Οι ενέργειες της αμερικανικής Ομοσπονδιακής Τράπεζας (Fed)
και της Τράπεζας της Ιαπωνίας (BOJ) την περασμένη εβδομάδα
έδωσαν νέα ώθηση σε μια εναλλακτική επενδυτική στρατηγική
που εξαρτάται από το φθηνό κόστος του χρήματος και τη χαμηλή
μεταβλητότητα στις αγορές, ώστε να αποφέρει μεγάλα κέρδη.
Όπως έγραψαν οι
Richar
Leong
και
Jennifer Ablan
στο
Reuters,
η στρατηγική αυτή συνίσταται στο να δανείζεται κάποιος
επενδυτής ώστε να στοιχηματίσει ότι θα ανέβει η τιμή μετοχών
και ομολόγων και γι’ αυτήν έχουν δείξει ενδιαφέρον κάποια
μεγάλα κεφάλαια αντιστάθμισης κινδύνου και άλλοι θεσμικοί
επενδυτές στην αναζήτηση υψηλότερων αποδόσεων στην εποχή των
ιστορικά χαμηλών επιτοκίων δανεισμού παγκοσμίως. Το 2015
ήταν μια κακή χρονιά για τα κεφάλαια αντιστάθμισης κινδύνου,
εξαιτίας της υψηλής μεταβλητότητας που είχαν προκαλέσει στις
αγορές οι φόβοι για την κατάσταση της κινεζικής οικονομίας
και η πτώση των τιμών του πετρελαίου, με αποτέλεσμα οι
επενδυτές να αποσύρουν κεφάλαια ύψους 2 δισ. δολαρίων από τα
εν λόγω χαρτοφυλάκια. Ομως η στρατηγική άρχισε να αποδίδει
από τον Ιανουάριο και μετά, χάρη στην υποχώρηση της
μεταβλητότητας, με αποτέλεσμα όσοι επενδυτές την είχαν
χρησιμοποιήσει να αποκομίζουν κέρδη υπερδιπλάσια από αυτά
που απέφερε η επένδυση σε αμερικανικές μετοχές και γενικά σε
ομόλογα. Αλλά, η ανάκαμψη των κερδών απειλήθηκε το διάστημα
πριν από την τελευταία συνεδρίαση της Fed στις 20 και στις
21 Σεπτεμβρίου, εξαιτίας των υπονοιών που είχαν αφήσει
ορισμένοι κεντρικοί τραπεζίτες πως επίκειται αύξηση των
επιτοκίων δανεισμού. Τελικά, η Fed όχι μόνο δεν αύξησε τα
επιτόκια δανεισμού αλλά προέβλεψε ότι θα τα αυξήσει ακόμη
πιο σταδιακά, μελλοντικά, διαμηνύοντας στους επενδυτές ότι
το κόστος χρηματοδότησης θα παραμείνει σε χαμηλό επίπεδο για
ακόμα μεγαλύτερο χρονικό διάστημα.
Πλέον το ερώτημα είναι αν οι επενδυτές θα εμπιστευθούν και
πάλι τη συγκεκριμένη επενδυτική στρατηγική που είχε αποτύχει
το 2015. Για παράδειγμα, το επενδυτικό ταμείο All Weather
της Bridgewater Associates είχε απόδοση 13,1% από τον
Ιανουάριο του 2016 έως τα τέλη Αυγούστου. Ομως το 2015 η
απόδοση του συγκεκριμένου χαρτοφυλακίου είχε διαμορφωθεί στο
-7%, τη στιγμή που η απόδοση μετοχών και ομολόγων ήταν
ελάχιστα θετική. Μπορεί να θεωρεί κανείς ότι είναι προφανές
πως θα αποδώσει η επένδυση σε τίτλους με μεγαλύτερο ρίσκο,
ωστόσο οι επενδυτές παραμένουν επιφυλακτικοί. Σύμφωνα με
στοιχεία της Morningstar, χαρτοφυλάκια που εφαρμόζουν τη
συγκεκριμένη στρατηγική είχαν καθαρές εκροές κεφαλαίων 957
εκατ. δολαρίων, σε σύνολο 8,5 δισ. δολαρίων, το πρώτο
οκτάμηνο του 2016. Μια πιθανή εξήγηση για την
επιφυλακτικότητα των επενδυτών είναι το αβέβαιο αποτέλεσμα
των αμερικανικών προεδρικών εκλογών της 8ης Νοεμβρίου. Η
Χίλαρι Κλίντον των Δημοκρατικών και ο Ντόναλντ Τραμπ των
Ρεπουμπλικανών είναι πολύ κοντά στις δημοσκοπήσεις και το
εκλογικό αποτέλεσμα θα μπορούσε να αλλάξει την πολιτική των
ΗΠΑ όσον αφορά τις δαπάνες, το εμπόριο και τη φορολογία. Η
αβεβαιότητα προκαλεί νευρικότητα στους επενδυτές, οι οποίοι
τείνουν πλέον να περιορίσουν την έκθεσή τους σε επενδύσεις
με μεγαλύτερο ρίσκο. «Αυτό θα μπορούσε να προκαλέσει τόση
μεταβλητότητα όση μεταβλητότητα προκαλεί και η νομισματική
πολιτική», εκτιμά ο Τζον Μπρεντέμους, αντιπρόεδρος της
Allianz Investment US στη Μινεάπολη. Προς το παρόν,
επικρατεί ηρεμία στις αγορές μετά τις κινήσεις των Fed και
BOJ την περασμένη εβδομάδα. Ο δείκτης μεταβλητότητας CBOE
VIX, γνωστός ως «δείκτης φόβου» της Wall Street, παραμένει
κοντά στο χαμηλότερο επίπεδο όπου είχε υποχωρήσει στη
διάρκεια του 2016. Ο δείκτης MOVE της Bank of America, ο
οποίος αποτυπώνει την αναμενόμενη μεταβλητότητα στην αγορά
μετοχών τούς επόμενους τρεις μήνες, βρίσκεται σήμερα στο
χαμηλότερο επίπεδο από τα τέλη του 2014. Για όσους έχουν
επενδύσει στη στρατηγική που βασίζεται στη χαμηλή
μεταβλητότητα των αγορών αυτό αποτελεί σημάδι για να
εξακολουθήσουν να στοιχηματίζουν σε μια σειρά από
περιουσιακά στοιχεία που έχουν ρίσκο. |