Η επιβράδυνση της Κίνας εξωθεί τις πολυεθνικές να
αντιμετωπίζουν τη δεύτερη οικονομία στον κόσμο μάλλον σαν
ανεπτυγμένη αγορά και να της γυρίζουν την πλάτη. Εχοντας
αποτελέσει κύριο μοχλό της παγκόσμιας οικονομικής ανάπτυξης
την περασμένη δεκαετία, η Κίνα υπήρξε δώρο θεού για τις
μεγάλες πολυεθνικές που έψαχναν τρόπο να αυξήσουν τα κέρδη
τους όταν επιβραδύνονταν άλλες οικονομίες.
Τώρα, όμως, το Πεκίνο επιχειρεί μια αναδιάταξη της
οικονομίας του και έναν πιο βιώσιμο ρυθμό ανάπτυξης, ο
οποίος και αποκαλείται «νέα κανονικότητα» από τον πρόεδρο Ξι
Ζινπίνγκ. Δεδομένου ότι ο ρυθμός ανάπτυξης είναι τελευταία ο
χαμηλότερος που έχει γνωρίσει μια ολόκληρη γενιά, πολλές
εταιρείες επικαλούνται την Κίνα ως αιτία των μειωμένων
κερδών τους. Τις τελευταίες εβδομάδες μια σειρά επιχειρήσεων
από τις βιομηχανίες ειδών πολυτελείας όπως οι Burberry και
KFC μέχρι τις αμερικανικές εταιρείες λογισμικού ηλεκτρονικών
υπολογιστών όπως η ΙΒΜ και η ιαπωνική βιομηχανία ρομπότ
Yaskawa Electric Corp. έχουν επικαλεστεί τη μειωμένη ζήτηση
από την Κίνα ως αιτία για την πτώση των πωλήσεών τους.
Παράλληλα, τα τελευταία στοιχεία καταδεικνύουν πως τον
Οκτώβριο σημειώθηκε μεγάλη μείωση των εξαγωγών της Ιαπωνίας
και της Νότιας Κορέας που οι δύο χώρες απέδωσαν στη
γειτονική τους γιγάντια χώρα. Οι εταιρείες που υπέστησαν
μεγαλύτερη ζημιά είναι είτε κατασκευαστικές είτε εταιρείες
ορυχείων. Ανάμεσά τους η εταιρεία εξοπλισμού Caterpillar
έχει ανακοινώσει ότι προτίθεται να μειώσει τις
κεφαλαιουχικές δαπάνες και να προχωρήσει σε 10.000 απολύσεις.
Παράλληλα, το βιομηχανικό συγκρότημα United Technologies
ανακοίνωσε ότι προβλέπει για το επόμενο έτος μείωση των
δραστηριοτήτων της στην Κίνα κατά 15%.
Ισως δεν πρόκειται να επιστρέψουν ποτέ οι ημέρες των
διψήφιων ρυθμών ανάπτυξης της Κίνας, όταν οι ξένες εταιρείες
διαγκωνίζονταν για να μπουν στην κινεζική αγορά. Σύμφωνα με
τον πρόεδρο Σι, η ανάπτυξη στη χώρα θα διατηρηθεί σε επίπεδα
γύρω στο 7% για την επόμενη πενταετία. Δεδομένου ότι το
Πεκίνο προσπαθεί να αλλάξει αναπτυξιακό μοντέλο, οι
επιχειρήσεις αναγκάζονται να επανεξετάσουν τη στρατηγική
τους. Σύμφωνα με την Αμπίντα Μαλίκ, γενική διευθύντρια της
Gap στην Κίνα, από το «τρέχουμε, τρέχουμε, τρέχουμε,
ανάπτυξη, ανάπτυξη, ανάπτυξη», η Κίνα έχει στραφεί σε ένα «η
κατάσταση γίνεται περίπλοκη».
«Δώσαμε νέα μορφή στα προϊόντα μας, επενδύσαμε στην
καινοτομία και την ανανέωση όπως ακριβώς κάνουμε και στην
Ευρώπη» δήλωσε ο Πολ Μπέλκε, διευθύνων σύμβουλος της Nestle,
τον Οκτώβριο, όταν η μεγαλύτερη στον κόσμο εταιρεία
συσκευασμένων τροφίμων ανακοίνωσε πως δεν θα επιτύχει τον
στόχο της για ανάπτυξη το τρέχον έτος. Την ίδια στιγμή «οι
ραγδαία αυξανόμενες καταναλωτικές δαπάνες αναμένεται να
αναπληρώσουν τη μείωση των παραδοσιακών επενδύσεων» όπως
ανέφερε προ ημερών ο Ούλριχ Σπίζχοφερ, διευθύνων σύμβουλος
του ελβετικού μηχανολογικού ομίλου ΑΒΒ, σχολιάζοντας τη
μείωση που κατέγραψαν το τρίτο τρίμηνο τα κέρδη και τα έσοδα
του ομίλου. Ενας τομέας πολλά υποσχόμενος είναι εκείνος των
υπηρεσιών υγείας, καθώς οι Κινέζοι γερνούν, ενώ αυξάνονται
τα εισοδήματά τους και ενημερώνονται καλύτερα.
Ετσι, ο Τζεφ Μπορνστάιν, αναφερόμενος στον τομέα τεχνολογίας
υγείας της General Electric τονίζει πως τα «θεμελιώδη
μακροοικονομικά μεγέθη δεν έχουν αλλάξει, καθώς ο πληθυσμός
είναι πάντα 1,5 δισ. άτομα και η χώρα κατασκευάζει
νοσοκομεία, ενώ η αγορά ιδιωτικών υπηρεσιών υγείας σημειώνει
ανάπτυξη 15% με 20% κάθε τρίμηνο». Την ίδια στιγμή η
φαρμακοβιομηχανία Roche, που αποτέλεσε εξαίρεση καθώς
ανέφερε αύξηση πωλήσεων στην Κίνα το τρίτο τρίμηνο, αναφέρει
ότι αυξήθηκε σημαντικά η ζήτηση για τη δική της αγωγή κατά
του καρκίνου εξισορροπώντας τη μείωση των πωλήσεων άλλων
φαρμάκων της εξαιτίας της παραγωγής γενοσήμων. Σε αναθεώρηση
της στρατηγικής τους στην Κίνα προσανατολίζονται, άλλωστε,
και οι αυτοκινητοβιομηχανίες καθώς καταγράφεται στασιμότητα
στις πωλήσεις οχημάτων. Η BMW, για παράδειγμα, εντατικοποιεί
τα προγράμματα επαγγελματικής κατάρτισης και εκπαιδεύει τους
αντιπροσώπους της πώς να μεγιστοποιούν τα έσοδά τους από τη
χρηματοδότηση αγοράς αυτοκινήτων, τις επισκευές και την
ασφάλιση.
ADAM JOURDAN, JOHN MILLER / REUTERS |