Η ιδέα της «μεγάλης εναλλαγής» μεταξύ ομολόγων και μετοχών αρχίζει
να φαίνεται πιο πιθανή έπειτα από αρκετές αποτυχημένες
προσπάθειες να εφαρμοστεί τα τελευταία πέντε χρόνια. Όπως
έγραφε προσφάτως το
Reuters,
η αξία των ομολόγων υποχώρησε παγκοσμίως κατά σχεδόν δύο
τρισ. δολάρια από τις 8 Νοεμβρίου οπότε και ο κ. Τραμπ
κέρδισε τις προεδρικές εκλογές στις ΗΠΑ, οδηγώντας τους
επενδυτές να εξετάσουν εκ νέου τις προβλέψεις τους για την
ανάπτυξη και τον πληθωρισμό. Αντιθέτως, οι αμερικανικοί
χρηματιστηριακοί δείκτες βρίσκονται στο υψηλότερο επίπεδο
της ιστορίας τους. Σύμφωνα με την Bank of America Merrill
Lynch, κατά την εβδομάδα 9-16 Νοεμβρίου, κεφάλαια ύψους 28
δισ. δολαρίων επενδύθηκαν σε μετοχές, καταγράφοντας τη
μεγαλύτερη εισροή των τελευταίων δύο ετών και κεφάλαια 18
δισ. δολαρίων εγκατέλειψαν τα ομόλογα, η μεγαλύτερη εκροή
των τελευταίων 3,5 ετών. Μένει να αποδειχθεί αν αυτή είναι η
αρχή της «μεγάλης εναλλαγής» (great rotation), όρο που είχε
χρησιμοποιήσει πρώτη η Bank of America το 2011.
Ωστόσο, υπάρχουν δύο λόγοι για τους οποίους αυτή τη φορά όντως
μπορεί να άρχισε η μεγάλη εναλλαγή. Σύμφωνα με αναλυτές, ο
πρώτος είναι πως η πτώση της ανεργίας στις ΗΠΑ και τα
σημάδια ενίσχυσης της ανάπτυξης υποδηλώνουν πως αυξάνεται η
πιθανότητα ανόδου του πληθωρισμού. Δεύτερος λόγος είναι πως
για πρώτη φορά μετά το ξέσπασμα της παγκόσμιας
χρηματοπιστωτικής κρίσης παρατηρείται στροφή προς τη
δημοσιονομική επέκταση. Τα σημαντικότερα σημάδια είναι η
οικονομική πολιτική Τραμπ και η απόφαση της Βρετανίας να
επενδύσει 29 δισ. δολάρια σε έργα υποδομής. Η αλλαγή αυτή
σημαίνει πως οι κυβερνήσεις θα δανειστούν περισσότερα
χρήματα, εξέλιξη που θα ενισχύσει τις πληθωριστικές πιέσεις,
ενισχύοντας την άποψη πως έχει φτάσει στο τέλος της η εποχή
των υπερβολικά χαμηλών αποδόσεων των ομολόγων. Το μόνο
πρόβλημα με την ιδέα πως οι επενδυτές μεταφέρουν επενδύσεις
εκατοντάδων δισεκατομμυρίων δολαρίων από τα ομόλογα στις
μετοχές, καθώς φτάνει στο τέλος της η περίοδος ανόδου των
τιμών των ομολόγων μετά τρεις δεκαετίες, είναι πως έχουν
προηγηθεί αρκετές αποτυχημένες προσπάθειες. «Πολλές φορές
μου έχουν κάνει αυτή την ερώτηση, αν δηλαδή βλέπουμε τη
μεγάλη εναλλαγή», λέει ο Λούκα Παολίνι, επικεφαλής αναλυτής
της Pictet Asset Management.
«Σήμερα παρατηρούμε σημαντικές πληθωριστικές πιέσεις που δεν
υπήρχαν προηγουμένως. Αυτό είναι που έχει αλλάξει»,
προσθέτει. Στη Γερμανία τα σημάδια ανόδου του πληθωρισμού
οδήγησαν σε έντονη άνοδο των αποδόσεων από το χαμηλότερο
σημείο όλων των εποχών όπου είχαν υποχωρήσει μεταξύ Απριλίου
και Ιουνίου του 2015, μόνο και μόνο για να υποχωρήσουν και
πάλι όταν τα στοιχεία υποδήλωσαν πως η Ευρωζώνη εξακολουθεί
να αντιμετωπίζει αποπληθωριστικές πιέσεις. Η απόδοση των
αμερικανικών ομολόγων είχε αυξηθεί κατά περισσότερο από 100
μονάδες βάσης στη διάρκεια του 2013, καθώς οι επενδυτές
έπαιρναν τα μέτρα τους εν όψει της μείωσης των αγορών
ομολόγων από την αμερικανική Ομοσπονδιακή Τράπεζα. Η απόδοσή
τους υποχώρησε στη συνέχεια, φτάνοντας σε ιστορικό χαμηλό
νωρίτερα εφέτος, εξαιτίας της εκτίμησης των επενδυτών πως η
Fed θα αυξήσει με πάρα πολύ αργό ρυθμό τα επιτόκια δανεισμού
ώστε να εξακολουθήσει την ανάπτυξη.
Καθώς, όμως, αλλάζει η εκτίμηση των επενδυτών για το ύψος του
πληθωρισμού, έτσι αλλάζει και η εκτίμησή τους για τον ρυθμό
αύξησης των αμερικανικών επιτοκίων δανεισμού. Πλέον, οι
αγορές στοιχηματίζουν πως η Fed θα αυξήσει τα επιτόκια
δανεισμού περισσότερες από μία φορές το 2017, ενώ πριν από
τις εκλογές έδιναν πιθανότητες λιγότερες από 50% για αύξηση
των επιτοκίων το 2017. Η όποια εναλλαγή από ομόλογα σε
μετοχές, το πιθανότερο είναι πως θα έχει ως κινητήριο δύναμη
τις ΗΠΑ όπου τα ομόλογα έχουν υποστεί ένα από τα μεγαλύτερα
ξεπουλήματα των τελευταίων ετών. Στην Ευρώπη και στην
Ιαπωνία η ύπαρξη υποτονικού πληθωρισμού και η άσκηση πολύ
χαλαρής νομισματικής πολιτικής αναμένεται ότι θα υποστηρίξει
τις τιμές των ομολόγων. |