Επί χρόνια η επιχειρηματολογία κατά της οικονομικής
ανάπτυξης είχε δύο σκέλη: ότι ήταν αργή και ότι αποκόμιζαν
τα οφέλη της κυρίως οι μεγάλες επιχειρήσεις και οι πλούσιοι
επενδυτές και όχι οι μισθωτοί της μεσαίας τάξης. Η κριτική
αυτή ήταν θεμιτή τουλάχιστον μέχρι προσφάτως.
Όπως σχολίαζε προσφάτως ο
Neil Irwin
στους
New York Times,
ο ρυθμός ανάπτυξης παραμένει απογοητευτικά αργός, αλλά δεν
ισχύει πλέον το δεύτερο σκέλος της κριτικής. Μετά τόσα
χρόνια, οι καρποί της ανάκαμψης διανέμονται σε περισσότερους.
Η πλέον καθοριστική ένδειξη ότι βελτιώνονται τα εισοδήματα
βρισκόταν στα στοιχεία για τα αμερικανικά νοικοκυριά, τα
οποία δόθηκαν προ ημερών στη δημοσιότητα και φέρουν το
εισόδημα ενός μεσαίου νοικοκυριού να αυξάνεται κατά 5,2% το
2015, φτάνοντας τα 56.500 δολάρια ετησίως. Η αύξηση αφορά
τις οικογένειες των μαύρων, των λευκών, των ισπανόφωνων και
των ασιατικής προέλευσης Αμερικανών.
Αφορά επίσης τους νέους και τα νοικοκυριά των μεσήλικων όπως
και των ηλικιωμένων. Εν ολίγοις καλύπτει όλο το φάσμα. Δεν
πρόκειται ακριβώς για έκπληξη ούτε και έχουμε κανένα λόγο να
μιλήσουμε για στατιστικό λάθος. Συνάδουν, αντιθέτως, με
πληθώρα στοιχείων που καταδεικνύουν πως έχουν επιτέλους
αρχίσει να αυξάνονται σημαντικά τα εισοδήματα της μεγάλης
μάζας των Αμερικανών. Το μειονέκτημα της οικονομικής
ανάλυσης είναι πως δεν υπάρχει ασφαλής τρόπος για να
υπολογισθεί η ευημερία 320 εκατ. Αμερικανών. Κάθε
υπολογισμός των εισοδημάτων έχει τις δικές του ανακρίβειες.
Επομένως το καλύτερο που μπορούμε να κάνουμε είναι να
εξετάσουμε την κατάσταση των ανθρώπων με πολλές προσεγγίσεις.
Για παράδειγμα, τα στοιχεία για το εισόδημα ενός μεσαίου
νοικοκυριού δεν περιλαμβάνουν τις μεταβολές στο μέγεθος ενός
συνήθους νοικοκυριού. Δύο άτομα με ετήσιο εισόδημα 50.000
δολάρια ο καθένας, αν ζουν χωριστά, αποτελούν δύο νοικοκυριά
της μεσαίας τάξης.
Οταν, όμως, αποφασίσουν να ζήσουν μαζί σχηματίζουν ένα
νοικοκυριό υψηλού εισοδήματος. Εν ολίγοις μεταβολές όπως το
ότι δύο άνθρωποι παντρεύονται, παίρνουν διαζύγιο ή συζούν
μπορούν να μεταβάλουν φαινομενικά τα εισοδήματα ενός
νοικοκυριού. Μπορεί, βέβαια, να υπολογίσει κανείς τα
εισοδήματα ανά άτομο, παρά ανά νοικοκυριό όπως όταν
υπολογίζουμε το κατά κεφαλήν διαθέσιμο προσωπικό εισόδημα.
Και αυτή η μέτρηση όμως είναι ένας μέσος όρος και μπορεί να
συγκαλύπτει αλλαγές στην κατανομή του εισοδήματος. Αν ένας
δισεκατομμυριούχος όπως ο Μπιλ Γκέιτς πάει σε ένα μπαρ, ο
μέσος όρος πλούτου των ανθρώπων γύρω του θα είναι
αστρονομικός, αλλά αυτό δεν ανταποκρίνεται στην
πραγματικότητα. Ας δεχτούμε, λοιπόν, ότι αναπόφευκτα
υπάρχουν ανακρίβειες για να διαπιστώσουμε πως καταγράφεται
σταθερή αύξηση του καθαρού κατά κεφαλήν εισοδήματος από την
αρχή του 2014. Φτάνει στο 10,3% από τη στιγμή που άρχισε η
ανάκαμψη στα μέσα του 2009.
Ισως θα ήθελε κανείς να επικεντρωθεί στην κατάσταση των
μισθών, παρά στις ευρύτερες μετρήσεις του εισοδήματος. Σε
τελική ανάλυση, το εισόδημα των ανθρώπων από τη δουλειά τους
και όχι από μια σύνταξη ή από τις επενδύσεις τους αντανακλά
την πραγματική τους οικονομική κατάσταση.
Ο μέσος ωριαίος μισθός έχει αυξηθεί κατά περίπου 2,5% χωρίς
να υπολογίσουμε τον πληθωρισμό που τα τελευταία χρόνια είναι
αρκετά χαμηλός, ώστε η αύξηση του ωρομισθίου κατά 2,5% να
αποτελεί σημαντική ενίσχυση της αγοραστικής δύναμης.
Αποτελεί, άλλωστε, παράγοντα που έχει επηρεάσει τα μεσαία
εισοδήματα το 2015 η πτώση των τιμών του πετρελαίου που
συμπίεσε τον πληθωρισμό. Ισως θελήσουμε να συγκρίνουμε τα
εισοδήματα των Αμερικανών την περίοδο από το 2010 ώς το 2015
με την πενταετία που ακολούθησε τις προηγούμενες δύο κρίσεις:
την πενταετία 1992-1997 και την πενταετία 2002-2007.
Συνολικά η αύξηση του εισοδήματος ενός μεσαίου νοικοκυριού
την πενταετία 2010-2015 ήταν 5,6% και ήταν πολύ μεγαλύτερη
από την αντίστοιχη ανάπτυξη στα μέσα της δεκαετίας του 2000
όπως και από εκείνη στα μέσα της δεκαετίας του 1990. Στην
τελευταία αυτή ανάκαμψη της οικονομίας ενισχύθηκε το
εισόδημα μιας μεσαίας αμερικανικής οικογένειας περισσότερο
απ’ όσο είχε ενισχυθεί τα πρώτα χρόνια του 21ου αιώνα. Το
κακό είναι, όμως, πως ένα μεσαίο νοικοκυριό στις ΗΠΑ
εξακολουθεί να κερδίζει 1,6% λιγότερο απ’ όσα κέρδιζε το
2007 πριν από την παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση.
Δικαιολογημένα χαιρόμαστε που επιτέλους σημειώνεται πρόοδος
και τα οφέλη από την οικονομική ανάπτυξη τα απολαμβάνει
μεγαλύτερο τμήμα της κοινωνίας. Εύκολα, όμως,
αντιλαμβανόμαστε ότι θα έπρεπε να είναι μεγαλύτερη η αύξηση
των εισοδημάτων. |