Όπως έγραψε προσφάτως στη στήλη του στους
New York Times
ο διάσημος οικονομολόγος: μήπως το κραχ του χρηματιστηρίου
της Κίνας οδηγήσει σε νέα παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση;
Ενδεχομένως όχι. Ωστόσο, οι μεγάλες μεταβολές στην αγορά την
προηγούμενη εβδομάδα υπενθυμίζουν ότι ο επόμενος Αμερικανός
πρόεδρος θα πρέπει να αντιμετωπίσει και μερικά προβλήματα
όπως αυτά που αντιμετώπισε ο Τζορτζ Μπους και ο Μπαράκ
Ομπάμα, εφόσον η χρηματοπιστωτική αστάθεια παραμένει. Η
δοκιμασία, λοιπόν, είναι η εξής: πώς οι άνδρες και οι
γυναίκες, οι οποίοι πιθανώς να αναλάβουν την προεδρία των
Ηνωμένων Πολιτειών, θα ανταποκριθούν σε μία κρίση; Η
απάντηση από την πλευρά των Ρεπουμπλικανών, τουλάχιστον,
φαίνεται να είναι επιθετικότητα και θυμός. Δεν έχει πουθενά
υπάρξει κάποιος υπαινιγμός πως έστω ένας από τους υποψηφίους
τους αντιλαμβάνεται το ζήτημα ή τα βήματα που πρέπει να
γίνουν, εάν η παγκόσμια οικονομία βρεθεί εκ νέου σε
κατάσταση σοκ. Λόγου χάριν, ο Σκοτ Γουόκερ, κυβερνήτης του
Ουισκόνσιν, θεωρείται εξαίρετος υποψήφιος και μέρος της
χορείας των πρώην ή νυν κυβερνητών που γνωρίζουν πώς να
κάνουν τα σχέδια πράξη. Η πρότασή του στον πρόεδρο Ομπάμα
ήταν να ακυρώσει την επίσκεψη του Κινέζου προέδρου Σι
Τζινπίνγκ στις ΗΠΑ. Αυτό θα διόρθωνε την κατάσταση κατά την
άποψή του.
Μετά είναι ο μεγαλοεπιχειρηματίας και τηλεπερσόνα Ντόναλντ
Τραμπ, ο οποίος αρέσκεται να κάνει διάλειμμα από τους
λιβέλλους κατά των μεταναστών και να διαμαρτύρεται για την
Κίνα, η οποία εκμεταλλεύεται την αδύναμη ηγεσία της
Αμερικής. Ισως να σκεπτόταν κανείς ότι μία κινεζική
οικονομία σε αναιμική κατάσταση θα ήταν ακριβώς αυτό που
κατά παράδοξο τρόπο θα ταίριαζε στην κοσμοθεωρία του
Ντόναλντ Τραμπ.
Οχι, όμως, απλώς διεκήρυξε ότι οι αμερικανικές αγορές είναι
προβληματισμένες, επειδή ο Μπαράκ Ομπάμα «επέτρεψε στην Κίνα
να υπαγορεύσει την ατζέντα». Τι σημαίνει αυτό; Δεν έχω ιδέα,
αλλά ούτε κι αυτός.
Επί τη ευκαιρία, πριν από πέντε χρόνια υπήρχαν βάσιμοι λόγοι
να διαμαρτυρηθεί κανείς για το υποτιμημένο γουάν, αλλά ο
πληθωρισμός στην Κίνα και η άνοδος νέων ανταγωνιστών της
χώρας έχουν εξαλείψει σε μεγάλο βαθμό το θέμα.
Πίσω ξανά στους Ρεπουμπλικανούς υποψηφίους. Ο Κρις Κρίστι,
κυβερνήτης του Νιου Τζέρσεϊ, ο οποίος παρουσιαζόταν ως ο
επόμενος σημαντικός πολιτικός του κόμματος, έχει περισσότερη
συνοχή. Εκείνος ισχυρίζεται ότι ο λόγος που οι αμερικανικές
αγορές εκτροχιάστηκαν λόγω Κίνας, είναι τα ελλείμματα. Ετσι
η Αμερική χρωστά στους Κινέζους και καθίσταται ευάλωτη, όταν
εκείνοι έχουν προβλήματα. Εάν, πάντως, το θέμα μας ήταν το
χρέος, τότε τα αμερικανικά επιτόκια θα είχαν εξακοντιστεί
ενόσω θα κατέρρεαν οι κινεζικές αγορές. Βέβαια, υπάρχει μία
μικρή δικαιολογία στο ότι ο κ. Κρίστι υιοθετεί τη
συγκεκριμένη φαντασίωση.
Κυκλοφορούν ιστορίες τρόμου, οι οποίες εμπλέκουν την κατοχή
αμερικανικών ομολόγων από Κινέζους και οι οποίες τρέφουν
συστηματικά τους Ρεπουμπλικανούς επί σειράν ετών.
Ειδικότερα, αποτελούσαν αγαπημένη αναφορά κατά τη διάρκεια
της προεκλογικής εκστρατείας του Ρεπουμπλικανού Μιτ Ρόμνεϊ
το 2012.
Και μπορεί κανείς να καταλάβει γιατί. Η φράση «ο Μπαράκ
Ομπάμα θέτει σε κίνδυνο την Αμερική δανειζόμενος από την
Κίνα» έχει πολιτικό βάρος, εκμεταλλευόμενη τον φετιχισμό για
το έλλειμμα, την ξενοφοβία και την αιώνια θέση ότι οι
Δημοκρατικοί δεν υπερασπίζονται την Αμερική. Συν τοις άλλοις
είναι και εντελώς ανόητη, αλλά αυτό μάλλον δεν φαίνεται να
μετράει. Στην πράξη, το να λέει κανείς ανοησίες είναι το
απαραίτητο προσόν για οποιονδήποτε ελπίζει να αναδειχθεί
υποψήφιος των Ρεπουμπλικανών για τις προεδρικές εκλογές των
ΗΠΑ. Για να καταλάβει κανείς τον λόγο, πρέπει να γυρίσει στο
2009, όταν η τότε κυβέρνηση Ομπάμα προσπαθούσε να χειριστεί
την πιο τρομακτική κρίση από το 1930. Η απερχόμενη κυβέρνηση
Μπους είχε οργανώσει διάσωση τραπεζών, αλλά η ομάδα Ομπάμα
ενίσχυσε περαιτέρω την προσπάθεια με προσωρινό πρόγραμμα
δαπανών, ενώ η Fed ενδυνάμωνε την οικονομία με μαζική αγορά
περιουσιακών στοιχείων. Απαντες οι Ρεπουμπλικανοί προέβλεπαν
καταστροφές, αλλά τίποτε δεν συνέβη. |