Δεν ξέρουμε αν τελικά το
BREXIT
θα εφαρμοστεί και η Ε.Ε. θα αποχαιρετήσει σύντομα τη
Βρετανία. Αυτό που σίγουρα ξέρουμε είναι ότι η τελευταία
αναστάτωση θα σημάνει μια σημαντική καθυστέρηση της αύξησης
των επιτοκίων από τη FED.
Όπως χαρακτηριστικά έγραφε το
Reuters,
η Oμοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ (Fed) αποχαιρετά μια
επικείμενη αύξηση των επιτοκίων του δολαρίου. Δεν είναι ότι
η Fed σε μια τέτοια περίπτωση δεν θα χρειαζόταν άλλο λόγο.
Εχει ήδη τα δεδομένα από την ασθενέστερη αγορά εργασίας τους
τελευταίους μήνες, η οποία υποχρέωσε την επικεφαλής της Fed,
Τζάνετ Γέλεν, να αναβάλει την αύξηση στην τελευταία
συνεδρίαση της περασμένης εβδομάδας.
Αν και τα νέα στοιχεία για τις προσλήψεις του ιδιωτικού
τομέα τον μήνα Ιούνιο στις Ηνωμένες Πολιτείες αναμένονται
στις αρχές Ιουλίου και από αυτά θα διασαφηνιστούν οι όποιες
αμφιβολίες περί ισχύος της αγοράς εργασίας, ωστόσο, οι
πολιτικοοικονομικές επιπτώσεις της εξόδου της Βρετανίας
χρειάζονται μήνες ή και χρόνια να αποκαλυφθούν.
Πάντως, από την πλευρά τους οι αγορές ήδη αποφάνθηκαν και
μάλιστα με έμφαση για την έξοδο, το λεγόμενο Brexit. Οι
δείκτες στην αμερικανική αγορά κατρακύλησαν και οι επενδυτές
έσπευσαν να βρουν καταφύγιο στην ασφάλεια των αμερικανικών
κρατικών ομολόγων. Η απόδοση του δεκαετούς ομολόγου
υποχώρησε σε επίπεδα κάτω του 1,5%, αγγίζοντας το σχεδόν
ναδίρ 4ετίας. Το δολάριο ενισχύθηκε σε κάποια στιγμή χθες
κατά 3%, σημειώνοντας τη μεγαλύτερη ημερήσια ενίσχυσή του
από το 1978. Οι προθεσμιακές αγορές επιτοκίων έχουν μέχρι
στιγμής εκδηλώσει τόσο έντονο αγοραστικό ενδιαφέρον, ούτως
ώστε να προεξοφλούν ότι δεν πρόκειται να προχωρήσει σε
αύξηση επιτοκίων η Fed ούτε το τρέχον έτος ούτε το επόμενο.
Στην πραγματικότητα συνεκτιμούν ως πιθανότητα ότι τα
επιτόκια μπορεί και να είναι χαμηλότερα τον Δεκέμβριο από
ό,τι σήμερα, στο 0,38%. «Η έκβαση του βρετανικού
δημοψηφίσματος ουσιαστικά προσδίδει βαρύτητα στο στρατόπεδο
εκείνο το οποίο διαβλέπει πως η Fed θα τηρήσει στάση
αναμονής, αποκλείοντας παρέμβασή της τον Ιούλιο», παρατηρεί
ο Μάικ Μπίλι, γενικός διευθυντής της US Bank στο Ορεγκον.
Η αστάθεια των διεθνών κεφαλαιαγορών το παρελθόν έτος, η
ενδυνάμωση του δολαρίου την περίοδο 2014-2015, η οποία
περιορίζει τα έσοδα των εξαγωγέων, οι χαμηλές τιμές του
πετρελαίου και ο υποτονικός πληθωρισμός σε συνδυασμό με την
ασθενική ανάπτυξη των εμπορικών εταίρων των ΗΠΑ, διατήρησαν
τη νομισματική πολιτική της Fed αμετάβλητη τουλάχιστον δύο
φορές το παρελθόν έτος. Λίγες ημέρες πριν από το βρετανικό
δημοψήφισμα η Τζάνετ Γέλεν είχε τοποθετηθεί για την πιθανή
έκβασή του, λέγοντας ότι «ένα Βrexit μπορεί να επηρεάσει
αρνητικά τις χρηματοπιστωτικές συνθήκες και τις οικονομικές
προοπτικές των ΗΠΑ». Ανάλογες επισημάνσεις έκαναν και άλλοι
αξιωματούχοι της Τράπεζας, χωρίς, πάντως, να δώσουν κάποια
ένδειξη πόσο μεγάλος είναι ο αντίκτυπος της απόφασης των
Βρετανών, ενώ η Fed δεν έχει οργανώσει έκτακτη συνεδρίαση
λόγω Brexit.
Ο ανώτατος συνεργάτης του Ινστιτούτου Πίτερσον για τα Διεθνή
Οικονομικά, Τζο Γκάνιον, προσδοκούσε η Ομοσπονδιακή Τράπεζα
να αυξήσει τα επιτόκια του δολαρίου μόνο μία φορά το τρέχον
έτος, αφ’ ης στιγμής η έκβαση του δημοψηφίσματος ήταν υπέρ
της παραμονής. Σήμερα, με το δεδομένο του Brexit, ο ίδιος
προβλέπει ολίσθηση της βρετανικής οικονομίας σε ύφεση, καθώς
και επιβράδυνση στις εξαγωγές των ΗΠΑ, την αύξηση των
προσλήψεων και την οικονομική ανάπτυξη, όπως θα είχε μια
αύξηση επιτοκίων από τη Fed τουλάχιστον κατά 25 μονάδες
βάσης. Εάν η επιβράδυνση επιφέρει σοβαρό πλήγμα στην Ευρώπη,
ενδεχομένως η Ομοσπονδιακή Τράπεζα να εξαναγκαστεί σε
περαιτέρω καθυστέρηση της αύξησης στο κόστος δανεισμού.
Τέλος, αντίθετη άποψη εξέφρασε ο οικονομολόγος της Capital
Economics, Πολ Ασγουορθ, ο οποίος θεωρεί ασήμαντο τον
αντίκτυπο του Brexit στα τεκταινόμενα στις ΗΠΑ. |