| Ειδήσεις | Ο Κυνηγός | Λεωφόρος Αθηνών | "Κουλου - Βάχατα" | +/- | "Μας ακούνε" | Fundamentalist | Marx - Soros | Start Trading |

 
 

"Kουλου-βάχατα"

Σχόλια για τα πάντα ……. Η φράση “Κουλου – βάχατα” προέρχεται από την αντίστοιχη αραβική «κούλου ουάχαντ» που σημαίνει «όλα μαζί ένα».

Επικοινωνήστε μαζί μας

 

 

00:01 - 14/02/25

 
                                  

Πως αλλάζουνε οι εποχές

 

Θα ξεκινήσουμε με τα της ελληνικής οικονομίας και μια έκθεση που μας έκανε να πούμε. Πως αλλάζουνε οι εποχές, αφού από την εποχή που η ανεργία πλησίαζε το 30% φτάσαμε τώρα να μιλάμε για το μεγάλο πρόβλημα της έλλειψης εργατικού δυναμικού.

 

Η ελληνική οικονομία έχει διανύσει μεγάλη απόσταση από την περίοδο που η ανεργία άγγιζε το 30%, φτάνοντας πλέον να αντιμετωπίζει το ζήτημα της έλλειψης εργατικού δυναμικού.

 

Σύμφωνα με την Capital Economics, οι προοπτικές της ελληνικής οικονομίας για την επόμενη διετία είναι ευνοϊκότερες σε σχέση με τις χώρες του ευρωπαϊκού πυρήνα. Ωστόσο, η έλλειψη εργατικού δυναμικού περιορίζει την αναπτυξιακή δυναμική της χώρας συγκριτικά με άλλες οικονομίες της περιφέρειας, όπως η Ισπανία. Ο οίκος επισημαίνει ότι με δεδομένο το χαμηλό αναξιοποίητο εργατικό δυναμικό, τη μείωση του πληθυσμού σε ηλικία εργασίας και τα χαμηλά επίπεδα μετανάστευσης, η ελληνική οικονομία ενδέχεται να παρουσιάσει περαιτέρω επιβράδυνση το επόμενο διάστημα.

 

Η απασχόληση ως κινητήριος δύναμη της ανάπτυξης

 

Η Capital Economics χαρακτηρίζει την Ελλάδα ως ένα από τα «αστέρια» της ευρωπαϊκής οικονομίας, βασιζόμενη στις επιδόσεις των τελευταίων ετών. Η ανάπτυξη αυτή στηρίχθηκε κυρίως στην αύξηση της απασχόλησης, η οποία ενισχύθηκε κατά 8% μεταξύ του τέταρτου τριμήνου του 2019 και του τρίτου τριμήνου του 2023.

 

Ωστόσο, η αύξηση της απασχόλησης οφείλεται κυρίως στη μείωση της ανεργίας και όχι στην αύξηση του εργατικού δυναμικού. Χαρακτηριστικά, η ανεργία μειώθηκε από 17% τον Δεκέμβριο του 2019 στο 9,4% τον Δεκέμβριο του 2024, ενώ το συνολικό εργατικό δυναμικό παρέμεινε αμετάβλητο.

 

Περιορισμοί στην αγορά εργασίας

 

Η Capital Economics εκτιμά ότι η αγορά εργασίας είναι πλέον ιδιαίτερα «σφικτή» και δεν αναμένει περαιτέρω αύξηση της απασχόλησης τα επόμενα χρόνια, για τρεις βασικούς λόγους:

 

Το φυσικό ποσοστό ανεργίας στην Ελλάδα εκτιμάται στο 8-9%, αφήνοντας ελάχιστα περιθώρια περαιτέρω μείωσης. Η τελευταία φορά που η ανεργία έπεσε κάτω από το 9% ήταν την περίοδο 2006-2008, σε συνθήκες οικονομικής «φούσκας». Παρά τις μεταρρυθμίσεις στην αγορά εργασίας, δεν είναι σαφές αν το φυσικό ποσοστό ανεργίας έχει μειωθεί ουσιαστικά.

