Ο Ρέντσι προφανώς έχει καταλήξει στο συμπέρασμα
ότι δεν μπορεί να επενδύσει θετικά στην
εξάντληση της πενταετούς θητείας της Βουλής τον
Φεβρουάριο του 2018 και προφανώς με τη χρονική
σύμπτωση των ιταλικών με τις γερμανικές εκλογές
θέλει να δώσει στις εκλογές του Σεπτεμβρίου
δραματικό διλημματικό χαρακτήρα όχι μόνον για το
μέλλον της Ιταλίας στην ΕΕ-Ευρωζώνη, αλλά για το
μέλλον τη ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης συνολικά. Πέραν
των παραπάνω ο Ρέντσι και η κυβέρνηση Τζεντιλόνι
ξέρουν ότι η εξάντληση της πενταετίας είναι μία
επιλογή υψηλού ρίσκου, καθώς ανά πάσα στιγμή
μπορούν να προκύψουν ατυχήματα με το
χρηματοπιστωτικό σύστημα της χώρας αλλά και να
εξασκηθούν επιπλέον πιέσεις για δημοσιονομική
προσαρμογή από τις Βρυξέλλες και το Βερολίνο.
Από τη μεριά του ο Μπέπε Γκρίλο, που γνωρίζει
την αστάθεια και το ευμετάβολο των δημοσκοπήσεων,
θα προτιμούσε οι εκλογές να διεξαχθούν στη
σημερινή ατμόσφαιρα αβεβαιότητας για το μέλλον
της Ευρώπης και όχι τον Φεβρουάριο του 2018,
όπου δεν αποκλείεται να έχει αρχίσει διάλογος
Παρισιού - Βερολίνου που να αφήνει ελπίδα
σταθεροποίησης. Το πρόβλημα του Ρέντσι και του
Δημοκρατικού Κόμματος δεν περιορίζεται στον
Μπέπε Γκρίλο και στο ετερόκλητο αντισυστημικό
κίνημα των Πέντε Αστέρων, καθώς σε γραμμή
αμφισβήτησης του σημερινού ευρωπαϊκού status quo
είναι και η Φόρτσα Ιτάλια του Μπερλουσκόνι και η
ακροδεξιά και ξενόφοβη Λέγκα του Βορρά του
Σαλβίνι.
Θα έχει ενδιαφέρον αν τελικά η Ιταλία προσφύγει
σε πρόωρες εκλογές τον Σεπτέμβριο, πρώτον, πώς
θα ισορροπήσει η ευρωπαϊκή ρητορική του Ρέντσι
και δεύτερον, σε ποιο βαθμό το ιταλικό ψυχόδραμα
θα αποτελέσει πεδίο αντιπαράθεσης της Μέρκελ με
τον Σουλτς στην κορύφωση της προεκλογικής
εκστρατείας. Με τα παραπάνω δεδομένα είναι σαφές
ότι ο Ρέντσι έχει περισσότερα περιθώρια
ρητορικών ελιγμών περί αλλαγής γραμμής πλεύσης
στην Ευρωζώνη μεταξύ Γαλλίας και Γερμανίας με
τις εκλογές τον Σεπτέμβριο, δίνοντας την
ψευδαίσθηση ότι η Ιταλία είναι ο τρίτος ενός
διμερούς διαλόγου που δεν έχει αρχίσει.
Γιώργος Καπόπουλος (Έθνος)
|