Όχι ότι θα είναι η πρώτη
φορά, αφού αν γυρίσει κανείς το χρόνο πίσω θα δει ότι για
διαφορετικούς λόγους τα ίδια γράφονταν και για το 2016 και
για το 2015 και για το 2014, αλλά όλα δείχνουν ότι το 2017
θα είναι μια αρκετά δύσκολη χρονιά και σχεδόν σίγουρα με
χρονιά με μεγάλους κινδύνους. Με μεγάλους κινδύνους για την
Ευρώπη, τις ΗΠΑ και την παγκόσμια οικονομία.
Όπως έγραψε το
Reuters, οι μεγάλες ανατροπές
που πραγματοποιούνται στην πολιτική, στην οικονομία και στις
αγορές το 2016 προκαλούν ανησυχία στους επενδυτές για το
2017. Εχει καλλιεργηθεί ευρέως η αντίληψη ότι οι αγορές
ομολόγων έπειτα από 35 χρόνια διαρκούς αυξήσεως έχουν πιάσει
ταβάνι. Αναμένεται να επιστρέψουν οι πληθωριστικές πιέσεις
και άρα να ενισχυθούν οι τιμές στην πραγματική οικονομία.
Είναι σαφές πως οι κεντρικές τράπεζες έχουν εξαντλήσει το
οπλοστάσιό τους. Ερχονται, επίσης, δύσκολες στιγμές για τις
ισοτιμίες, τις μετοχές και τα ομόλογα των αναδυόμενων αγορών,
λόγω της αύξησης των πιέσεων από τα αμερικανικά ομόλογα.
Στο πεδίο των
χρηματιστηρίων, οι ανεπτυγμένες αγορές ευνοούνται εις βάρος
των αναδυόμενων, και οι κυκλικές μετοχές θα έχουν καλύτερη
εικόνα από τις αμυντικές. Θετικό κλίμα αναμένεται να
δημιουργηθεί στον τραπεζικό κλάδο από την άνοδο των
αποδόσεων στα κρατικά ομόλογα, ενώ οι δαπάνες για την
αναβάθμιση των υποδομών μπορεί να ενισχύσουν τις μετοχές
στον κλάδο της στέγασης και των κατασκευών.
Σε γενικές γραμμές, αυτή είναι η εντύπωση που έχει επικρατήσει
στους επενδυτικούς κύκλους. Υπάρχει όμως ένα σημείο στο
οποίο διαφωνούν όλοι. Ποιό είναι αυτό;
Στην πορεία των ισοτιμιών και ιδιαιτέρως του ευρώ με το δολάριο. Σε
ό,τι αφορά το ευρώ, ο ελβετικός τραπεζικός όμιλος UBS
διαβλέπει ότι θα φθάσει το 1,20 δολ. μέσα στο επόμενο έτος,
μια πρόβλεψη εκ διαμέτρου αντίθετη με την κοινή πεποίθηση
ότι θα υπάρξει απόλυτη ισοτιμία 1:1 μεταξύ των δύο
νομισμάτων. «Το δολάριο είναι υπερτιμημένο έναντι των
ισοτιμιών των G10», είναι το σχόλιο της UBS. Κάτι ανάλογο
δεν επαναλαμβάνεται πολύ συχνά από τράπεζες ή επενδυτικές
εταιρείες.
Η RBC Capital Markets θεωρεί πως η Ευρωπαϊκή Κεντρική
Τράπεζα θα επεκτείνει τα μέτρα ποσοτικής χαλάρωσης τον
Δεκέμβριο. Θα εξετάσει, επίσης, το ενδεχόμενο να προχωρήσει
ακόμη ένα βήμα προς τη χαλάρωση της νομισματικής πολιτικής
της μέσα στον επόμενο χρόνο, διότι η πορεία του πληθωρισμού
και της ανάπτυξης δεν θα αντεπεξέλθει στις προσδοκίες της. «Ακόμη
και προς τα τέλη του 2017 η συζήτηση θα περιστρέφεται γύρω
από το πώς θα μπορεί η UBS να εξακολουθεί να στηρίζει την
οικονομία». Κατά συνέπεια, είναι πολύ πιθανό να διευρυνθεί
το χάσμα ανάμεσα στις αποδόσεις των αμερικανικών κρατικών
ομολόγων και αυτών των χωρών-μελών της Ευρωζώνης.
Η HSBC, η οποία πολύ σωστά είχε προεξοφλήσει την πρόσφατη
υποχώρηση των αποδόσεων στα αμερικανικά ομόλογα σε ιστορικά
χαμηλά επίπεδα, υποστηρίζει ότι θα ενισχυθούν το 2017.
Ειδικότερα, οι αποδόσεις στα 10ετή αμερικανικά ομόλογα
αναμένεται να φθάσουν στο 2,5%. Ολα αυτά μέχρι το α΄ τρίμηνο
του έτους. Στη συνέχεια, ο στρατηγικός επενδυτής ομολόγων
της HSBC Στίβεν Μέιτζορ θεωρεί πως οι αποδόσεις των
αμερικανικών ομολόγων θα υποχωρήσουν ξανά στο 1,35%, δηλαδή
θα επανέλθουν στα χαμηλότερα επίπεδα που έχουν καταγραφεί
εδώ και δεκαετίες.
Η Bank of America Merrill Lynch, όμως, θεωρεί πως η ανοδική
αγορά των κρατικών ομολόγων έφτασε στην κορύφωσή της στις 11
Ιουλίου. Τότε οι αποδόσεις στα 30ετή αμερικανικά ομόλογα
έφθασαν στο 2,088% και σήμερα έχουν αυξηθεί στο 3%. «Πρώτη
φορά από το 2006 δεν θα υπάρξει αξιοσημείωτη χαλάρωση στο
μέτωπο της νομισματικής πολιτικής. Επιτόκια και πληθωρισμός
θα παρουσιάσουν απρόσμενη άνοδο», αναφέρεται σε σημείωμα της
Bank of America Merrill Lynch.
Οι οικονομολόγοι της Societe Generale δείχνουν σε σχετική
απεικόνιση τέσσερις «μαύρους κύκνους», που μπορεί να φέρουν
θετικές ή αρνητικές ανατροπές στην οικονομία και τις αγορές
μέσα στο επόμενο έτος. Πάντως, οι περισσότερες από αυτές τις
προβλέψεις είναι αρνητικές. Ενδεχόμενοι κίνδυνοι μπορεί να
προκληθούν κατά 30% λόγω πολιτικής αβεβαιότητας, κατά 25%
λόγω απότομης αύξησης του κόστους δανεισμού των κρατών, κατά
25% λόγω απότομης προσγείωσης της Κίνας και 15% λόγω
εμπορικών πολέμων. |