|
|
|
Περίληψη:
Το «Made in China 2025»,
το γενικό σχέδιο από το
2015 για την αναβάθμιση
της βιομηχανικής
ικανότητας της Κίνας,
στοχεύει ειδικά σε ξένες
εισροές σε τομείς υψηλής
τεχνολογίας και στην «αυτάρκεια»
σε καίρια εξαρτήματα.
|
|
|
|
|
|
-------------------
Την περασμένη άνοιξη,
όταν το αμερικανικό
Υπουργείο Εμπορίου
πρόσθεσε την κινεζική
τηλεπικοινωνιακή
εταιρεία ZTE σε μια
εμπορική μαύρη λίστα,
ουσιαστικά αποκόπτοντας
την ZTE από τους
βασικούς προμηθευτές της
στις ΗΠΑ, ο Κινέζος
πρόεδρος Xi Jinping είπε
σε ένα ακροατήριο σε μια
τεχνολογική εταιρεία ότι
ο κινεζικός λαός πρέπει
«να παραμερίσει τις
ψευδαισθήσεις και να
βασιζόμαστε στους
εαυτούς μας». Η «ψευδαίσθηση»
ήταν η ιδέα ότι η Κίνα
μπορεί να ευημερήσει
ακόμη και όταν βασίζεται
σε ξένη τεχνολογία.
Η διοίκηση Trump
φαίνεται αποφασισμένη να
αποδείξει ότι ο Xi έχει
δίκιο. Τον περασμένο
μήνα, έγραψε στη μαύρη
λίστα τον
τηλεπικοινωνιακό γίγαντα
Huawei, την τρίτη μεγάλη
κινεζική εταιρεία που
προστέθηκε μέσα στο
τελευταίο έτος στον
κατάλογο του Υπουργείου
Εμπορίου που ονομάζεται
ηπίως Λίστα Οντοτήτων
(Entity List). Η Huawei
είναι μια ζωτική
κινεζική εταιρεία, η
οποία έχει κεντρικό ρόλο
τόσο στην ανάπτυξη του
κινεζικού δικτύου
κινητής τηλεφωνίας 5G
όσο και στις προσπάθειες
της χώρας να επεκτείνει
την ψηφιακή της επιρροή
στο εξωτερικό. Η
κυβέρνηση Trump εξετάζει
επίσης να βάλει στη
μαύρη λίστα [1] αρκετές
από τις μεγαλύτερες
κινεζικές εταιρείες
τεχνητής νοημοσύνης.
Ένας μηχανικός κάτω από
την κεραία σταθμού 5G
στο σύστημα δοκιμής
εγγύς πεδίου της Huawei,
στην Dongguan, στην
επαρχία Guangdong, στην
Κίνα, τον Μάιο του 2019.
JASON LEE / REUTERS
------------------------------------------------------------------------------------
Η διοίκηση του Trump
στοιχηματίζει ότι ο
αποκλεισμός των
κινεζικών εταιρειών
τεχνολογίας θα φέρει το
Πεκίνο στο τραπέζι των
διαπραγματεύσεων με
στόχο την διαπραγμάτευση
«διαρθρωτικών αλλαγών»
[2] στην κινεζική
οικονομία. Και εκτός από
αυτό, ελπίζει να
καταφέρει ένα χτύπημα
στην Κίνα στην κούρσα
για την αξιοποίηση των
τεχνολογιών επόμενης
γενιάς, όπως η AI
[Artificial
Intelligence, τεχνητή
νοημοσύνη] και η 5G.
