H
Κίνα εξακολουθεί να βρίσκεται στο επίκεντρο του παγκόσμιου
ενδιαφέροντος, ενώ όπως σχολίαζε προσφάτως ο
Alicia Garcia Herrero
του
Bruegel,
μόλις
είχε αρχίσει να ανακάμπτει η ιαπωνική οικονομία από την
αύξηση του ΦΠΑ το 2014, δέχτηκε νέο χτύπημα: τα δεινά της
Κίνας. Η ιαπωνική οικονομία εμφανίζει ήδη συμπτώματα νέας
αποδυνάμωσης. Το χρηματιστήριο έχει βυθιστεί περισσότερο και
απ’ όταν βρισκόταν η Ιαπωνία σε ύφεση, προφανώς επειδή η
μεγάλη επιβράδυνση της κινεζικής οικονομίας ήταν απροσδόκητη
σε αντίθεση με την αύξηση του ΦΠΑ και επίσης ήταν
διαρθρωτικής φύσης. Αν δεν αντιδράσουν δυναμικά οι κινεζικές
αρχές για να αναθερμάνουν την οικονομία, οι επιπτώσεις για
την Ιαπωνία θα είναι μακροπρόθεσμες, σοβαρές και αβέβαιες.
Οι οικονομικοί δεσμοί Κίνας και Ιαπωνίας είναι κυρίως οι
άμεσες ξένες επενδύσεις και το εμπόριο. Η Κίνα προσελκύει
τις περισσότερες άμεσες ξένες επενδύσεις της Ιαπωνίας και
είναι ο δεύτερος μεγαλύτερος εμπορικός της εταίρος καθώς
αντιπροσωπεύει το 18,3% των εξαγωγών της το 2014 και
υπολείπεται ελάχιστα των ΗΠΑ, που αντιπροσωπεύουν το 18,6%.
Οι εξαγωγές της Ιαπωνίας στην Κίνα μειώθηκαν τον Αύγουστο
κατά 9,2% σε ετήσια βάση, ενώ η βιομηχανική παραγωγή και οι
παραγγελίες μηχανολογικού εξοπλισμού ήταν πολύ κατώτερες των
προσδοκιών. Η μείωση της ζήτησης από την Κίνα θα επιτείνει
τις τάσεις αυτές.
Η πτώση των τιμών των μετοχών θα πλήξει την καταναλωτική
εμπιστοσύνη και η συνεπακόλουθη μείωση του πλούτου θα
περιορίσει την κατανάλωση. Οι εξελίξεις αυτές μάλλον θα
εξουδετερώσουν τη σταδιακή βελτίωση των μισθών και θα
υπονομεύσουν την ανάκαμψη. Σε συνδυασμό με την εντεινόμενη
οικονομική αβεβαιότητα και την υποβάθμιση του χρέους της
Ιαπωνίας από τη Standard & Poor’s, οι επενδύσεις των
επιχειρήσεων αναμένεται να σημειώσουν νέα πτώση αυτό το
τρίμηνο. Παράλληλα, αναμένεται να ενταθούν οι
αποπληθωριστικές πιέσεις στην Ιαπωνία καθώς η πτώση των
τιμών των εμπορευμάτων και η στασιμότητα της οικονομίας θα
οδηγήσουν τα επιτόκια σε ακόμη μεγαλύτερη άνοδο. Και όλα
αυτά θα συμπιέσουν περαιτέρω τις επενδύσεις των
επιχειρήσεων.
Ακόμη, ο αντίκτυπος από μια ουσιαστική υποτίμηση του γουάν
εγκυμονεί τον κίνδυνο του αποπληθωρισμού σε παγκόσμιο
επίπεδο. Και σαν να μην έφταναν όλα αυτά, ανεκόπη η πτωτική
πορεία του γιεν, που στήριζε τις εξαγωγικές επιχειρήσεις. Το
ιαπωνικό νόμισμα ανακτά την ιδιότητα του ασφαλούς καταφυγίου
για τους επενδυτές που εγκαταλείπουν τις αναδυόμενες αγορές.
Η Κίνα έχει ήδη χάσει σχεδόν 500 δισ. δολάρια από τα
συναλλαγματικά της διαθέσιμα σε λίγο περισσότερο από ένα
έτος. Το δολάριο δεν μπορεί να απορροφήσει όλες αυτές τις
εκροές και αν δεν αντιδράσει η Τράπεζα της Ιαπωνίας με
περισσότερη ποσοτική χαλάρωση, ενδέχεται να συνεχιστεί η
ανατίμηση του γιεν. Οποιαδήποτε σημαντική υποτίμηση του
γουάν μπορεί να επιτείνει τα δεινά των Ιαπώνων εξαγωγέων,
καθιστώντας ακριβότερες τις πωλήσεις στην Κίνα και
ενισχύοντας τη θέση των Κινέζων ανταγωνιστών τους σε
ορισμένες αγορές.
Τα κρατικά ομόλογα της Ιαπωνίας αντέδρασαν μάλλον αδιάφορα
στην υποβάθμιση από τη S&P κυρίως εξαιτίας του γεγονότος ότι
το 95% του ιαπωνικού χρέους προέρχεται από εσωτερικό
δανεισμό. Δεδομένου, όμως, ότι αποδυναμώνεται η ανάπτυξη ενώ
ο αποπληθωρισμός δυσχεραίνει τη δημοσιονομική εξυγίανση, η
Ιαπωνία θα χρειαστεί να προσελκύσει περισσότερα ξένα
κεφάλαια για να χρηματοδοτήσει τα ελλείμματά της και να
στηρίξει έναν γηράσκοντα πληθυσμό. Συνολικά ο αντίκτυπος της
κινεζικής επιβράδυνσης αποτελεί τεράστιο πλήγμα για την
Ιαπωνία όχι μόνον επειδή έρχεται ταχύτερα από όσο αναμενόταν,
αλλά επειδή η διμερής σχέση αποτελεί καίριο πυλώνα της
ιαπωνικής οικονομίας. Η Τράπεζα της Ιαπωνίας μπορεί μεν να
βοηθήσει, αλλά υπάρχουν όρια στα όσα μπορεί να κάνει η
νομισματική πολιτική εν όψει ενός τέτοιου πλήγματος.
Ειρωνεία της τύχης, τα προβλήματα της Κίνας που είχαν
προσφέρει στον Ιάπωνα πρωθυπουργό περιθώρια ελιγμών, ίσως
τελικά να οδηγήσουν σε εκτροχιασμό το οικονομικό του
πρόγραμμα, τα Αμπενόμικς. |