Η
επιλογή που θα κάνουν οι Ισραηλινοί ψηφοφόροι
αφορά, φυσικά, τους ίδιους. Αυτό που ενδιαφέρει
εμάς είναι η συνέχιση της στενής πολιτικής,
στρατιωτικής και οικονομικής συνεργασίας μεταξύ
της Ελλάδας –όπως και της Κύπρου– με το Ισραήλ.
Και σε αυτό το επίπεδο όλες οι ενδείξεις είναι
πως δεν θα υπάρξουν διαφοροποιήσεις, όποιος και
αν επικρατήσει.
Η
Αθήνα έχει επενδύσει με προσεκτικά βήματα σε
αυτήν τη συνεργασία τα τελευταία χρόνια. Την
εγκαινίασε ο Γιώργος Παπανδρέου, αξιοποιώντας
συγκεκριμένες περιφερειακές εξελίξεις, τη
συνέχισε ο Αντώνης Σαμαράς, ο οποίος παρά τις
ενστάσεις κάποιων στο εσωτερικό του κόμματός του
δεν ανέτρεψε το άνοιγμα του προκατόχου του, αλλά
αντίθετα επένδυσε σε αυτό, και ακολούθησε ο
Αλέξης Τσίπρας, όπου λόγω της παραδοσιακής
αντίθεσης της Αριστεράς στο Ισραήλ, κυρίως
εξαιτίας του Παλαιστινιακού, υπήρξε ανησυχία ότι
η πορεία θα ανατρεπόταν. Τελικά, και σε αυτό το
θέμα κατεγράφη σημαντική μεταστροφή και υπήρξε
συνέχιση και εμβάθυνση της διμερούς συνεργασίας,
όπως και της τριμερούς με τη συμμετοχή της
Κύπρου.
Οι
ενδείξεις από το Ισραήλ είναι ότι, όπως
παρατηρείται και στο ελληνικό πολιτικό σκηνικό,
η στενή συνεργασία με την Ελλάδα αντιμετωπίζεται
ως μακροπρόθεσμη στρατηγική επιλογή της χώρας,
ανεξάρτητα από το ποιο κόμμα βρίσκεται στην
εξουσία. Η κεντρώα αντιπολίτευση αναγνωρίζει τα
στρατηγικά οφέλη του σκηνικού ασφάλειας που
οικοδομείται στην Αν. Μεσόγειο.
Κάποια στελέχη, μάλιστα, υιοθετούν ιδιαίτερα
επιθετική στάση έναντι της Τουρκίας, κινούμενα
στην ίδια γραμμή με αυτή του κ. Νετανιάχου.
Χαρακτηριστική περίπτωση ο πρώην –και πιθανώς
μελλοντικός– υπουργός Αμυνας, Μοσέ Γιαλόν, ο
οποίος έχει ευθέως κατηγορήσει την Αγκυρα για
υποστήριξη της τρομοκρατίας και συνεργασία με το
Ισλαμικό Κράτος.
Οπως σημείωνε στον γράφοντα Αμερικανοεβραίος
λομπίστας που συμμετείχε στο πρόσφατο συνέδριο
της οργάνωσης AIPAC, στην Ουάσιγκτον, όποιος και
να κερδίσει, «ο στρατηγικός δημοκρατικός άξονας
Ιερουσαλήμ - Αθήνας έχει μέλλον».
Αθανάσιος Έλλις (Καθημερινή) |