Σε όλα τα θεμελιώδη ζητήματα που έχουν προκύψει από το
Brexit υπάρχει και το ακόλουθο: θα υπάρξουν προβλήματα για
τις μεγάλες τράπεζες; Οι φορολογούμενοι στις ΗΠΑ και στην
Ευρώπη θα ήθελαν να το γνωρίζουν.
Το δημοψήφισμα για το Brexit θα μπορούσε να λειτουργήσει ως
μια σκληρή δοκιμασία για τον βαθμό στον οποίο οι κυβερνήσεις
και στις δύο όχθες του Ατλαντικού έχουν θωρακίσει τις
οικονομίες τους από τους κινδύνους που ενδεχομένως να
ανακύψουν ξανά από τους τραπεζικούς κολοσσούς.
Το 2008, οι κυβερνήσεις όλου του κόσμου απoφάσισαν να
δαπανήσουν τεράστια ποσά για να διασώσουν τις μεγάλες
τράπεζές τους, διότι, όπως είχε ειπωθεί τότε, ήταν «πολύ
μεγάλες για να αφεθούν σε χρεοκοπία». Ο κίνδυνος ήταν ότι
μπορεί να αποσταθεροποιούνταν ακόμη περισσότερο το
χρηματοπιστωτικό σύστημα με το πλήγμα που είχε δεχθεί από
την κατάρρευση της Lehman Brothers.
Από το Brexit θα καταστεί σαφές εάν εξακολουθούν αυτοί οι
τραπεζικοί όμιλοι να είναι τόσο ισχυροί για να αφεθούν στην
τύχη τους.
Σήμερα, οι τράπεζες είναι ισχυρότερες. Διαθέτουν περισσότερα
κεφάλαια, που σημαίνει ότι δανείζονται αρκετά λιγότερα από
τις αγορές για να χρηματοδοτήσουν τη δανειοδότησή τους και
τη διαπραγμάτευση αξιών.
Η μείωση του δικού τους δανεισμού τούς εξασφαλίζει
μεγαλύτερη σταθερότητα. Οι τράπεζες έχουν, επίσης,
μεγαλύτερα αποθέματα σε ρευστό που μπορούν να αξιοποιήσουν
άμεσα στην περίπτωση μιας μεγάλης κρίσης που θα τις
αποκλείσει από τις αγορές.
Από το δημοψήφισμα την περασμένη Πέμπτη οι μετοχές των
τραπεζών έχουν δεχθεί μεγάλες πιέσεις, ιδιαίτερα στην
Ευρώπη. Αλλά θα ήταν λάθος να προδικάσει κανείς ότι μια
τράπεζα βρίσκεται σε δεινή θέση διότι υποχωρεί η μετοχή της
ή επειδή έχει εξασθενίσει η κεφαλαιοποίησή της. Οι συνθήκες
σήμερα μπορεί να αντανακλούν την πεποίθηση των επενδυτών πως
ίσως οι τράπεζες δυσκολευτούν να παρουσιάσουν κέρδη στο
μέλλον εάν το Brexit οδηγήσει τη βρετανική οικονομία σε
ύφεση. Ή μπορεί οι συνθήκες σήμερα να σηματοδοτούν ότι
έφθασε η κρίσιμη στιγμή για να διασπαστεί μια τράπεζα ή να
πουλήσει ορισμένες μονάδες της, προκειμένου να βελτιωθεί η
λειτουργικότητά της. Αλλά και αυτό είναι ένα ζήτημα που
διευθετείται χωρίς τη βοήθεια του φορολογουμένου.
Τα όχι πολύ θετικά νέα είναι πως έχει σημειωθεί άνοδος στα
ασφάλιστρα χρεοκοπίας έως και 30% στην περίπτωση αρκετών
ευρωπαϊκών τραπεζών, σύμφωνα με στοιχεία της εταιρείας
αναλύσεων Markit. Σε μια μεγάλη κρίση, οι τράπεζες
δυσκολεύονται να δανειστούν από τις αγορές, διότι επικρατούν
πανικός και ανασφάλεια. Παρεμβαίνουν έτσι οι κεντρικές
τράπεζες προκειμένου να παράσχουν την αναγκαία ρευστότητα
ούτως ώστε να συνεχίσουν τη λειτουργία τους οι τράπεζες.
Στην περίπτωση που η κρίση του Brexit αναγκάσει τις τράπεζες
να αναζητήσουν έκτακτη ρευστότητα δεν θα είναι εύκολο να
αποσαφηνιστεί πόσα ακριβώς δανείζονται. Πέρυσι, οι ελληνικές
τράπεζες χρειάστηκαν έκτακτη ρευστότητα εν μέσω της κρίσης
χρέους στη χώρα. Δεν ήταν, ωστόσο, ξεκάθαρο πόσα δανείστηκαν
από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα. Και αυτά τα έκτακτα
δάνεια είναι μια μορφή πακέτων διάσωσης, διότι οι τράπεζες
είναι πλήρως εξαρτημένες από αυτή τη μορφή βραχυπρόθεσμης
πίστωσης. Εάν οι κεντρικές τράπεζες της Ευρώπης εκχωρήσουν
έκτακτα δάνεια στις (εμπορικές) τράπεζες μέσα στις επόμενες
ημέρες, τότε θα ήταν κρίσιμο να γνωρίζει κανείς τους όρους
και το ύψος αυτών των πιστώσεων για να μπορέσει να
αξιολογήσει την κατάσταση.
Μέχρι στιγμής, αυτοί που ισχυρίζονται πως η αναδιάρθρωση του
τραπεζικού κλάδου μετά τη χρηματοπιστωτική κρίση του 2007-08
έχει αποφέρει αποτελέσματα κερδίζουν στη διαμάχη αυτή.
Υπάρχουν ισχυρές ενδείξεις που θεμελιώνουν τη θέση τους.
Χαρακτηριστικά, η Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ ανακοίνωσε
πως όλες οι αμερικανικές τράπεζες εκτός από μία κατάφεραν να
περάσουν τα τεστ κοπώσεως, δίνοντας το «πράσινο φως» στον
καταμερισμό μερισμάτων.
Αλλά είναι ακόμη πολύ νωρίς για να διευκρινιστεί εάν όλη
αυτή η αναδιάρθρωση, ιδιαίτερα των κανόνων λειτουργίας του
κλάδου, έχει επιτύχει. Πραγματική δοκιμασία θα ήταν εάν οι
πολίτες ενός από τα μεγαλύτερα κράτη-μέλη της Ευρωζώνης
ψήφιζαν σε ανάλογο δημοψήφισμα την αποχώρησή τους από την
Ε.Ε., ακολουθώντας το παράδειγμα της Βρετανίας. Είναι μια
τρομοκρατική προοπτική, αλλά εκεί θα αποδεικνυόταν εάν οι
τραπεζικοί όμιλοι παραμένουν σήμερα «τόσο μεγάλοι για να
αφεθούν σε χρεοκοπία».
PETER EVANS / INTERNATIONAL NEW YORK TIMES |