 

Οι δημογραφικές προοπτικές είναι δυσμενείς, καθώς ο πληθυσμός σε ηλικία εργασίας μειώνεται με ταχείς ρυθμούς. Συγκεκριμένα, η ηλικιακή ομάδα 15-64 ετών έχει συρρικνωθεί κατά 0,7% ετησίως τα τελευταία πέντε χρόνια, ενώ η Ευρωπαϊκή Επιτροπή προβλέπει περαιτέρω μείωση έως 0,9% ετησίως, μία από τις χειρότερες επιδόσεις στην Ευρωζώνη.

 

Η μετανάστευση δεν αποτελεί αντισταθμιστικό παράγοντα. Αντίθετα με χώρες όπως η Ισπανία και η Πορτογαλία, η Ελλάδα έχει καταγράψει μείωση των μεταναστών στην αγορά εργασίας τα τελευταία χρόνια, με την τάση αυτή να μην αναμένεται να αλλάξει σημαντικά στο άμεσο μέλλον.

 

Παρότι η συμμετοχή στην αγορά εργασίας έχει αυξηθεί τα τελευταία χρόνια – εν μέρει λόγω της μεταρρύθμισης του συνταξιοδοτικού – αυτή η εξέλιξη απλώς αντισταθμίζει τη μείωση του πληθυσμού σε ηλικία εργασίας, χωρίς να προσφέρει ουσιαστική ενίσχυση στην αγορά εργασίας.

 

Επιπτώσεις και προοπτικές ανάπτυξης

 

Η Capital Economics υπογραμμίζει ότι η προσφορά εργασίας αποτελεί σημαντικό ανασταλτικό

 παράγοντα για την ανάπτυξη της χώρας τα επόμενα χρόνια, δημιουργώντας κινδύνους για την πρόβλεψή της, που κάνει λόγο για ρυθμούς ανάπτυξης 2% το 2025 και το 2026.

 

Παρόλα αυτά, ο οίκος διατηρεί αισιόδοξες εκτιμήσεις, θεωρώντας ότι η ελληνική οικονομία θα συνεχίσει να αναπτύσσεται, λόγω:

 

Αύξησης της παραγωγικότητας, η οποία ενισχύεται από επενδύσεις και μεταρρυθμίσεις στο πλαίσιο του Ταμείου Ανάκαμψης.

 

Θετικών δημοσιονομικών προοπτικών, που διαφοροποιούν την Ελλάδα από χώρες όπως η Ιταλία και η Γαλλία.

 

Επιπλέον, η Ελλάδα αναμένεται να ξεπεράσει την ανάπτυξη της Ευρωζώνης, όπου προβλέπεται χαμηλότερος ρυθμός ανάπτυξης, μόλις 0,8% ετησίως κατά μέσο όρο τα επόμενα δύο χρόνια.

                                          

                                         

                                            

 

 
                            

Ζευγάρια - Χρήματα

 

Πάμε σε μια ενδιαφέρουσα έρευνα τώρα. Σύμφωνα με έρευνα της Revolut, οι Έλληνες βρίσκονται στην τρίτη θέση στην Ευρώπη όσον αφορά την άνεση στη συζήτηση οικονομικών θεμάτων με τον/την σύντροφό τους, με το 72% να πιστεύει ότι η διαφάνεια συμβάλλει σε μια υγιή σχέση. Οι άνδρες εμφανίζονται πιο άνετοι στις σχετικές συζητήσεις (78% έναντι 67% των γυναικών), ενώ η ηλικιακή ομάδα 25-34 ετών υποστηρίζει περισσότερο την ανοιχτή επικοινωνία για τα οικονομικά.