Αλλά μέσα στην Κίνα, οι
κινήσεις της διοίκησης
δημιούργησαν μια ισχυρή
νέα συναίνεση για να
υποστηρίξουν την «αυτοδυναμία»
(self-reliance) και την
«εγχώρια καινοτομία»,
δύο συνθήματα του
Κινεζικού Κομμουνιστικού
Κόμματος που η
τεχνολογική βιομηχανία
της χώρας έχει αναλάβει
διστακτικά. Η
Ουάσινγκτον έχει
υποτιμήσει την ικανότητα
της Κίνας να «σφίγγει
την ζώνη της», όπως το
έθεσε ο Xi αφότου η ZTE
μπήκε στη μαύρη λίστα,
και να αναπτύσσει
εναλλακτικές για την
ξένη τεχνολογία. Η
διοίκηση Trump ίσως να
ανοίξει το δρόμο προς
μια πιο τεχνολογικά
ανεξάρτητη και,
ενδεχομένως, ισχυρότερη,
Κίνα.
Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ
ΑΥΤΟΔΥΝΑΜΙΑΣ
Στην Κίνα, η έννοια της
«αυτοδυναμίας» ή
ziligengsheng, έλκει την
καταγωγή της [3] πίσω
στον εμφύλιο πόλεμο,
όταν οι κομμουνιστές
αντάρτες του Μάο Τσε
Τουνγκ βρέθηκαν
απομονωμένοι και
αντιμετώπιζαν την
εξολόθρευση από τα χέρια
των εθνικιστικών
δυνάμεων που
υποστηρίζονταν από τις
ΗΠΑ. Σύμφωνα με την
παράδοση του
Κομμουνιστικού Κόμματος
[4], οι κομμουνιστές
έζησαν από την γη και
αποκέντρωσαν την
παραγωγή οικονομικών και
στρατιωτικών αγαθών,
καθώς επανοικοδομούσαν
την ισχύ τους και
αναδιάτασσαν τις
δυνάμεις τους. Όταν το
2014 ο Xi αναβίωσε [5]
την ιδέα ως έκκληση για
μείωση της εξάρτησης της
Κίνας από την ξένη
τεχνολογία, το σλόγκαν
της εποχής του Μάο
φάνηκε να ταιριάζει
άβολα στην εποχή των
παγκόσμιων αλυσίδων
εφοδιασμού.
Αλλά η Κίνα έχει μακρά
παράδοση στο να αψηφά τα
διεθνή εμπάργκο. Κατά
την διάρκεια του Ψυχρού
Πολέμου, η Κίνα κατάφερε
να αναπτύξει μια ατομική
βόμβα ακόμα και μετά την
διακοπή της τεχνικής
υποστήριξης από την
Σοβιετική Ένωση. Καθ’
όλη την δεκαετία του
1990, η Κίνα ανέπτυσσε
εξελιγμένους δορυφόρους
και πυραύλους, παρά τις
εκτεταμένες κυρώσεις των
ΗΠΑ σχετικά με τις
τεχνολογίες που
σχετίζονται με το
διάστημα. Το 2015, όταν
η κυβέρνηση Obama
εμπόδισε [6] την Intel
να πουλήσει επεξεργαστές
στην Κίνα για τον
τελευταίο της
υπερυπολογιστή, οι
Κινέζοι ερευνητές
ανέπτυξαν γρήγορα μια
εγχώρια εναλλακτική.
Λιγότερο από ενάμιση
χρόνο αργότερα, η Κίνα
αποκάλυψε τον TaihuLight,
τότε τον ταχύτερο
υπερυπολογιστή στον
κόσμο, ο οποίος
λειτουργούσε εξ
ολοκλήρου [7] με
κινεζικούς επεξεργαστές.
