|
|
|
Περίληψη:
Καθώς τα ποσοστά της
παχυσαρκίας και του
διαβήτη τύπου 2
αυξάνονται στις χώρες
μεσαίου εισοδήματος, οι
πολιτικές και οι
κοινωνικές επενδύσεις
της βιομηχανίας junk
food θα περιπλέξουν, και
ίσως και θα αντιστρέψουν,
την προθυμία αυτών των
κυβερνήσεων να
εισαγάγουν αυστηρότερες
ρυθμιστικές πολιτικές.
|
|
|
|
|
|
-------------------------------
Στις Ηνωμένες Πολιτείες
και στην Ευρώπη, οι
πωλήσεις πρόχειρου
φαγητού (junk food)
έχουν μειωθεί δραματικά
[1] από τα τέλη της
δεκαετίας του 1990. Οι
αναλυτές έχουν αποδώσει
την αλλαγή στη
μεγαλύτερη συνείδηση
περί υγείας, το αυξημένο
κόστος εργασίας, τη
μειωμένη αγοραστική
δύναμη μεταξύ των φτωχών
[2], τις νέες
προτιμήσεις μεταξύ
εκείνων που γεννήθηκαν
στη νέα χιλιετηρίδα (millennials)
[3] και την άνοδο των
επιλογών «fast casual»
γευμάτων, μεταξύ άλλων
μεταβολών. Από την
πλευρά τους, οι
εταιρείες αναψυκτικών
και σνακ, όπως η
Coca-Cola, η PepsiCo και
η Nestlé, έχουν στραφεί
στις αναδυόμενες αγορές
για να εξασφαλίσουν
κέρδη. Και κάνουν ό, τι
μπορούν για να
διατηρήσουν τις νέες
αγορές τους ευεπίφορες.
Άνδρας κουβαλά δοχείο
ψύξης καθώς περνά
μπροστά από γιγάντια
μπουκάλια της Coca Cola
σε μια παραλία στο
Κανκούν, στο Μεξικό,
στις 13 Οκτωβρίου 2015.
Edgard Garrido / REUTERS
----------------------------------------------
Οι βιομηχανίες
αναψυκτικών και σνακ δεν
επενδύουν μόνο σε
franchise και μηχανήματα
αυτόματης πώλησης σε
χώρες όπως το Μεξικό, η
Βραζιλία και η Ινδία.
Οικοδομούν επίσης
πολιτικές και κοινωνικές
συμμαχίες που μπορούν να
τις βοηθήσουν να
εκτρέψουν την πολιτική
αντίθεση, να κάμψουν τον
δημόσιο έλεγχο, και να
αποφύγουν αυστηρούς
κανονισμούς για την
πώληση των προϊόντων
τους.
Εταιρείες όπως η
Coca-Cola και η Nestlé
συνεργάστηκαν στενά με
τους υγειονομικούς
λειτουργούς του Μεξικό
για την δημιουργία
καινοτόμων προγραμμάτων
δημόσιας υγείας, με
επίκεντρο την αποφυγή
της παχυσαρκίας και του
διαβήτη τύπου 2. Έχουν
επίσης συμβάλει σε
πρωτοβουλίες κατά της
φτώχειας και [υπέρ της]
οικονομικής ανάπτυξης
που βοηθούν
συγκεκριμένους
πολιτικούς να διευρύνουν
τις βάσεις πολιτικής
στήριξής τους. Σε
ορισμένες περιπτώσεις,
οι εταιρείες προσέγγισαν
απευθείας τις κοινότητες.
Η Nestlé κέρδισε την
εύνοια των φτωχών στην
Βραζιλία προσφέροντας
ένα γενναιόδωρο
πρόγραμμα απασχόλησης. Η
Coca-Cola έχει αναλάβει
πρωτοβουλίες κοινοτικού
αθλητισμού και
υγειονομικής περίθαλψης
στο Μεξικό, καθιστώντας
τον εαυτό της μέρος της
τοπικής κουλτούρας.