 

Αν και το 34% των Ελλήνων δηλώνει ότι έχει περιστασιακές διαφωνίες για τα χρήματα, συνήθως βρίσκουν λύσεις, ενώ το 24% αναφέρει ότι συμφωνεί πλήρως με τον/τη σύντροφό του σε οικονομικά θέματα. Οι Millennials (35-44 ετών) φαίνεται να διαφωνούν συχνότερα, πιθανώς λόγω σημαντικών οικονομικών αποφάσεων, όπως η αγορά κατοικίας.

 

Όσον αφορά τη διαχείριση των οικονομικών, το 41% των ζευγαριών προτιμά ξεχωριστούς τραπεζικούς λογαριασμούς με δυνατότητα κοινής κάλυψης εξόδων, μια επιλογή που προτιμούν κυρίως οι γυναίκες (48%). Από την άλλη, το 39% επιλέγει κοινούς λογαριασμούς για μεγαλύτερη διαφάνεια, με τους άνδρες να υποστηρίζουν περισσότερο αυτή τη λύση (47%).

 

Το 2024, οι Έλληνες χρήστες κοινών λογαριασμών στη Revolut είχαν μέσο μηνιαίο υπόλοιπο 434 ευρώ, με τα κυριότερα έξοδα να αφορούν τρόφιμα, εστιατόρια και αγορές. Ο Ignacio Zunzunegui, επικεφαλής ανάπτυξης της Revolut για τη Νότια Ευρώπη, τονίζει ότι οι κοινοί λογαριασμοί βοηθούν τα ζευγάρια να διαχειρίζονται αποτελεσματικά τα οικονομικά τους και να αποφεύγουν παρεξηγήσεις, ιδιαίτερα ενόψει σημαντικών οικονομικών στόχων. 

 
                        

Ακίνητα

 

Αν και θεωρούμε πως είναι λάθος να βλέπει κανείς αποκομμένες τις τιμές ακινήτων σε σχέση με το ύψος των εισοδημάτων. Ακόμη και όταν είναι ξένος επενδυτής, αφού η κατάσταση στην εγχώρια οικονομία που αγοράζει ένα ακίνητο και τα εισοδήματα των πολιτών πρέπει να είναι σημαντικός παράγοντας στη διαμόρφωση των τιμών, εκτός αν μιλάμε για ιδιαίτερες περιπτώσεις ακινήτων, όπως για παράδειγμα μια βίλλα σε κάποιο από τα περιζήτητα ελληνικά νησιά.

 

Σε αντίθεση λοιπόν με τα όσα πιστεύουμε εμείς ότι οι τιμές των ακινήτων έχουνε κορυφώσει και μπορεί να έχουμε τα επόμενα χρόνια και μια μικρή αποκλιμάκωση τιμών και πολύ πιθανόν αισθητή μείωση συναλλαγών. Όπως αναφέρονταν σε σχετική έρευνα:

 

Παρά τη σημαντική αύξηση των τιμών τα τελευταία χρόνια, η αγορά ακινήτων της Αθήνας εξακολουθεί να αποτελεί ελκυστική επιλογή για ξένους επενδυτές. Σύμφωνα με ανάλυση του Global Property Guide, η ελληνική πρωτεύουσα κατατάσσεται ως η τέταρτη φθηνότερη πόλη στην Ευρώπη για αγορά κατοικίας. Η μέση τιμή ενός διαμερίσματος 50 τ.μ. στο κέντρο της Αθήνας ανέρχεται σε 130.000 ευρώ (2.600 ευρώ/τ.μ.), παραμένοντας χαμηλότερη σε σχέση με άλλες πρωτεύουσες, όπως το Βουκουρέστι (110.200 ευρώ), η Ρίγα (105.000 ευρώ) και η Ποντγκόριτσα (93.000 ευρώ).