Αυτές οι επιτυχίες είναι
εν μέρει αποτέλεσμα της
επίσημης πολιτικής. Για
δεκαετίες, η κινεζική
κυβέρνηση προέτρεπε τους
επιστήμονες και τους
ερευνητές να προχωρούν
στο έργο τους με το «πνεύμα
των δύο βομβών, ενός
δορυφόρου» - μια αναφορά
στα πυρηνικά και τα
πυραυλικά προγράμματα
της Κίνας κατά την
διάρκεια της απομόνωσης
της χώρας την δεκαετία
του 1960. Για να
καταστεί το πνεύμα
πραγματικότητα, η Κίνα
έχει αναπτύξει ένα
εκτεταμένο δίκτυο
κρατικών και
στρατιωτικών ερευνητικών
εργαστηρίων,
συμπεριλαμβανομένης της
Κινεζικής Ακαδημίας
Επιστημών, αναμφισβήτητα
του μεγαλύτερου
ερευνητικού οργανισμού
στον κόσμο, με 115
ερευνητικά κέντρα και
60.000 επιστήμονες.
Η επένδυση αυτή έχει
μεταφραστεί σε μια
τεράστια ικανότητα για
εγχώρια ανάπτυξη, είτε
μέσω αντιγραφής ξένων
τεχνολογιών και στην
συνέχεια οικοδόμησης
πάνω σε αυτές, είτε μέσω
της ανάπτυξης
εναλλακτικών λύσεων
εγχωρίως. Ο διαστημικός
τομέας της Κίνας, ο
οποίος έχει αποκοπεί
σχεδόν εντελώς από τις
Ηνωμένες Πολιτείες τις
τελευταίες δύο δεκαετίες,
έχει κατασκευάσει τους
περισσότερους από τους
δορυφόρους και τα
στοιχεία των πυραύλων
του από το μηδέν. Οι
έλεγχοι στις εξαγωγές
αμερικανικών μικροτσίπ
για το διάστημα έχουν «ουσιαστικά
ωφελήσει την Κίνα με
απροσδόκητους τρόπους
όλα αυτά τα χρόνια,
επειδή έπρεπε να
αναπτύξουμε τα δικά μας»,
είπε ο Zhao Yuanfu, ένας
κορυφαίος κρατικός
επιστήμονας, στο
ηλεκτρονικό περιοδικό
Sixth Tone [8]. Μετά από
σχεδόν μια δεκαετία
δουλειάς, η Κίνα παράγει
όλα τα μικροτσίπ που
χρειάζεται για
προηγμένους δορυφόρους,
συμπεριλαμβανομένου του
αστερισμού των δορυφόρων
πλοήγησης BeiDou, που
αποτελεί την απάντηση
της Κίνας στο
στρατιωτικό σύστημα
Global Positioning
System (GPS) των
Ηνωμένων Πολιτειών.
Αλλά η εγχώρια ανάπτυξη
πραγματοποιείται μόνο
όταν εξαντληθούν οι
δυνατότητες από το
εξωτερικό, και λίγοι
τεχνολογικοί τομείς στην
Κίνα είναι αποκομμένοι
από τον έξω κόσμο όπως η
διαστημική βιομηχανία.
Για δεκαετίες, οι
Κινέζοι ερευνητές, με
εντολή των Κινέζων
ηγετών που αναζητούν «ασφαλή
και ελεγχόμενα»
συστήματα πληροφορικής,
εργάστηκαν σε μια
εναλλακτική λύση των
Microsoft Windows. Όμως
η αδύναμη ζήτηση για ένα
εγχώριο λειτουργικό
σύστημα λόγω της ευρείας
διαθεσιμότητας ξένων
εναλλακτικών λύσεων, για
να μην αναφέρουμε την
τεράστια πολυπλοκότητα
της οικοδόμησης ενός [τέτοιου
συστήματος] από το μηδέν,
έχει αποτρέψει τις
προσπάθειές τους. Η Κίνα
έχει επίσης επενδύσει σε
μεγάλο βαθμό στο σπάσιμο
του ολιγοπωλίου της
Intel και της AMD στις
κεντρικές μονάδες
επεξεργασίας (central
processing units CPU),
αιχμής. Ωστόσο, οι
Κινέζοι προγραμματιστές
εξακολουθούν να
βασίζονται σε πιο
προηγμένους ξένους
επεξεργαστές, οι οποίοι
είναι πιο ισχυροί και
ευέλικτοι από τις
εγχώριες κινεζικές CPU.