Οι συμμαχίες που
καλλιεργούν σήμερα οι
βιομηχανίες σνακ και
αναψυκτικών θα έχουν
σοβαρές συνέπειες στην
πολιτική στο μέλλον. Οι
πολιτικοί που έχουν
επωφεληθεί από την
γενναιοδωρία των
εταιρειών θα πιεστούν
σκληρά [αν χρειαστεί] να
ενισχύσουν τους
κανονισμούς που
περιορίζουν την εμπορία
και την πώληση προϊόντων
πρόχειρου φαγητού (junk
food). Και τέτοια όρια
είναι κρίσιμα σε μια
εποχή όπου η παχυσαρκία
και ο διαβήτης τύπου 2
αυξάνονται μεταξύ των
παιδιών και των φτωχών
σε χώρες όπως το Μεξικό
και η Βραζιλία.
ΞΕΚΙΝΩΝΤΑΣ ΓΙΑ ΝΕΑ ΕΔΑΦΗ
Ακριβώς καθώς η
βιομηχανία junk food
έχει κάνει μια κάθετη
βουτιά στην
εκβιομηχανισμένη Δύση,
οι πωλήσεις αναψυκτικών
και σνακ έχουν
αναπτυχθεί σε
αναδυόμενες αγορές [5].
Οι πωλήσεις τροφίμων
σνακ αυξήθηκαν κατά 92%
στις αναπτυσσόμενες
χώρες το 2002, ενώ οι
πωλήσεις αναψυκτικών
πρόσφατα
τετραπλασιάστηκαν [6].
Υπάρχουν πολλά που
προσελκύουν τις μεγάλες
επιχειρήσεις junk food
σε αυτές τις αναδυόμενες
αγορές. Οι καταναλωτές
της μεσαίας τάξης [7]
αυξάνονται, και σε
πολλές περιπτώσεις ακόμη
και οι φτωχοί έχουν
περισσότερα να ξοδέψουν
χάρη σε προγράμματα κατά
της φτώχειας. Το
Διαδίκτυο έχει αυξήσει
την αναγνωρισιμότητα των
παγκόσμιων μαρκών,
επιτρέποντας στις ξένες
εταιρείες να αποκτούν
γρήγορα και εύκολα
μερίδιο αγοράς. Οι
εταιρείες σνακ και
αναψυκτικών έχουν
επωφεληθεί από αυτές τις
τάσεις για να ανοίξουν
franchise, να πουλήσουν
μηχανές πώλησης [8], και
να διαφημίσουν επιθετικά
τα προϊόντα τους.
Επίσης φαίνεται ότι
έχουν αποφασίσει να
κάνουν ό, τι μπορούν για
να προλάβουν το είδος
της ρυθμιστικής και
πολιτιστικής αντίδρασης
που παρεμπόδιζε τις
επιδόσεις τους στην
Ευρώπη και τις Ηνωμένες
Πολιτείες. Για τον σκοπό
αυτό, επιδιώκουν να
διαμορφώσουν το πολιτικό
και κοινωνικό τοπίο προς
όφελός τους.
Το Μεξικό έχει γίνει ένα
ιδιαίτερα σημαντικό
έδαφος για αυτόν τον νέο
τρόπο λειτουργίας. Εκεί,
η Coca-Cola δημιούργησε
ένα ισχυρό δίκτυο
υποστηρικτών στο
εσωτερικό της κυβέρνησης,
που κυμαίνεται από
προέδρους έως ανώτερους
υπαλλήλους υγειονομικής
περίθαλψης. Η PepsiCo το
πήγε τόσο μακριά το 2007
που συνεργάστηκε με την
Γενική Γραμματεία
Δημόσιας Εκπαίδευσης της
χώρας για να
δημιουργήσει ένα σχολικό
πρόγραμμα άσκησης, το
Vive Saludable Escuela,
το οποίο προσέδωσε
πολιτική εύνοια στην
PepsiCo και λάμπρυνε την
δημόσια εικόνα της. Και
η Nestlé δεσμεύτηκε στην
υποστήριξη του πρώην
προέδρου Enrique Peña
Nieto παρέχοντας
προσυσκευασμένα μπισκότα
για το πρόγραμμα της
κυβέρνησής του κατά της
πείνας.