 

Αντίθετα, πόλεις όπως η Σόφια, το Ζάγκρεμπ, η Λευκωσία και το Βίλνιους παρουσιάζουν υψηλότερες τιμές, γεγονός που υποδηλώνει τόσο την ταχύτερη άνοδο των τιμών πώλησης όσο και τη βελτίωση της αγοραστικής δύναμης των κατοίκων τους.

 

Στον αντίποδα, η Ζυρίχη διατηρεί την πρωτοκαθεδρία ως η ακριβότερη πόλη της Ευρώπης, με την τιμή ενός διαμερίσματος 50 τ.μ. να ξεπερνά το 1 εκατ. ευρώ (20.000 ευρώ/τ.μ.), ενώ σε πόλεις όπως το Λουξεμβούργο, το Λονδίνο, το Παρίσι και η Κοπεγχάγη, οι τιμές κυμαίνονται μεταξύ 435.600 και 691.700 ευρώ.

 

Εντυπωσιακή Άνοδος Τιμών στην Αθήνα

 

Το 2017, όταν η ελληνική αγορά ακινήτων βρισκόταν σε φάση ανάκαμψης, οι τιμές για διαμερίσματα στο κέντρο της Αθήνας δεν ξεπερνούσαν τις 50.000 – 60.000 ευρώ, γεγονός που προσέφερε σημαντικές ευκαιρίες για επενδυτές. Σύμφωνα με ανάλυση του Spitogatos.gr, την τελευταία πενταετία (2019-2024), η μέση τιμή πώλησης αυξήθηκε κατά 41%, φτάνοντας στα 2.250 ευρώ/τ.μ., ενώ μόνο το τελευταίο έτος η άνοδος αγγίζει το 10,1%.

 

Παρά τις προσπάθειες περιορισμού της επενδυτικής δραστηριότητας, όπως η αύξηση του ορίου της Χρυσής Βίζας από 500.000 ευρώ σε 800.000 ευρώ (με προηγούμενη αύξηση από 250.000 ευρώ το 2023), οι τιμές συνεχίζουν την ανοδική τους πορεία. Παράλληλα, η απαγόρευση νέων Αριθμών Μητρώου Ακινήτου (ΑΜΑ) από την 1η Ιανουαρίου 2025 σε συγκεκριμένες περιοχές του κέντρου δεν φαίνεται να επηρεάζει ιδιαίτερα την αγορά.

 

Συνεχής Ελκυστικότητα της Αθηναϊκής Αγοράς

 

Η Αθήνα παραμένει δελεαστική επιλογή για τους επενδυτές, καθώς συνδυάζει χαμηλό κόστος αγοράς και υψηλές αποδόσεις ενοικίασης. Παρά τις αυξήσεις τιμών και τις πρόσφατες ρυθμιστικές παρεμβάσεις, η εκμετάλλευση ακινήτων στο κέντρο της πόλης εξακολουθεί να αποτελεί σταθερή και αποδοτική επενδυτική επιλογή.

                                  

Gen Z

 

Να κλείσουμε με ένα ενδιαφέρον άρθρο για την Generation Z, δηλαδή αυτούς που γεννήθηκαν μεταξύ 1997 – 2012. Η Gen Z τα έχει βρει σκούρα. Οι εργαζόμενοι αυτής της γενιάς  δυσκολεύονται σε σχεδόν όλους τους τομείς, όπως δείχνει νέα έρευνα της MetLife, που εξετάζει τη σωματική, κοινωνική, ψυχική και οικονομική ευημερία των διαφόρων γενεών.

 

«Η Gen Z δεν τα πηγαίνει ιδιαίτερα καλά», δήλωσε ο Todd Katz, εκτελεστικός αντιπρόεδρος ομαδικών παροχών της MetLife, στο InsuranceNewsNet. «Η έρευνά μας δείχνει ότι η ολιστική υγεία των εργαζομένων έχει μειωθεί ελαφρώς γενικά, αλλά η μείωση είναι πιο έντονη για τη Gen Z».