Ως αποτέλεσμα, ακόμη και
αν η οικονομική και
πολιτική δύναμη της
Κίνας έχει επεκταθεί, η
οικονομία της έχει γίνει
περισσότερο, όχι
λιγότερο, εξαρτημένη από
ξένες τεχνολογίες και
εξαρτήματα.
«Η μεγαλύτερη πρόκληση
για την εγχώρια
καινοτομία δεν είναι η
τεχνολογία, το ταλέντο ή
το κεφάλαιο, αλλά η
αγορά», είπε [9] σε μια
συνέντευξη το 2017 ο Gao
Xudong, ερευνητής στο
Πανεπιστήμιο Tsinghua. «Ακόμη
και αν παράγουμε ένα
καλό προϊόν μέσω της
εγχώριας καινοτομίας,
δεν θα πετύχει εάν δεν
υπάρχει αγορά». Η
κινεζική τεχνολογική
βιομηχανία απεικονίζει
τα προβλήματα που οι
αγορές θέτουν στην ώθηση
του Πεκίνου για
αυτοδυναμία. Η ευρεία
διαθεσιμότητα ανώτερου
ξένου λογισμικού και
υλικού έχει εμποδίσει
την πρόοδο. Επιπλέον, οι
τεχνολογικοί γίγαντες
της Κίνας ήταν από καιρό
επιφυλακτικοί έναντι της
ώθησης του Πεκίνου για
αυτοδυναμία, επιλέγοντας
να επενδύσουν σε
προσοδοφόρες εφαρμογές
που επιζητούν οι
καταναλωτές και όχι στις
«βασικές τεχνολογίες»
που αξιολογεί το κράτος.
Οι τρεις μεγαλύτερες
εταιρείες τεχνολογίας
της χώρας, η Baidu, η
Alibaba και η Tencent,
οφείλουν όλες τις
μεγάλες αποτιμήσεις τους
σε καταναλωτικά προϊόντα
που έχουν κατασκευαστεί
με Δυτικές τεχνολογίες.
Ακόμα και ο ίδιος ο
ιδρυτής της Huawei, Ren
Zhengfei, έχει
επανειλημμένα επικρίνει
[10] την ιδέα της
εγχώριας καινοτομίας και
εκθείασε τα
πλεονεκτήματα των
παγκόσμιων αλυσίδων
εφοδιασμού. «Η ιδέα ότι
κάποιος πρέπει να κάνει
τα πάντα από μόνος του
είναι μια νοοτροπία μόνο
για αγρότες», δήλωσε ο
Ρεν σε συνέντευξή του
πέρυσι.
HUAWEI Ή ΤΙΠΟΤΑ
Το να μπει στη μαύρη
λίστα η Huawei, ωστόσο,
έχει ωθήσει τρομερά την
προσπάθεια για εγχώρια
καινοτομία. Ως
αποτέλεσμα της μαύρης
λίστας, η εταιρεία
σχεδιάζει να ξεκινήσει
την αντικατάσταση του
λειτουργικού συστήματος
Android της Google
αργότερα φέτος. Επίσης,
εργάζεται για την
αντικατάσταση μιας
πληθώρας αμερικανικών
εξαρτημάτων και
λογισμικού επί των
οποίων θα χάσει σύντομα
την πρόσβαση. Την
περασμένη εβδομάδα, το [ειδησεογραφικό
πρακτορείο] Bloomberg
ανέφερε [11] ότι η
Huawei έχει ως και
10.000 προγραμματιστές
να εργάζονται όλο το
εικοσιτετράωρο σε τρεις
πόλεις για να «εξαλείψουν
την ανάγκη για
αμερικανικό λογισμικό
και κυκλώματα».
