Όπως και χθες έτσι και σήμερα θα έχουμε ένα άρθρο –
σχολιασμό, για τις τελευταίες αποφάσεις του διοικητή της ΕΚΤ,
οι οποίες κατά κοινή ομολογία απογοήτευσε του περισσότερους.
Όπως έγραψε ο
Holger Schmieding,
επικεφαλής οικονομολόγος της
Berenberg Bank,
αντιδρώντας
στο πολύ χαμηλό επίπεδο του πληθωρισμού, την προοπτική ότι ο
ονομαστικός πληθωρισμός δεν θα συγκλίνει προς τον στόχο της
ΕΚΤ για «κοντά αλλά κάτω από το 2%» πριν από το 2018 και το
πλήγμα που δέχτηκαν πρόσφατα οι ευρωπαϊκές εξαγωγές από τις
αναδυόμενες αγορές, η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα κλιμακώνει
τα μέτρα νομισματικής ενίσχυσης. Ωστόσο, τα μέτρα
αποδείχτηκαν μικρότερα από τις προσδοκίες.
Σύμφωνα με τον
Holger Schmieding,
η ΕΚΤ επέκτεινε την περίοδο αγοράς ομολόγων κατά τουλάχιστον
έξι μήνες από τον Σεπτέμβριο του 2016 μέχρι τον Μάρτιο του
2017. Προσέθεσε, επίσης, στον κατάλογο τίτλων που θα μπορεί
να αγοράζει ομόλογα που έχουν εκδώσει περιφέρειες και δήμοι.
Αποφάσισε να επενδύσει ξανά το κεφάλαιο από ομόλογα που είχε
ήδη αγοράσει και τα οποία ωρίμασαν και μείωσε κατά 10
μονάδες βάσης από το -0,2% στο -0,3% το επιτόκιο για τις
καταθέσεις τραπεζών στην ΕΚΤ ως κίνητρο για να τα
χρησιμοποιήσουν με καλύτερο τρόπο από το να τα καταθέτουν
απλώς στην κεντρική τράπεζα.
Επίσης, η ΕΚΤ τόνισε ότι θα συνεχίσει για όσο χρειαστεί τις
ενέσεις ρευστότητας προς τις τράπεζες.
Ωστόσο, αποφασίζοντας να μην αυξήσει το όριο των μηνιαίων
αγορών ομολόγων από τα 60 δισ. ευρώ η ΕΚΤ διέψευσε τις
προσδοκίες που είχε δημιουργήσει ο Μάριο Ντράγκι πριν από τη
χθεσινή συνεδρίαση. Κατά τη λήψη σημαντικών αποφάσεων στο
παρελθόν, ο κ. Ντράγκι συνήθως κατάφερνε να ξεπεράσει τις
προσδοκίες που δημιουργούσε. Αυτή τη φορά, δεν το έκανε.
Γεγονός που ίσως να σχετίζεται με το ότι η κρίση των
αναδυόμενων αγορών έχει πλήξει σχετικά λίγο την ανάπτυξη της
Ευρωζώνης και συνεπώς δεν ήταν τόσο σαφής η ανάγκη για
περισσότερα μέτρα ενίσχυσης της οικονομίας όσο στο παρελθόν.
