Με τις αμερικάνικες εκλογές να είναι χωρίς καμία αμφιβολία
από τα σοβαρότερα γεγονότα που θα συμβούν το 2016, ένα
εξαιρετικό άρθρο είχε στην προσωπική του στήλη στους
New York Times
ο
Paul Krugman.
Όπως έγραψε ο διάσημος οικονομολόγος, τα
δύο μεγάλα κόμματα των Ηνωμένων Πολιτειών έχουν μεγάλες
διαφορές μεταξύ τους. Μία από αυτές είναι η προθυμία τους να
ικανοποιήσουν τις οικονομικές τους φαντασιώσεις. Οι
Ρεπουμπλικανοί συνηθίζουν την ενασχόληση με βαθιά μαύρη
μαγεία, διατυπώνοντας παράξενους ισχυρισμούς για τον θετικό
αντίκτυπο των περικοπών της φορολογίας στους πλούσιους. Οι
Δημοκρατικοί τώρα δείχνουν πιο συγκρατημένοι και προσεκτικοί
στο να δίνουν πολλές υποσχέσεις, όπως φάνηκε πρόσφατα με το
πρόγραμμα καθολικής περίθαλψης «Ομπάμακεαρ», το οποίο
κατέληξε να κοστίζει πολύ λιγότερο από τις αρχικές
προβλέψεις. Μήπως, όμως, όλα αυτά πρόκειται να αλλάξουν;
Πριν από λίγες ημέρες, τέσσερις Δημοκρατικοί πρώην πρόεδροι
της Επιτροπής Οικονομικών Συμβούλων του προέδρου –εκ των
οποίων τρεις υπηρέτησαν επί Μπαράκ Ομπάμα κι ένας επί Μπιλ
Κλίντον– δημοσιοποίησαν μία ανοιχτή δηκτική επιστολή με
αποδέκτες τους Μπέρνι Σάντερς και Τζέραλντ Φρίντμαν,
καθηγητή στο Πανεπιστήμιο της Μασαχουσέτης, ο οποίος σε
μεγάλο βαθμό τού παρέχει τα στατιστικά στοιχεία που
επικαλείται στην προεκλογική του εκστρατεία. Οι
οικονομολόγοι ανέφεραν πως ο κ. Φρίντμαν φθάνει σε υπερβολές,
«υπερβαίνοντας ακόμα και τις πιο μεγαλόπνοες προβλέψεις των
Ρεπουμπλικανών και ενδεχομένως υπό το πρίσμα αυτό να
υπονομεύσουν την αξιοπιστία μιας προοδευτικής οικονομικής
ατζέντας».
Αυτό είναι σκληρό, αλλά όσο σκληρό και να είναι, υπάρχει
λόγος. Οι υπερβολικοί ισχυρισμοί τους οποίους επικαλούνται
οι οικονομολόγοι, προέρχονται από την ανάλυση του
οικονομικού προγράμματος Σάντερς. Την ανάλυση έκανε ο
Τζέραλντ Φρίντμαν. Το καλό είναι πως δεν πρόκειται για την
επίσημη αξιολόγηση της εκστρατείας, το κακό ότι η ανάλυση
αυτή έγινε πανηγυρικά δεκτή από τα αρμόδια στελέχη της
εκστρατείας.
Και η ανάλυση είναι πραγματικά κάτι. Οι Ρεπουμπλικανοί
υποψήφιοι έχουν δεχθεί ευρέως κριτική και κοροϊδευτικά
σχόλια για τους κλιμακούμενους ισχυρισμούς τους πως μπορούν
να επιτύχουν απίστευτη οικονομική ανάπτυξη, αρχής γενομένης
με την υπόσχεση του Τζεμ Μπους για διπλάσια ανάπτυξη στο 4%
και πέραν αυτού. Εντούτοις, ο κ. Φρίντμαν ξεπερνάει τους
Ρεπουμπλικανούς, διατεινόμενος ότι το πρόγραμμα του Μπέρνι
Σάντερς μπορεί να οδηγήσει σε ανάπτυξη με ετήσιο ρυθμό 5,3%
μέσα στην προσεχή δεκαετία. Εν τω μεταξύ, ακόμα πιο χτυπητό
παράδειγμα είναι η πρόβλεψη Φρίντμαν για την προστασία της
απασχόλησης, στο πλαίσιο της οποίας το ποσοστό των
απασχολούμενων ενηλίκων στις ΗΠΑ θα εκτιναχθεί στα επίπεδα
του 200. Οσο πιθανό κι αν ακούγεται κάτι τέτοιο, θα πρέπει
να θυμηθεί κανείς ότι έως το 2026 άνω του 25% των ενηλίκων
στις ΗΠΑ, οι οποίοι θα είναι άνω των είκοσι ετών, θα έχουν
φθάσει στα 65 και άνω. Το ποσοστό αυτό ήταν 17% το 2000.
Συγγνώμη, αλλά δεν υπάρχει τρόπος να αιτιολογηθεί όλο αυτό
το πράγμα και για ανθρώπους σαν κι εμένα είναι όντως
τρομακτικό. Ωστόσο, αυτά είναι στοιχεία ενός προγράμματος,
το οποίο ακόμα κι αν ο Μπέρνι Σάντερς έφθανε στον Λευκό Οίκο,
θα είχε ελάχιστα περιθώρια να τα ενεργοποιήσει. Οπότε έχουν
σημασία; Δυστυχώς ναι. Ενας λόγος, όπως προειδοποιούν οι
οικονομολόγοι, είναι πως τα ασαφή στοιχεία από την αριστερά
καθιστούν αδύνατη την εποικοδομητική κριτική της μαύρης
μαγείας, που επινοούν οι πολιτικοί του συντηρητικού κόμματος.
Πέραν τούτου, αυτή η αμφισβήτηση είναι ένδειξη πως μία
εκστρατεία και ενδεχομένως ένας υποψήφιος δεν είναι έτοιμοι
για τον Λευκό Οίκο. Τα όσα επαγγέλλεται το πρόγραμμα Σάντερς
δεν είναι απλά μη αληθοφανή, είναι ενοχλητικά για καθένα,
που έστω και εξ αποστάσεως έχει μια εικόνα της οικονομικής
ιστορίας και του ότι η αύξηση της ανάπτυξης σε μακροπρόθεσμο
ορίζοντα είναι δυσκολότατη. Συν τοις άλλοις, τροποποιούν τα
δημογραφικά στοιχεία. Και υπάρχει ένα ακόμα σημαντικότερο
ζήτημα: οι καλές ιδέες δεν είναι απαραίτητο να πουλιούνται
πασπαλισμένες με χρυσόσκονη.
Ο Μπέρνι Σάντερς, λόγου χάριν, ζητεί επέκταση στο κοινωνικό
δίχτυ προστασίας, κάτι το οποίο κι εγώ θα ήθελα να δω.
Ωστόσο, μία τέτοια κίνηση θα δημιουργούσε πολλούς χαμένους
και πολλούς κερδισμένους, ειδικά στην άνω μεσαία τάξη, οι
οποίοι θα κατέληγαν να πληρώνουν περισσότερα χρήματα σε
επιπλέον φόρους από όσα θα εξασφάλιζαν από διεύρυνση κάποιων
επιδομάτων. |