Η Κίνα περιορίζει τις δαπάνες σε εξοπλισμό για την εξόρυξη
ορυκτού πλούτου επειδή επιβραδύνεται η οικονομία της. Τα
Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα και άλλες χώρες της Μέσης Ανατολής
έχουν μειωμένα έσοδα από την πτώση των τιμών του πετρελαίου,
θέτοντας σε κίνδυνο τις πωλήσεις πολυτελών αυτοκινήτων.
Όπως προσφάτως έγραφαν οι
New York Times,
η Ρωσία, η οποία εξακολουθεί να είναι αντιμέτωπη με τις
κυρώσεις της Δύσης, δεν έχει τους πόρους για να αγοράσει
εξοπλισμό υψηλής τεχνολογίας για τον ενεργειακό κλάδο. Αυτή
η πτώση των αναδυόμενων αγορών παγιδεύει τη Γερμανία –και
κατ’ επέκταση την Ευρώπη– σε δυσμενή θέση.
Τα τελευταία χρόνια, οι περισσότερες εταιρείες παλεύουν να
επιβιώσουν, αλλά στη Γερμανία ευημερούσαν διότι πουλούσαν τα
προϊόντα τους στον αναδυόμενο κόσμο, που επιδίωκε να
εκσυγχρονιστεί σε φρενήρεις ρυθμούς. Eτσι, η οικονομική
ισχύς της Γερμανίας λειτουργούσε ως αντίδοτο στην ύφεση, τη
χρηματοπιστωτική κρίση και το δράμα του ελληνικού χρέους που
είχαν επηρεάσει τις περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες.
Σήμερα, η Γερμανία, η οποία εκπροσωπεί το μεγαλύτερο κομμάτι
της ευρωπαϊκής οικονομίας, φαίνεται να οπισθοδρομεί.
Συγκριτικά με άλλες ευρωπαϊκές οικονομίες, οι επιδόσεις της
Γερμανίας έχουν δεχτεί πλήγμα από τις αναδυόμενες αγορές.
Σύμφωνα με τους
New York Times,
επιπροσθέτως, το πολιτικό κλίμα στη χώρα επιδεινώνει ακόμη
περισσότερο αυτήν την αβεβαιότητα καθώς η χώρα προσπαθεί να
αντεπεξέλθει στις προκλήσεις ενός τεράστιου μεταναστευτικού
κύματος και της πιθανής εξόδου στης Βρετανίας από την
Ευρωπαϊκή Ενωση.
Κάτω από αυτές τις συνθήκες παραπαίει ο εξαγωγικός τομέας
της χώρας και πλήττεται η επιχειρηματική εμπιστοσύνη.
Στις καλές στιγμές, η γερμανική εταιρεία Eickhoff
Bergbautechnik πουλούσε 20 μηχανήματα στην Κίνα ανά έτος,
καθώς η δεύτερη μεγαλύτερη οικονομία στον κόσμο στόχευε στην
εξόρυξη άνθρακα για την τροφοδότηση των εργοστασίων της.
Τα μηχανήματα αυτά είναι τεραστίων διαστάσεων και
χρησιμεύουν στην εξόρυξη γαιάνθρακα ή ποτάσας. Στοιχίζουν,
περίπου, τέσσερα εκατομμύρια ευρώ το καθένα. Πέρυσι, η
εταιρεία πούλησε μόνον οκτώ. Λόγω της πτώσης της κερδοφορίας
της, η Eickhoff προχώρησε σε περικοπές του 10% από προσωπικό
300 ατόμων. «Περνάμε από μια περίοδο ανάπτυξης στην πτώση»,
δήλωσε ο Καρλ-Χέινζ Ρέιζερ, γενικός διευθυντής της εταιρείας.
Οι απογοητευτικές πωλήσεις της Eickhoff και άλλων γερμανικών
μεσαίων επιχειρήσεων οδηγούν σε βραδύτερους ρυθμούς
ανάπτυξης. Οι προμηθευτές εξοπλισμού εξόρυξης είχαν
εμφανίσει εξαγωγές 6,2 δισ. ευρώ το 2012, σύμφωνα με
στοιχεία της γερμανικής ομοσπονδίας μηχανικής. Πέρυσι
μειώθηκαν στα 3,5 δισ. ευρώ. Καθώς μειώνονται οι εξαγωγές,
επιδεινώνεται το οικονομικό κλίμα στη Γερμανία.
Οι απαισιόδοξοι υπερίσχυσαν των αισιόδοξων για πρώτη φορά
από τα τέλη του 2014, σύμφωνα με στοιχεία του ινστιτούτου
Ifo στο Μόναχο. Αν και παρατηρήθηκε μια βελτίωση του
οικονομικού κλίματος τον Μάρτιο, εξακολουθεί να επικρατεί
προβληματισμός στον μεταποιητικό κλάδο. Είναι πιθανό να
ματαιωθούν επενδύσεις ή νέες προσλήψεις εάν το κλίμα
παραμείνει αδύναμο, προκαλώντας επιβράδυνση της ανάπτυξης.
Η αποδυνάμωση της γερμανικής οικονομίας μπορεί να έχει
πολιτικές επιπτώσεις στην Ευρώπη. Αυτή η αλλαγή των
οικονομικών συνθηκών απειλεί τη σφαίρα επιρροής της
Γερμανίδας καγκελαρίου Αγκελα Μέρκελ στη χώρα της.
Η μεγάλη ζήτηση από την Κίνα, όπως επίσης από τη Ρωσία, τη
Βραζιλία και το Καζαχστάν, κατέστησε τη Γερμανία απρόσβλητη
από τα προβλήματα των γειτονικών χωρών όλα τα προηγούμενα
χρόνια.
Ενώ πάνω από το ένα πέμπτο του εργατικού δυναμικού στην
Ισπανία βρίσκεται στην ανεργία, το αντίστοιχο ποσοστό στη
Γερμανία έχει υποχωρήσει στο 4,3%, χαμηλότερα από τις ΗΠΑ.
Οταν η Eickhoff προχώρησε σε απολύσεις, αρκετοί βρήκαν
εργασία σε συγγενείς εταιρείες.
Η Κίνα ήταν, επίσης, μια πολύ καλή αγορά για τις γερμανικές
αυτοκινητοβιομηχανίες. Ο κλάδος παρουσιάζει τις περισσότερες
εξαγωγές σε σύγκριση με τους υπόλοιπους στη Γερμανία και
είναι μία από τις σημαντικότερες πηγές εργασίας στη χώρα.
Πέρυσι ήταν η μεγαλύτερη αγορά για τις εξαγωγές της
γερμανικής μάρκας Porsche, ξεπερνώντας τις ΗΠΑ πρώτη φορά.
Εν τούτοις, εμφανίζονται ανησυχητικά σημάδια, εάν
αναλογιστεί κανείς πως η αγορά αναμένεται να επεκταθεί φέτος
κατά μόνον 4%, δηλαδή στο ήμισυ που είχε καταγραφεί πέρυσι. |