Κάτω από αυτή την έκρηξη
της εξωστρεφούς
δραστηριότητας,
πραγματοποιείται μια πιο
ήσυχη και πιο επακόλουθη
αλλαγή. Η δράση των ΗΠΑ
εναντίον κινεζικών
εταιρειών έχει αρχίσει
να αλλάζει τον
υπολογισμό τους προς την
εγχώρια ανάπτυξη.
Κλονισμένα από τις
κυρώσεις των ΗΠΑ, τα
στελέχη της Huawei
ταξίδεψαν [12] στο
Πανεπιστήμιο του Πεκίνου
την περασμένη εβδομάδα
για να ξεκινήσουν μια
συνεργασίας Έρευνας και
Ανάπτυξης (R&D) με το
πανεπιστήμιο για να
ενισχύσουν την ικανότητα
της Huawei για «εγχώρια
καινοτομία». Με το να
χρησιμοποιούν το επίσημο
σύνθημα, τα αφεντικά της
Huawei φαίνεται να
προσφέρουν ένα mea culpa
για την προηγούμενη
αντίστασή τους στην
αυτοδυναμία. Άλλα
στελέχη άλλαξαν επίσης
τον τόνο τους.
Αναλογιζόμενος το συμβάν
της ZTE, ο Jack Ma, ο
ιδρυτής της Alibaba,
είπε σε ένα πρόσφατο
φόρουμ τεχνολογίας [13]:
«Αν δεν κυριαρχήσουμε
στις βασικές τεχνολογίες,
θα κατασκευάσουμε στέγες
στους τοίχους άλλων
ανθρώπων και θα
φυτέψουμε λαχανικά στους
κήπους άλλων ανθρώπων».
Μετά το περσινό συμβάν
της ZTE, η Alibaba
ξεκίνησε [14] μια
επιχείρηση ολοκληρωμένων
κυκλωμάτων (τσιπ, chip)
που θα στοχεύει στη
μείωση της εξάρτησης της
Κίνας από ξένα τσιπ.
Ακόμη και πριν αρχίσει η
διοίκηση του Trump να
βάζει σε μαύρη λίστα τις
κινεζικές εταιρείες
τεχνολογίας, το Πεκίνο
είχε προχωρήσει προς την
αυτοδυναμία. Το 2014, η
κυβέρνηση ξεκίνησε μια
τεράστια πρωτοβουλία για
τη μείωση της εξάρτησης
της Κίνας από τα ξένα
τσιπ. Στο πλαίσιο αυτής
της ώθησης, θα επενδύσει
[15] περισσότερα από 100
δισεκατομμύρια δολάρια
σε σχεδιασμό και
κατασκευή ημιαγωγών. Το
«Made in China 2025», το
γενικό σχέδιο από το
2015 για την αναβάθμιση
[16] της βιομηχανικής
ικανότητας της Κίνας,
στοχεύει ειδικά σε ξένες
εισροές σε τομείς υψηλής
τεχνολογίας και στην «αυτάρκεια»
σε καίρια εξαρτήματα. Η
Κίνα έχει επίσης αρχίσει
να κινητοποιεί τις
χρηματοπιστωτικές αγορές
της, δημιουργώντας [17]
ένα νέο «συμβούλιο
τεχνολογίας» στο
χρηματιστήριο της
Σαγκάης για να επενδύει
σε εταιρείες που
εργάζονται στην
τεχνολογία που το κράτος
θεωρεί στρατηγικά
σημαντική.
