Το 2024
αποδείχθηκε μια
εξαιρετικά δύσκολη
χρονιά για την
Boeing,
με τον αμερικανικό
κατασκευαστή αεροπλάνων
να καταγράφει αρνητική
απόδοση στο βιομηχανικό
δείκτη
Dow
Jones
της
Wall
Street.
Η μετοχή της
Boeing
σημείωσε πτώση κατά 31%,
τη χειρότερη επίδοση
μεταξύ των 30 εταιρειών
του δείκτη. Η πτώση αυτή
την κατέταξε ως τη
μεγαλύτερη χαμένη της
χρονιάς, αν και πλησίασε
κοντά στο να μοιραστεί
τον τίτλο με τη
Nike,
της οποίας η μετοχή
μειώθηκε σχεδόν κατά 30%
την ίδια περίοδο.
Αντίθετα, ο
Dow
Jones
παρουσίασε συνολική
άνοδο 13%, με τη
Nvidia
να ηγείται χάρη στον
υπερδιπλασιασμό της
τιμής της μετοχής της.
Η χρονιά
ξεκίνησε άσχημα για την
Boeing
όταν, στις 5 Ιανουαρίου,
ένα 737
Max
της
Alaska
Airlines
έχασε μια πόρτα κατά τη
διάρκεια πτήσης. Το
γεγονός ότι το αεροπλάνο
είχε παραδοθεί μόλις 66
ημέρες πριν, υποδήλωνε
ότι το πρόβλημα
οφειλόταν στον
κατασκευαστή. Μια
προκαταρκτική έκθεση του
Εθνικού Συμβουλίου
Ασφάλειας Μεταφορών
επιβεβαίωσε ότι τα
μπουλόνια της πόρτας δεν
είχαν τοποθετηθεί σωστά
στο εργοστάσιο της
Boeing.
Αυτό το περιστατικό
προκάλεσε αναθεώρηση των
διαδικασιών της
εταιρείας και έντονη
κριτική από τους πελάτες
και τις ρυθμιστικές
αρχές. Ως αποτέλεσμα, η
Ομοσπονδιακή Υπηρεσία
Αεροπορίας (FAA)
περιόρισε την παραγωγή
του 737
Max
σε 38 αεροσκάφη
μηνιαίως, ενώ ο
διαχειριστής της
FAA,
Μάικ Γουίτακερ,
προειδοποίησε ότι θα
χρειαστούν αρκετοί μήνες
για να επιτευχθεί αυτός
ο στόχος.
Τον
Μάρτιο, ο διευθύνων
σύμβουλος της
Boeing,
Ντέιβ Καλχούν,
παραιτήθηκε και
αντικαταστάθηκε τον
Αύγουστο από τον Κέλι
Όρτμπεργκ, έναν βετεράνο
της βιομηχανίας
αεροναυπηγικής. Ο
Όρτμπεργκ έδωσε
προτεραιότητα στην
ενίσχυση της μηχανικής
και της ποιότητας,
μεταφέροντας την έδρα
του στο Σιάτλ και
πραγματοποιώντας
επισκέψεις σε διάφορα
εργοστάσια. Ωστόσο, η
εταιρεία συνέχισε να
αντιμετωπίζει σοβαρά
προβλήματα.
Τον
Σεπτέμβριο, το
διαστημόπλοιο
Starliner
επέστρεψε στη Γη χωρίς
πλήρωμα, καθώς
προβλήματα κατά τη
διάρκεια της αποστολής
ανάγκασαν τους
αστροναύτες να
παραμείνουν στον Διεθνή
Διαστημικό Σταθμό για
οκτώ μήνες, αντί για
οκτώ ημέρες. Επιπλέον,
περίπου 30.000
εργαζόμενοι της
Boeing
προχώρησαν σε επτά
εβδομάδες απεργίας,
διακόπτοντας την
παραγωγή. Αυτό είχε ως
αποτέλεσμα νέες
καθυστερήσεις στις
παραδόσεις του 737
Max
και του 777X,
το οποίο δεν έχει ακόμα
πιστοποιηθεί. Κατά τη
διάρκεια της απεργίας, ο
Όρτμπεργκ ανακοίνωσε
περικοπές προσωπικού
κατά 10%, δηλαδή περίπου
17.000 θέσεις εργασίας.
Σε
αντίθεση με τη
Boeing,
η ευρωπαϊκή
ανταγωνίστρια
Airbus
κατέγραψε άνοδο 14% στη
μετοχή της το 2024,
παραδίδοντας περίπου 760
αεροσκάφη. Παρότι το
νούμερο αυτό υπολείπεται
ελαφρώς του στόχου των
770 αεροσκαφών,
υπερδιπλασιάζει τις
παραδόσεις της
Boeing,
που περιορίστηκαν στα
318 αεροσκάφη.
Ο
Όρτμπεργκ έχει εκπονήσει
ένα σχέδιο για την
αλλαγή της εταιρικής
κουλτούρας, δίνοντας
έμφαση στη διαχείριση
από τα πατώματα των
εργοστασίων. Παρά τις
δυσκολίες, ο ίδιος
παραμένει αισιόδοξος για
την ανάκαμψη της
εταιρείας,
χαρακτηρίζοντάς την ως
ένα «μεγάλο πλοίο» που
χρειάζεται χρόνο για να
αλλάξει πορεία. Το 2025
αναμένεται να είναι
καθοριστική χρονιά για
την υλοποίηση αυτών των
αλλαγών και την
επιστροφή της
Boeing
ως ηγέτιδας στην
αεροδιαστημική
βιομηχανία.
|