Η αγορά ομολόγων προειδοποιεί τη Federal Reserve πως μια
εσφαλμένη κίνηση μπορεί να οδηγήσει τις ΗΠΑ στον
αποπληθωρισμό και να την καθηλώσει εκεί για την επόμενη
δεκαετία.
Η Fed έχει διοχετεύσει σχεδόν 4 τρισ. δολάρια στο
χρηματοπιστωτικό σύστημα μέσω αγορών ομολόγων και έχει
διατηρήσει τα επιτόκια σε σχεδόν μηδενικά επίπεδα επί επτά
χρόνια, προσπαθώντας να επαναφέρει τον πληθωρισμό κοντά στον
στόχο του 2%. Η απόκλιση, όμως, ανάμεσα στα σταθερά επιτόκια
και στα κυμαινόμενα των ομολόγων του αμερικανικού Δημοσίου
που ακολουθούν τον πληθωρισμό καταδεικνύει πως οι επενδυτές
διαβλέπουν τον κίνδυνο να λάβουν οι ιθύνοντες μια απόφαση
που θα οδηγήσει τις τιμές στην αντίθετη κατεύθυνση. Εν
ολίγοις ανησυχούν για το ενδεχόμενο να αρχίσουν να
αυξάνονται τα επιτόκια από τον επόμενο μήνα.
Το αμερικανικό χρέος «τιμολογείται με βάση έναν πληθωρισμό
που δεν επιταχύνεται» υπογραμμίζει ο Μάικλ Ποντ της Barclays,
και τονίζει πως «η αγορά υποδηλώνει ότι η επιβολή
περιοριστικής πολιτικής θα είναι λάθος».
Το γεγονός όμως ότι υποχώρησαν τα επιτόκια σε επίπεδα κάτω
από εκείνα του Ιανουαρίου προτού εγκαινιάσει η ΕΚΤ το
πρόγραμμα αγοράς ομολόγων ύψους 1,1 τρισ. δολαρίων και
προτού υποτιμήσει η Κίνα το νόμισμά της σημαίνει τον κώδωνα
του κινδύνου. Κι αυτό γιατί μετά τις δύο αυτές εξελίξεις, οι
ιθύνοντες που χαράσσουν πολιτική παγκοσμίως έχουν λιγότερα
εργαλεία για να δώσουν ώθηση στις τιμές.
«Αν είχαν λίγα όπλα στο παρελθόν, τώρα δεν έχουν ουσιαστικά
τίποτε για να επιστρατεύσουν» σχολιάζει ο Γκρέγκορι Βίτλεϊ
της DoubleLine Capital του Λος Αντζελες που εποπτεύει
κεφάλαια ύψους 76 δισ. δολαρίων. Οι προσδοκίες για τον
πληθωρισμό έχουν μειωθεί περαιτέρω μετά την τελευταία
συνεδρίαση που είχε η Fed τον Ιούλιο, οπότε τα στελέχη της
είχαν την πρόθεση να προχωρήσουν σε αύξηση των επιτοκίων
πριν από τα τέλη του έτους.
Στο μεταξύ οι προσδοκίες για τον πληθωρισμό στη Γερμανία
έχουν υποχωρήσει στο 0,37% την τελευταία πενταετία, ενώ στη
Βρετανία έχουν διολισθήσει κατά 0,4 εκατοστιαίες μονάδες στο
2,25% μέσα σε διάστημα τριών μηνών. Στην αγορά οψιόν, οι
διαπραγματευτές στοιχηματίζουν και πάλι σε υποχώρηση του
πληθωρισμού, ενώ οι τιμές του πετρελαίου έχουν καταγράψει τη
μεγαλύτερη εβδομαδιαία πτώση των τελευταίων τριών δεκαετιών.
Οι προβλέψεις για τον μακροπρόθεσμο πληθωρισμό, που συνήθως
επηρεάζονται λιγότερο από τις τιμές της ενέργειας, δεν έχουν
μείνει αλώβητες. Παράλληλα τα πρακτικά της συνεδρίασης της
Fed τον Ιούλιο καταδεικνύουν πως τα στελέχη της ανησυχούν
για τον επίμονα χαμηλό πληθωρισμό. Το αποτέλεσμα είναι ότι
έχουν αρχίσει να μειώνονται οι προσδοκίες πως θα υπάρξει
αύξηση των επιτοκίων μέσα στον επόμενο μήνα.
Παράγοντες της αγοράς εκτιμούν πως οι πιθανότητες για μια
αύξηση των επιτοκίων δεν υπερβαίνουν σήμερα τις 32%, ενώ
μόλις προ ολίγων ημερών έβλεπαν τις πιθανότητες στο 50%.
Και, όμως, οι προβλέψεις της αγοράς ομολόγων για τον
πληθωρισμό εξακολουθούν να μειώνονται. Ισως τα στελέχη της
Fed να αποδώσουν τις εκτιμήσεις αυτές στην υποχώρηση των
τιμών της ενέργειας αλλά είναι γεγονός ότι και άλλα
εμπορεύματα, όπως το νικέλιο και ο χαλκός, έχουν υποχωρήσει
σημαντικά καθώς επιβραδύνεται η ζήτηση.
Οπως επισημαίνει ο Τζακ ΜακΕντάιρ, διαχειριστής κεφαλαίων
που εποπτεύει κεφάλαια ύψους 58 δισ. δολαρίων στην
Brandywine Global Investment Management, το μεγαλύτερο ρίσκο
είναι «να επιβάλει κανείς περιοριστική νομισματική πολιτική
και στη συνέχεια να συνειδητοποιήσει ότι βρίσκεται στο
περιβάλλον μιας παγκόσμιας οικονομίας που αποδυναμώνεται και
μαζί με αυτήν και η αμερικανική οικονομία».
DANIEL KRUGER,
ALEXANDRA SCAGG
/
BLOOMBERG |