Ωστόσο, οι Ηνωμένες
Πολιτείες ενδέχεται να
διαπιστώσουν ότι έχουν
κάνει περισσότερα για
την [κινεζική]
αυτοδυναμία με το να
απαγορεύσουν την ZTE και
την Huawei, από όσα η
κινεζική κυβέρνηση έχει
καταφέρει σε μια
δεκαετία επίσημης
πολιτικής. Τώρα που
περπατούν συντονισμένα,
η κυβέρνηση και η
βιομηχανία μπορούν να
κινηθούν πολύ πιο
γρήγορα. Ένα διεθνές
μεγαθήριο με ετήσια
έσοδα συγκρίσιμα με αυτά
της Microsoft, η Huawei
μπορεί να διαθέσει πολλά
χρήματα για να
αντικαταστήσει την
βασική τεχνολογία των
ΗΠΑ από τα προϊόντα της.
Αυτό που είναι πιο
σημαντικό, με την
εσκεμμένη προμήθεια
προερχόμενων από
Κινέζους προμηθευτές,
μεγάλες εταιρείες όπως η
Huawei μπορούν να
προσφέρουν στους
Κινέζους κατασκευαστές
εξαρτημάτων κρίσιμες
ευκαιρίες για να
αποκτήσουν εμπειρία και
να αναπτύξουν νέες
τεχνικές ικανότητες.
Κατά μέσο όρο, οι
προμηθευτές κινεζικών
τσιπ και οπτικών
εξαρτημάτων είναι
κατώτεροι από τους
διεθνείς ηγέτες,
δεδομένου ότι δεν
διαθέτουν την κλίμακα
και την ικανότητα να
επαναλαμβάνουν [παραγγελίες
για] τα προϊόντα τους με
μεγάλους πελάτες. Οι
παραγγελίες από μια
εταιρεία του μεγέθους
της Huawei θα μπορούσαν
να το αλλάξουν αυτό.
Η αντικατάσταση των
πολλών αμερικανικών
προμηθευτών από τους
οποίους βασίζονται οι
κινεζικές εταιρείες θα
είναι δύσκολος στόχος
και, τουλάχιστον
βραχυπρόθεσμα, οι
Κινέζοι προμηθευτές δεν
θα είναι σε θέση [18] να
καλύψουν πλήρως τις
ανάγκες εταιρειών όπως η
Huawei. Οι προηγμένοι
επεξεργαστές και σετ από
chip που τροφοδοτούν
τους υπολογιστές αιχμής
οι οποίοι σχετίζονται με
τη μηχανική μάθηση, το
cloud computing και τα
δίκτυα 5G αναπτύσσονται
σχεδόν αποκλειστικά από
μια χούφτα Δυτικών
εταιρειών. Παρόλο που
ορισμένες κινεζικές
εταιρείες, όπως η μονάδα
τσιπ HiSilicon της
Huawei, μπορούν να
δημιουργήσουν τα δικά
τους τσιπ για ορισμένες
εφαρμογές, εξακολουθούν
να βασίζονται σε
αμερικανικό λογισμικό
και πνευματική
ιδιοκτησία για να
σχεδιάσουν τα τσιπ και
τα διεθνή εργοστάσια,
όπως το TSMC της Ταϊβάν,
για να τα κατασκευάζουν.
Ωστόσο, η Κίνα έχει
πολλούς παράγοντες που
δρουν προς όφελός της.
Κατ’ αρχήν, δεν
χρειάζεται να αναπτύξει
τα πάντα μόνη της. Οι
κινεζικές εταιρείες
είναι από καιρό άνετες
με το [19] να αποκτούν
τεχνολογία από το
εξωτερικό μέσω εταιρικών
σχέσεων, συγχωνεύσεων
και εξαγορών ή ξεκάθαρης
κλοπής πνευματικής
ιδιοκτησίας. Οι έλεγχοι
εξαγωγών των ΗΠΑ δεν θα
σταματήσουν τα
περισσότερα από αυτά,
καθώς περιορίζουν μόνο
την εξαγωγή τεχνολογίας
των ΗΠΑ ή ξένων
προϊόντων που περιέχουν
σημαντικό αμερικανικό
λογισμικό ή εξαρτήματα.
