|
|
|
Σε συστηµατική
υπερεκτίµηση δαπανών,
κυρίως επενδυτικών, οι οποίες
ήταν αδύνατον τελικώς να πραγµατοποιηθούν,
οφείλεται σε µεγάλο
βαθµό το φαινόµενο των υπερπλεονασµάτων,
ενώ ίδια είναι η πηγή
και της πρόβλεψης για µεγάλο
δηµοσιονοµικό χώρο φέτος και
το 2020, όπως προκύπτει
από την έκθεση
ενισχυµένης εποπτείας
της Κοµισιόν.
|
|
|
|
|
|
«Ενα µεγάλο µέρος της
υπερεκτέλεσης (σ.σ.: των
υπερπλεονασµάτων)
οφείλεται στη συνεχή
υποεκτέλεση των ορίων
των δαπανών και
συγκεκριµένα των
δηµοσίων επενδύσεων»,
αναφέρει η έκθεση. Οπως
εξηγεί, η υποεκτέλεση
οφείλεται στο ότι ο
προϋπολογισµός έθετε «οροφές»
δαπανών πάνω από τη
ρεαλιστική δυνατότητα
πραγµατοποίησής τους εκ µέρους
των επιµέρους µονάδων.
Στο υπουργείο
Οικονοµικών πηγές
αναγνωρίζουν ότι η
κυβέρνηση συνέτασσε τον
προϋπολογισµό
προβλέποντας σκόπιµα ένα «µαξιλάρι»
στις δαπάνες, αλλά υποστηρίζουν
ότι αυτό γινόταν µε καλή
πρόθεση. Συγκεκριµένα,
πηγές αναφέρουν ότι
ακολουθούσαν την τακτική
αυτή φοβούµενοι
υπερβάσεις δαπανών από
τους φορείς, τους
οποίους δεν έλεγχαν τα
υπουργεία. Σε κάθε περίπτωση,
όµως, στο τέλος της χρονιάς,
το «µαξιλάρι»
αποδεικνυόταν βολικό για
να µοιράζει η κυβέρνηση
κοινωνικά µερίσµατα σε
οµάδες πληθυσµού που
θεωρούσε ότι αποτελούν
τη δυνητική εκλογική της
πελατεία. Φέτος, όµως, η
κυβέρνηση αποφάσισε να
προχωρήσει ένα βήµα
παραπέρα. Να µην
περιµένει το τέλος του
χρόνου για να εµφανιστεί
το υπερπλεόνασµα, αλλά
να προεξοφλήσει την
ύπαρξή του και άρα του
δηµοσιονοµικού χώρου που της
χρειαζόταν για τις
παροχές. Σε αυτό το
σηµείο παρενέβη η Κοµισιόν,
η οποία έγραψε στην έκθεσή
της ότι δεν µπορεί να
δεχθεί εκ των προτέρων
αυτό που ζητεί η
κυβέρνηση, ότι δηλαδή οι δαπάνες
που έχουν προβλεφθεί θα
υποεκτελεστούν. Η
Κοµισιόν, µάλιστα,
περιγράφει ένα λογιστικό
σχήµα που υιοθέτησε η
κυβέρνηση, σύµφωνα µε το
οποίο µέρος των δαπανών
που προβλέπονταν για
επενδύσεις έχεδι
ανακατανεµηθεί και µετατραπεί
σε κρατικές επιχορηγήσεις
σε δηµόσιες επιχειρήσεις,
οι οποίες προβλέπεται ότι
δεν θα απορροφηθούν.
Αυτό το ποσό αντιστοιχεί
σε ποσοστό 0,3% του ΑΕΠ.
Αν προστεθεί κι ένα
ποσοστό 0,2% του ΑΕΠ,
που οφείλεται στο πιο
ευνοϊκό µακροοικονοµικό
σενάριο της κυβέρνησης,
προκύπτει µια διαφορά
0,5% του ΑΕΠ µεταξύ των
εαρινών προβλέψεων της
Κοµισιόν και αυτών της
κυβέρνησης για το πρωτογενές
πλεόνασµα του 2019 (3,6%
του ΑΕΠ και 4,1% του ΑΕΠ αντίστοιχα).
Στον προϋπολογισµό του
2018 η τακτική αυτή της
κυβέρνησης πήρε µεγάλες
διαστάσεις. Συγκεκριµένα,
ο προϋπολογισµός
προέβλεπε πρωτογενές
πλεόνασµα 3,8% του ΑΕΠ
και τελικά έφτασε το
4,3% του ΑΕΠ. Ωστόσο,
στην πραγµατικότητα το
πρωτογενές πλεόνασµα θα
ήταν ακόµη µεγαλύτερο,
5,2% του ΑΕΠ, αν δεν
είχε µοιραστεί το
κοινωνικό µέρισµα και τα
αναδροµικά των ενστόλων,
που δεν είχαν
προϋπολογιστεί εξαρχής.
Οπως επισηµαίνεται στην
έκθεση, οι προβλέψεις
που πραγµατοποιεί η
Κοµισιόν παραδοσιακά
λαµβάνουν ως δεδοµένο ότι
θα υπάρξει πλήρης
εκτέλεση των ορίων του
προϋπολογισµού.
Επισηµαίνεται, µάλιστα,
µε νόηµα ότι δεν είναι
αντικειµενικοί και πέραν
από τον έλεγχο της
κυβέρνησης οι λόγοι που
επιβάλλουν την αλλαγή
των εκτιµήσεών της, αλλά
µια υπερεκτίµηση εκ µέρους της
των δυνατοτήτων
πραγµατοποίησης δαπανών.
Επιπλέον, σηµειώνει η
Κοµισιόν, η πρόβλεψη τώρα
της κυβέρνησης ότι δεν
θα πραγµατοποιηθούν οι
δαπάνες και θα υπάρξει
δηµοσιονοµικός χώρος µπορεί
να οδηγήσει σε πρακτικές που
µειώνουν τη διαφάνεια
του δηµοσιονοµικού
πλαισίου και θέτουν
κινδύνους στην επίτευξη
των δηµοσιονοµικών
στόχων.
Η έκθεση σηµειώνει ότι «οι
ευρωπαϊκές αρχές
υποστηρίζουν την
κυβέρνηση να
αντιµετωπίσει τους λόγους
της συστηµατικής
υποεκτέλεσης των δαπανών,
µε στόχο να βελτιωθούν
οι δηµοσιονοµικές πρακτικές
και να αξιοποιηθούν πλήρως
οι διαθέσιµοι πόροι για τις
δηµόσιες επενδύσεις από
την Ε.Ε. και τις εθνικές
πηγές για να
υποστηριχθεί η ανάπτυξη».
Πηγή: Καθημερινή
|
|
Greek Finance Forum |
|
Σχόλια Χρηστών |
|
|
|
|
|
|