Η βιομηχανία junk food
έχει επενδύσει όχι μόνο
στην πολιτική του Μεξικό
αλλά και στην κοινωνία
του, με στόχο την
αντιμετώπιση της
δημόσιας κριτικής και
της προώθησης των
πωλήσεων. Η Coca-Cola
έχει υποστηρίξει
αθλητικές εκδηλώσεις και
έχει προσχωρήσει μαζί με
άλλες εταιρείες στην
παροχή προσοδοφόρων
επιχορηγήσεων σε
ακαδημαϊκούς ερευνητές
και μη κυβερνητικούς
οργανισμούς. Μέσω της
Μεξικανικής Ομοσπονδίας
Διαβήτη, ενός μη
κυβερνητικού οργανισμού,
η εταιρία αναψυκτικών
έχει οργανώσει
διακεκριμένες
παρουσιάσεις στις οποίες
οι επιστήμονες τονίζουν
την σημασία της
σωματικής άσκησης έναντι
της βελτίωσης της
διατροφής. Σε μια εποχή
που το Μεξικό μάχεται
ένα μεγάλο πρόβλημα
παχυσαρκίας, καθώς τα
ποσοστά παχυσαρκίας
αυξήθηκαν [9] από 10% σε
35% από το 1980 έως το
2012, η βιομηχανία junk
food έχει ένα στοίχημα
στην κοινή γνώμη σε
θέματα διατροφής και
υγείας.
Μια παρόμοια δυναμική
επικρατεί στην Βραζιλία,
όπου η Nestlé είναι ένας
ιδιαίτερα ισχυρός
παίκτης. Κατά την
διάρκεια της προεδρικής
εκστρατείας του Luiz
Inácio «Lula» da Silva,
η ελβετική εταιρεία σνακ
φλέρταρε και επηρέασε
μέλη [10] του Κογκρέσου,
βοηθώντας παράλληλα να
προωθηθεί το πρόγραμμα
του Lula για την
καταπολέμηση της πείνας,
το Zero Fome,
προμηθεύοντας διάφορα
τρόφιμα σε φτωχούς [11].
Σε αντάλλαγμα, ο Λούλα
έρανε με επαίνους τη
Nestlé, απονέμοντας στην
εταιρεία το πρώτο
Πιστοποιητικό Σύμπραξης
Zero Hunger της
κυβέρνησης και βοηθώντας
την στο άνοιγμα ενός
νέου εργοστασίου στην
πολιτεία Bahia το 2007
[12]. Για την Nestlé, η
επένδυση στους φτωχούς
δεν ήταν μόνο μια
πολιτική νίκη, αλλά κι
ένα μέσο για την
διαφύλαξη της δημόσιας
εικόνας της εταιρείας,
την αποτροπή της
κριτικής και την
διασφάλιση των πωλήσεων.
Η εταιρεία δημιούργησε
το δικό της πρόγραμμα
απασχόλησης για τους
φτωχούς, αποκαλούμενο
Nestlé AteVc, το οποίο
προσέφερε αξιοπρεπείς
μισθούς κατά την
διάρκεια ύφεσης το 2011,
όταν η ανεργία ήταν
ιδιαίτερα υψηλή.