Οι τεχνολογικές
συνεργασίες και οι
ακαδημαϊκές ανταλλαγές
μεταξύ της Κίνας και της
Ευρωπαϊκής Ένωσης
διαδραμάτισαν κρίσιμο
ρόλο [20] στην ανάπτυξη
του αστερισμού των
δορυφόρων BeiDou από την
Κίνα. Και τα κινεζικά
κρατικά επενδυτικά
ταμεία, συχνά
χρησιμοποιώντας
υπεράκτιες
εταιρείες-κελύφη,
αποδείχθηκαν έμπειρα
στην αποφυγή ελέγχου
[21] από τους φορείς
επιβολής κυρώσεων στις
ΗΠΑ. Καθώς το
τεχνολογικό εμπάργκο των
ΗΠΑ επεκτείνεται, το
ίδιο θα κάνουν και οι
ευκαιρίες για να
δημιουργηθούν τρύπες σε
αυτό.
Ένα άλλο πλεονέκτημα
είναι η τεράστια εγχώρια
αγορά της Κίνας. Λίγες
εταιρείες έξω από τις
ΗΠΑ είναι σε θέση να
απορρίψουν ευκαιρίες να
πουλήσουν στην Κίνα, και
ακόμη λιγότερες
κυβερνήσεις είναι
πρόθυμες να αντέξουν τον
οικονομικό πόνο να
απορρίψουν την κινεζική
ζήτηση επειδή το λέει η
Ουάσιγκτον. Η ανεπιτυχής
εκστρατεία της
κυβέρνησης Trump να
κάνει την Ευρώπη να
αποκλείσει την Huawei
από το να κατασκευάσει
το δίκτυο 5G της, θα
έπρεπε να ήταν ένα
προειδοποιητικό σημάδι
της περιορισμένης ανοχής
των συμμάχων των ΗΠΑ
στις ακροσφαλείς
κινήσεις της Ουάσινγκτον.
Αντίθετα, η διοίκηση
εντείνει μια στρατηγική
που αναμένει ότι οι
σύμμαχοι θα ακολουθήσουν
την γραμμή των ΗΠΑ.
Δεν θα έπρεπε να είναι
έτσι. Οι Ηνωμένες
Πολιτείες θα μπορούσαν
να διατηρήσουν την
απόσταση μεταξύ
κυβέρνησης και
βιομηχανίας στην Κίνα αν
είχε εξασφαλίσει την
συνεχιζόμενη εξάρτηση
της Κίνας από την
τεχνολογία των ΗΠΑ.
Αντίθετα, οι ενέργειες
της διοίκησης του Trump
εναντίον της ZTE και της
Huawei έχουν ενισχύσει
το κίνητρο της Κίνας για
αυτονομία,
ευθυγραμμίζοντας τα
συμφέροντα της
κυβέρνησης και της
βιομηχανίας. Αν και
βραχυπρόθεσμα ο πόνος
που επιβάλλεται στην
τεχνολογική βιομηχανία
της Κίνας με την χρήση
της μαύρης λίστας μπορεί
να φαίνεται να δικαιώνει
την κίνηση της διοίκησης,
οι ενέργειές της,
μακροπρόθεσμα, θα
προετοιμάσουν το έδαφος
για μια πιο τεχνολογικά
τρομερή Κίνα.
Ο LORAND LASKAI είναι
επισκέπτης ερευνητής στο
Center for Security and
Emerging Technology της
Σχολής Εξωτερικών
Υπηρεσιών του
Πανεπιστημίου
Georgetown.
Foreign Affairs
http://www.foreignaffairs.gr/articles/72346/lorand-laskai/giati-to-na-mpei-i-huawei-se-mayri-lista-tha-mporoyse-na-gyrisei?page=show
https://www.foreignaffairs.com/articles/china/2019-06-19/why-blacklisting-huawei-could-backfire
|
|
Greek Finance Forum |
|
Σχόλια Χρηστών |
|
|
|
|
|
|