Παράλληλα, η ΕΚΤ επικαιροποίησε τις προβλέψεις της για την
ανάπτυξη και τον πληθωρισμό. Διατήρησε την πρόβλεψη ότι το
ΑΕΠ της Ευρωζώνης θα αυξηθεί κατά 1,7% το 2016 και
αναθεώρησε προς το καλύτερο την πρόβλεψη για το 2017 από το
1,8% στο 1,9%. Αναθεώρησε προς το χειρότερο όμως την
πρόβλεψη για τον πληθωρισμό από το 1,1% στο 1% για το 2016
και από το 1,7% στο 1,6% το 2017. Εμείς προβλέπουμε αύξηση
του ΑΕΠ κατά 1,6% το 2016 και κατά 1,7% το 2017 και
πληθωρισμό 0,9% το 2016 και 1,5% το 2017. Στην ανακοίνωση
Τύπου που εξέδωσε η ΕΚΤ, τονίζει ότι έχει αυξηθεί ο κίνδυνος
ο πληθωρισμός να αποδειχθεί χαμηλότερος απ’ όσο προβλέπεται,
εξηγώντας ότι η διατήρηση του πληθωρισμού σε χαμηλό επίπεδο
αποτελεί δείγμα ότι η οικονομία υπολειτουργεί σε μεγάλο
βαθμό. Η πλειοψηφία του διοικητικού συμβουλίου της ΕΚΤ
θεώρησε ότι αυτός είναι λόγος ώστε να ενισχύσει το πρόγραμμα
αγοράς ομολόγων και αναμφίβολα είναι χρήσιμο να εξηγείς τις
αποφάσεις σου στην κοινή γνώμη.
Ερωτηθείς ο κ. Ντράγκι κατά πόσο ήταν ομόφωνη η απόφαση,
απάντησε ότι «δεν ήταν ομόφωνη αλλά πολύ μεγάλη πλειοψηφία
ήταν υπέρ αυτού του πακέτου». Πράγμα που σημαίνει ότι η
συζήτηση στο εσωτερικό της ΕΚΤ ήταν αρκετά έντονη. Είναι
αρκετά πιθανό ότι ο κ. Ντράγκι χρειάστηκε να περιορίσει το
μέγεθος των νέων μέτρων ώστε να διατηρήσει αυτή την «πολύ
μεγάλη πλειοψηφία». Φυσικά ο κ. Ντράγκι τόνισε ότι δεν
αποκλείεται περαιτέρω χαλάρωση της νομισματικής πολιτικής.
Ωστόσο, σε αντίθεση με προηγούμενες σημαντικές αποφάσεις της
ΕΚΤ, χθες δεν ήταν τόσο σαφής η ανάγκη για χαλάρωση της
πολιτικής και η συζήτηση ήταν απ’ ό,τι φαίνεται αρκετά
έντονη.
Προβλέπουμε ότι η ανάπτυξη της οικονομίας της Ευρωζώνης θα
ενισχυθεί ελαφρώς το 2016 μετά την επιβράδυνση που
προκάλεσαν στο δεύτερο εξάμηνο του 2015 οι αναδυόμενες
αγορές. Αν εξελιχθούν έτσι τα πράγματα, τότε δεν θα πρέπει
να υπάρξει ανάγκη για νέα μέτρα. Αν και όταν οι αγορές
ασπαστούν την πρόβλεψη αυτή, οι αποδόσεις των ομολόγων,
ακόμη και η συναλλαγματική ισοτιμία του ευρώ, θα μπορούσαν
να αυξηθούν κάπως κατά τη διάρκεια του 2016. Εξαιτίας της
κρίσης της Ευρωζώνης το 2011-2012 και της κρίσης με τη Ρωσία
το 2014, η κυκλική ανάκαμψη της οικονομίας της Ευρωζώνης
βρίσκεται περίπου δύο χρόνια πίσω από την αμερικανική.
Περίπου σε δύο χρόνια από σήμερα η ΕΚΤ θα μπορούσε να
αρχίσει να συζητά το ενδεχόμενο αύξησης των επιτοκίων
δανεισμού, πιθανότατα αφότου θα έχει ολοκληρώσει με επιτυχία
το πρόγραμμα αγοράς ομολόγων το πρώτο εξάμηνο του 2017. Αν
καταφέρει η ΕΚΤ να ενισχύσει σήμερα λίγο περισσότερο τη
ζήτηση, η οικονομία ίσως να είναι σε θέση να αντέξει μια
αύξηση των επιτοκίων δανεισμού νωρίτερα απ’ ό,τι σε
διαφορετική περίπτωση.
Holger Schmieding
- επικεφαλής οικονομολόγος της
Berenberg Bank. |