Όπως και στο Μεξικό, η
Βραζιλία έχει σημειώσει
πρόσφατα άνοδο της
παχυσαρκίας [13], ενώ τα
ποσοστά εκτιμάται ότι
αυξήθηκαν από 15% σε 18%
μεταξύ 2010 και 2014,
λόγω κυρίως της
ανεπαρκούς σωματικής
άσκησης, των κακών
διατροφικών επιλογών και
της μεγαλύτερης
πρόσβασης σε junk food.
Και όπως στο Μεξικό,
έτσι και στην Βραζιλία,
οι εταιρείες αναψυκτικών
και fast food έχουν
διοργανώσει εθνικά
συνέδρια και
χρηματοδότησαν έρευνες
δίνοντας έμφαση στην
ατομική ευθύνη και την
άσκηση έναντι της
διατροφής.
Αυτές οι εταιρείες έχουν
πραγματοποιήσει έντονες
πολιτικές προσπάθειες
στην Ινδία, όπου η
Nestlé συνεργάζεται με
την Εθνική Αρχή για την
Ασφάλεια και την
Προστασία των Τροφίμων (FSSA)
προκειμένου να
εκπαιδεύσει τους
ρυθμιστές [της αγοράς
των] τροφίμων [14]. Η
Coca-Cola συνεργάζεται
με τοπικές ινδικές
κυβερνήσεις για την
παροχή των πολύ
αναγκαίων υπηρεσιών
υγειονομικής περίθαλψης
[15] (ως αποτέλεσμα η
εταιρεία κέρδισε το
βραβείο Bhagidari του
Δελχί το 2009). Και η
Coca-Cola και η PepsiCo
συμφώνησαν να αγοράσουν
περισσότερα φρούτα από
Ινδούς αγρότες
προκειμένου να
υποστηρίξουν την
εκστρατεία «Made in
India» του πρωθυπουργού
Narendra Modi, με στόχο
την δημιουργία ενός
ανεξάρτητου,
ευημερούντος γεωργικού
τομέα [16]. Η πρώην
Διευθύνουσα Σύμβουλος
της PepsiCo, Indra Nooyi,
έχει προσφέρει δημόσια
υποστήριξη στις
προσπάθειες του Modi για
την αναζωογόνηση του
εξασθενούντος αγροτικού
τομέα της Ινδίας.
ΕΠΑΚΟΛΟΥΘΕΣ ΣΥΜΜΑΧΙΕΣ
Καθώς τα ποσοστά της
παχυσαρκίας και του
διαβήτη τύπου 2
αυξάνονται στις χώρες
μεσαίου εισοδήματος, οι
πολιτικές και οι
κοινωνικές επενδύσεις
της βιομηχανίας junk
food θα περιπλέξουν -και
ίσως και θα αντιστρέψουν-
την προθυμία αυτών των
κυβερνήσεων να
εισαγάγουν αυστηρότερες
ρυθμιστικές πολιτικές.
Στο Μεξικό μόλις τον
Μάιο, οι νομικές
προσπάθειες για την
βελτίωση της σαφήνειας
και της ακρίβειας των
ετικετών τροφίμων ήρθαν
ενώπιον του Ανωτάτου
Δικαστηρίου. Το
δικαστήριο έκρινε ότι οι
σημερινές ετικέτες ήταν
αρκετά σαφείς [17], παρά
τις έντονες διαμαρτυρίες
που διατύπωσαν οι
διατροφικές οργανώσεις
και οι ακαδημαϊκοί
ερευνητές. Η απόφαση του
Ανώτατου Δικαστηρίου
ευθυγραμμίζεται με τις
προτιμήσεις του κλάδου
να αφήσει τις ετικέτες
των τροφίμων ως έχουν.
