Aφού οι τράπεζες επιβίωσαν με κρατικά κεφάλαια στη
χρηματοπιστωτική κρίση του 2008 και εξυγίαναν τους
ισολογισμούς τους χάρις σε μια μακρά περίοδο με ιστορικά
χαμηλά επιτόκια, οι ανώτατοι αξιωματούχοι ετοιμάζονται για
ακόμη μία φορά να τις βοηθήσουν, με την Ομοσπονδιακή Τράπεζα
των ΗΠΑ να κάνει το πρώτο βήμα προς μια πιο αυστηρή πολιτική.
Όπως προσφάτως σχολίαζε ο
Simon Kennedy
στο
Bloomberg
σε αυτό το συμπέρασμα καταλήγουν δύο έρευνες, μία από την
Τράπεζα Διεθνών Διακανονισμών (ΒIS) και μια άλλη της
McKinsey&Co., που επισημαίνουν τα μειονεκτήματα μιας
υπερ-χαλαρής νομισματικής πολιτικής. Αν και οι τράπεζες
εξυγίαναν τους ισολογισμούς με πολύ χαμηλό κόστος μετά την
κρίση του 2008, εν συνεχεία οι χορηγήσεις και τα συνακόλουθα
περιθώρια επιτοκίων ήταν περιορισμένα.
Η έρευνα της BIS στηρίζεται σε 109 μεγάλους τραπεζικούς
ομίλους που δραστηριοποιούνται σε 14 χώρες. Εκεί
επιβεβαιώνεται η σχέση ανάμεσα στα βραχυπρόθεσμα επιτόκια
και την καμπύλη αποδόσεων στα ομολόγα της αγοράς με την
κερδοφορία των τραπεζών. Δηλαδή επιβεβαιώνεται πως η
νομισματική πολιτική επηρεάζει την κερδοφορία των τραπεζών
μέσα από τη διακύμανση των βραχυπρόθεσμων επιτοκίων και κατ’
επέκταση τις αποδόσεις των ομολόγων.
Προκύπτει ότι οι τράπεζες έχουν περισσότερα να κερδίσουν από
τη χορήγηση δανείων με υψηλά επιτόκια, συγκριτικά με τις
όποιες απώλειες από επισφάλειες ή τα εκτός τόκων έσοδα.
Παρατηρείται, αναλυτικότερα, πως τα υψηλότερα επιτόκια
οδηγούν σε μεγαλύτερα κέρδη για τις τράπεζες, μόνον όταν τα
έσοδα από τους καθαρούς, δηλαδή έπειτα από φόρους και τόκους
είναι ισχυρότερα από τα εκτός τόκων έσοδα και τις προβλέψεις
για επισφαλή δάνεια, όπως αναφέρεται από τους Κλαούντιο
Μπόριο, Λεονάρντο Γκαμπακόρτα και Μπόρις Χόφμαν της Τράπεζας
Διεθνών Διακανονισμών (BIS) στην έκθεση «Η επιρροή της
νομισματικής πολιτικής στην κερδοφορία των τραπεζών».
Από την άλλη πλευρά, διαπιστώνουν οι ίδιοι, η ζήτηση για
δάνεια μειώνεται όταν τα επιτόκια είναι υψηλότερα ή μπορεί
να υπάρξει μεγαλύτερη «ευαισθητοποίηση» στις προβλέψεις
επισφαλών δανείων σε συνθήκες υψηλών επιτοκίων. Οι
διαπιστώσεις αυτές ισχύουν ακόμη περισσότερο υπό δυσμενείς
οικονομικές συνθήκες.
Οι τράπεζες επωφελήθηκαν από το περιβάλλον των ιστορικά
χαμηλών επιτοκίων που είχε πυροδοτηθεί από τις Κεντρικές
Τράπεζες των ΗΠΑ, της Ιαπωνίας και της Ευρωζώνης όταν οι
οικονομικές συνθήκες ήταν ιδιαίτερα αρνητικές από το
ξέσπασμα της χρηματοπιστωτικής κρίσης το 2008. Κατάφεραν να
δανειστούν με ευνοϊκούς όρους όταν έπρεπε να εξυγιάνουν τους
ισολογισμούς μετά το ξέσπασμα της μεγαλύτερης κρίσης από το
Κραχ του 1929. Τελικά, όμως, η BIS συμπεραίνει πως από το
2011 μέχρι το 2014 οι τράπεζες που περιλαμβάνονται στην
έρευνα έχασαν κατά μέσον όρο κέρδη ενός έτους λόγω του
περιβάλλοντος των ιστορικά χαμηλών επιτοκίων. |