώσεις σε
όλη την οικονομία και
επισημαίνοντας ότι
πουθενά στην ΕΕ δεν έχει
επιβληθεί τέτοιος φόρος.
Κι ας αφορούσε μόνο όσες
τράπεζες είχαν πάνω από
5 δισ. ευρώ ετησίως
έσοδα από τόκους και
προμήθειες.
Πηγή:
The Power Game
|