 

Σύμφωνα με την έρευνα, η «ολιστική υγεία» των εργαζομένων έχει σημειώσει την μεγαλύτερη πτώση στη Gen Z, με 6% λιγότερο σε σχέση με πέρυσι, καταγράφοντας βαθμολογία χαμηλότερη από εκείνη που είχε καταγραφεί σε μια παρόμοια ηλικιακή ομάδα πριν από πέντε χρόνια, όπως αναφέρει ο Katz.

 

Στην πραγματικότητα, μόνο ένας στους τρεις εργαζόμενους της γενιάς Z δήλωσε ότι αισθάνεται ολιστικά υγιής – 10% χαμηλότερα από τον μέσο εργαζόμενο – και, σύμφωνα με το InsuranceNewsNet, το χάσμα ολιστικής υγείας μεταξύ της γενιάς Z και των Boomers, της πιο υγιούς εργαζόμενης γενιάς, είναι πλέον το μεγαλύτερο που έχει υπάρξει ποτέ.

 

Gen Z: Αγχωμένη, καταθλιπτική, εξαντλημένη

 

Η μελέτη – η οποία διεξήχθη τον Σεπτέμβριο, αλλά θα δημοσιευθεί πλήρως τον Μάρτιο – διαπίστωσε ότι η γενιά Z αισθάνεται περισσότερο αγχωμένη, καταθλιπτική, εξαντλημένη και απομονωμένη από τους συνομηλίκους της.

 

Σε σύγκριση με τους εργαζόμενους που ήταν στην ίδια ηλικία το 2018, οι Zoomers ανέφεραν ότι αισθάνονται λιγότερο επιτυχημένοι, λιγότερο δεσμευμένοι, λιγότερο χαρούμενοι και περισσότερο αγχωμένοι και καταβεβλημένοι.

 

«Αποδίδουν πολλά από αυτά στα οικονομικά τους βάρη», εξήγησε ο Katz.

 

«Αυτοί οι άνθρωποι προσπαθούν να εξοικονομήσουν χρήματα για τα μεγάλα έξοδα της ζωής τους, όταν όλα κοστίζουν περισσότερο. Αυτό ταιριάζει με το πλαίσιο του γιατί βιώνουν άγχος και κατάθλιψη».

 

Τα ευρήματα συμπίπτουν με μια πρόσφατη μελέτη που ανέφερε ότι ένα επιβλητικό 38% της Gen Z αντιμετωπίζει «κρίση μέσης ηλικίας» λόγω οικονομικού άγχους.

 

Απορρίπτοντας δουλειές

 

Στην πραγματικότητα, μια ξεχωριστή έρευνα σε 2.000 εργαζόμενους της γενιάς Z διαπίστωσε ότι ένας στους 10 απορρίπτει προσφορές εργασίας λόγω του κόστους της μετακίνησης ή της αγοράς ενδυμασίας εργασίας.

 

Η μελέτη ανέφερε επίσης ότι το 60% των γυναικών της Gen Z και το 45% των ανδρών της Gen Z φοβούνται ότι το υψηλό κόστος ζωής θα αποτελέσει εμπόδιο στη μελλοντική οικονομική ασφάλεια.

 

«Ο πληθυσμός στο χώρο εργασίας είναι πιο ποικιλόμορφος από ποτέ, με πολλές γενιές στο εργατικό δυναμικό, και οι άνθρωποι διαφορετικών γενεών έχουν διαφορετικές ανάγκες», δήλωσε ο Katz.

 

Ορισμένοι Zoomers φέρονται να έχουν απορρίψει προσφορές εργασίας όταν η εταιρική κουλτούρα και τα προνόμια στον χώρο εργασίας δεν ανταποκρίνονται στις επιθυμίες ή τις ανάγκες τους.

 

 
 
 
 

 

 

 

 

Παλαιότερα Σχόλια

   

Αποποίηση Ευθύνης.... 

© 2016-2025 Greek Finance Forum