Στην Βραζιλία, οι
εταιρείες junk food
κατάφεραν να πείσουν
τους πολιτικούς να τους
επιτρέψουν να ρυθμίσουν
το μάρκετινγκ και την
πώληση των δικών τους
προϊόντων. Η ισχυρή
Βραζιλιάνικη Ένωση
Τροφίμων και Ποτών, μια
ομάδα λόμπινγκ των [εταιρειών]
junk food, συνέβαλε
σημαντικά στην
εξασφάλιση αυτού του
διακανονισμού, ο οποίος
στην συνέχεια
εποπτεύεται από έναν
κυβερνητικό οργανισμό
που ονομάζεται Συμβούλιο
Αυτορυθμιζόμενης
Πολιτικής [18]. Έτσι, το
κογκρέσο της Βραζιλίας
δεν ρύθμισε ποτέ
επιθετικά το μάρκετινγκ
και τις πωλήσεις της
βιομηχανίας junk food,
ούτε έθεσε στα σοβαρά το
ζήτημα του φόρου στα
αναψυκτικά [19].
Τέλος, στην Ινδία, η
κυβέρνηση Modi
αντιλαμβάνεται εταιρείες
όπως η Nestlé, η
Coca-Cola και η PepsiCo
ως ζωτικής σημασίας για
την ανάπτυξη της
γεωργίας. Κατά συνέπεια,
το Δελχί έχει ελάχιστα
κίνητρα για να
περιορίσει
αποτελεσματικά το
μάρκετινγκ και την
πώληση των προϊόντων
αυτών των εταιρειών.
Στην πραγματικότητα, η
εντολή του Modi ότι όλα
τα αρωματισμένα
αναψυκτικά θα
περιλαμβάνουν 2% τοπικά
παραγόμενα φρούτα [20]
διασφαλίζει ότι τα κέρδη
των εταιρειών
αναψυκτικών εξυπηρετούν
επίσης το πολιτικό και
οικονομικό πρόγραμμα του
πρωθυπουργού. Η
κυβέρνηση Modi εξετάζει
το ενδεχόμενο να
επιβάλει έναν «φόρο
αμαρτίας», αλλά φοβάται
πάρα πολύ μια αντίδραση
[21] από την βιομηχανία
γι’ αυτό δεν έχει ήδη
εισαγάγει ακόμα πιο
επιθετικούς κανονισμούς
μάρκετινγκ και πωλήσεων.
Οι κυβερνήσεις στο
Μεξικό, την Βραζιλία και
την Ινδία έχουν κάνει
μια αξιέπαινη δουλειά
στο να αναγνωρίσουν την
ανάγκη βελτίωσης της
δημόσιας υγείας. Ωστόσο,
για να παραμείνουν
σθεναρές και ανεξάρτητες
οι προσπάθειες για την
επίτευξη αυτού του
στόχου, οι κυβερνήσεις
θα πρέπει να περιορίσουν
την σχέση της
βιομηχανίας junk food με
την κυβέρνηση και την
κοινωνία των πολιτών.
Τέτοια όρια είναι
τουλάχιστον εξίσου
σημαντικά -αν όχι
περισσότερο- με την
εισαγωγή φόρων «αμαρτίας»
και την μεταβολή των
καταναλωτικών συνηθειών.
Το να λαμβάνεται στα
σοβαρά υπόψη η πολιτική
σημαίνει περιορισμό της
παρεμβολής της
βιομηχανίας junk food.
Ο EDUARDO J. GÓMEZ είναι
ανώτερος λέκτορας στο
Τμήμα Διεθνούς Ανάπτυξης
στο King's College του
Λονδίνου. Ολοκληρώνει
ένα βιβλίο σχετικά με
την πολιτική επίδραση
της βιομηχανίας
πρόχειρου φαγητού (junk
food) στις
αναπτυσσόμενες χώρες.
Foreign Affairs
http://www.foreignaffairs.gr/articles/72408/eduardo-j-gomez/afiste-toys-na-trone-skoypidia?page=show
https://www.foreignaffairs.com/articles/2019-07-31/let-them-eat-junk
|
|
Greek Finance Forum |
|
Σχόλια Χρηστών |
|
|
|
|
|
|