Η Κίνα
επαίρεται για την επιτυχημένη διοργάνωση της τελευταίας
συνόδου της «Ομάδας των Είκοσι» (G20) στη γραφική τουριστική
πόλη Χανγκζού, όπου η ανοιχτή αντιπαράθεση σε μεγάλο βαθμό
απετράπη και μια ευρεία συναίνεση επετεύχθη σχετικά με την
ευάλωτη κατάσταση της διεθνούς οικονομίας, καθώς και την
ανάγκη χάραξης πολιτικών ευρέος φάσματος για την
αποκατάστασή της.
Όπως έγραψε
το
Reuters,
υπήρξε ακόμα και κοινή ανακοίνωση από την Κίνα και τις ΗΠΑ
ότι θα επικυρώσουν τη συμφωνία του Παρισιού για την
κλιματική αλλαγή, κάτι το οποίο συνιστά σημαντικό βήμα για
τις δύο χώρες, οι οποίες εκπέμπουν και τα περισσότερα αέρια
του θερμοκηπίου διεθνώς. Εάν, όμως, κανείς ξύσει λίγο κάτω
από την επιφάνεια, θα διαπιστώσει πως η Σύνοδος των
ισχυρότερων ηγετών δεν ήταν εύκολη υπόθεση – από το ότι
υπήρξε περίσπαση εξαιτίας πυραυλικής δοκιμής της Βόρειας
Κορέας μέχρι την αδυναμία Ουάσιγκτον - Μόσχας να συγκλίνουν
σε συμφωνία για τη Συρία και το διπλωματικό ολίσθημα με
αμφίσημα σχόλια για τον προστατευτισμό.
Πάντως, τα κινεζικά Μέσα πέραν των διθυραμβικών σχολίων για
τη διοργάνωση της συνόδου, άφησαν να διαφανεί και η
απογοήτευση του Πεκίνου για ό,τι θεωρεί απόπειρα της Δύσης
να ανακόψει τις οικονομικές φιλοδοξίες του. «Οι ανεπτυγμένες
οικονομίες του κόσμου θα πρέπει να περιστείλουν τον
εντεινόμενο προστατευτισμό και να αποσύρουν μέτρα ενάντια
στο διεθνές εμπόδιο, εφόσον ο οικονομικός απομονωτισμός δεν
προσφέρει λύση για την επιβράδυνση της οικονομίας», ανέφερε
το κρατικό ειδησεογραφικό πρακτορείο Xinhua. Τις παραμονές
της Συνόδου των «Είκοσι» η Κίνα είχε θορυβηθεί ιδιαίτερα
επειδή η Αυστραλία εμπόδισε την πώληση του μεγαλύτερου
ηλεκτροδοτικού δικτύου της χώρας σε κινεζικό όμιλο, ενώ και
η Βρετανία καθυστέρησε την έγκριση έργου πυρηνικής ενέργειας
με 24 δισ. δολάρια σε κινεζικές επενδύσεις. Στο παρασκήνιο
βρίσκονται οι δυτικές δυνάμεις, οι οποίες επικρίνουν την
Κίνα επειδή δεν τηρεί τους δικούς της στόχους. Πριν από τη
Σύνοδο, Ευρωπαίοι αξιωματούχοι εξέφραζαν τις αμφιβολίες τους
για το εάν η ατζέντα των εργασιών θα σηματοδοτεί πραγματικά
ένα νέο κεφάλαιο για τη δημιουργία βιώσιμης ανάπτυξης
παγκοσμίως. Η Κίνα, πάλι, ζητώντας δημοσίως ανοιχτές αγορές
και μέτρα κατά του προστατευτισμού, εξακολουθεί να παρέχει
περιορισμένη μόνο πρόσβαση σε δυτικούς επενδυτές, σύμφωνα με
αξιωματούχο των Βρυξελλών.
Αξίζει να σημειωθεί ότι σοβαρό μέλημα όσων ξένων επενδύουν
στην Κίνα είναι τα ολοένα και μεγαλύτερα εμπόδια να
αναπτύξουν επιχειρηματικές δραστηριότητες στη χώρα, κυρίως
γιατί νέες διατάξεις και πολιτικές αποσκοπούν ουσιαστικά να
τους κλείσουν την πόρτα ή να τους κάνουν τη ζωή δύσκολη. «Ο
πρόεδρος Σι σωστά έκρουσε τον κώδωνα να αντιδράσουμε στην
όξυνση του προστατευτισμού», είπε χαρακτηριστικά ο Τζέιμς
Ζίμερμαν, πρόεδρος του Αμερικανικού Εμπορικού Επιμελητηρίου
στην Κίνα. «Οι πράξεις μιλούν, ωστόσο, πιο δυνατά από τα
λόγια και η μπάλα βρίσκεται στο γήπεδο της Κίνας να
εφαρμόσει τις απολύτως αναγκαίες διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις,
διευκολύνοντας την πρόσβαση σε ξένες υπηρεσίες, τεχνολογίες
και αγαθά». Διπλωματικοί κύκλοι ανέφεραν ότι η Κίνα αντιδρά
στην ιδέα να συμπεριληφθεί ο κλάδος της χαλυβουργίας στο
τελικό ανακοινωθέν, παρά το ότι στο τέλος εμφανίστηκε μαζί
με τους υπόλοιπους δεκαεννέα ηγέτες του G20 και δεσμεύθηκε
σε συντονισμένη συλλογική δράση για τον έλεγχο της
πλεονάζουσας παραγωγικής ικανότητας στο μέταλλο. Το ζήτημα
είναι κομβικό για τη Βρετανία, της οποίας η κρίση στην
εγχώρια χαλυβουργία αποδίδεται στην πλημμυρίδα φθηνών
κινεζικών εισαγωγών. Τέλος, τη Σύνοδο επισκίασε και η άνοδος
του λαϊκισμού και της αντίθεσής του στην παγκοσμιοποίηση και
στο ελεύθερο διεθνές εμπόριο, όπως αυτή αποτυπώθηκε στο
βρετανικό δημοψήφισμα του Ιουνίου για την έξοδο της χώρας
από την Ε.Ε. και την ανάδειξη του Ντόναλντ Τραμπ σε
προεδρικό υποψήφιο των Ρεπουμπλικανών. |