|
|
|
Για τρία εκατομμύρια ιδιοκτήτες
ακινήτων –περίπου το 50% αυτών που
παραλαμβάνουν χρεωστικό
ειδοποιητήριο–, ο ΕΝΦΙΑ του 2019 θα
γίνει υπόθεση των έως και 10 ευρώ
τον μήνα, μετά τη μείωση της
επιβάρυνσης που θα αποτυπωθεί στα
εκκαθαριστικά της φετινής χρονιάς.
Το σύνολο των φυσικών προσώπων θα
πληρώσει 2,07 δισ. ευρώ –από 2,64
δισ. ευρώ το 2018– και το 1,5 δισ.
ευρώ από αυτά θα το καταβάλει
περίπου 1,4 εκατομμύριο ιδιοκτήτες,
στους οποίους θα βεβαιωθούν ποσά
υψηλότερα των 500 ευρώ στον καθένα.
|
|
|
|
|
Εκτός από τους οφειλέτες
που χρωστούν στην εφορία
ποσά κάτω του ενός ευρώ,
υπάρχουν και οι υπόχρεοι
σε ΕΝΦΙΑ στους οποίους
καταλογίζονται κάθε
χρόνο μερικά… λεπτά. Ο
αριθμός τους φτάνει στο
ένα εκατομμύριο καθώς
από τα 7,3 εκατομμύρια
ειδοποιητηρίων που
εκδίδονται κάθε χρόνο,
στα 6,28 εκατομμύρια
βεβαιώνεται ποσό
μεγαλύτερο του ενός ευρώ.
Επίσης, πάνω από ένα
εκατομμύριο ιδιοκτήτες
επιβαρύνεται με ποσό
χαμηλότερο των 50 ευρώ.
Μάλιστα, ο αριθμός τους
φέτος αναμένεται να
αυξηθεί κατά αρκετές
εκατοντάδες χιλιάδες
λόγω της μείωσης του
25%-30% που θα ισχύσει
στο ποσό της βεβαίωσης
για όσους έχουν
περιουσίες κάτω των
80.000 ευρώ. Περίπου
650.000 ιδιοκτήτες, που
σήμερα πληρώνουν από 50
έως 100 ευρώ τον χρόνο,
θα τύχουν ελάφρυνσης έως
και 30 ευρώ με
αποτέλεσμα να αλλάξουν…
κατηγορία. Ετσι, ο ΕΝΦΙΑ
του 2019 για τον έναν
στους δύο
φορολογουμένους θα γίνει
υπόθεση του ενός λεπτού
έως και των 50 ευρώ. «Πρωταγωνιστές»
της φετινής εκκαθάρισης
θα είναι φέτος και οι
100 ιδιοκτήτες οι οποίοι
πληρώνουν κάθε χρόνο
περισσότερα από 100.000
ευρώ στην εφορία μόνο
για τον ΕΝΦΙΑ. Η μείωση
γι’ αυτούς θα ξεκινάει
από τις 10.000 ευρώ, ενώ
για 5 ή 6 εξ αυτών θα
φτάσει ακόμη και
35.000-40.000 ευρώ.
Με την ολοκλήρωση της
εκκαθάρισης του φετινού
ΕΝΦΙΑ, η οποία
αναμένεται προς το τέλος
Αυγούστου ή στις πρώτες
ημέρες του Σεπτεμβρίου,
θα προκύψει και ο νέος «χάρτης»
πληρωμών. Λόγω του
κατακερματισμού της
ακίνητης περιουσίας των
Ελλήνων αλλά και του
συμπληρωματικού φόρου
που θα εξακολουθήσει να
επιβάλλεται σε
ιδιοκτήτες με ατομική
περιουσία άνω των
250.000 ευρώ, η
μειοψηφία θα πληρώνει
τον κύριο όγκο του
συνολικού ΕΝΦΙΑ. Με βάση
τις πρώτες εκτιμήσεις,
μετά την ενεργοποίηση
της μεσοσταθμικής
μείωσης κατά 22%:
• Το 1,7 εκατομμύριο
ιδιοκτήτες, που το 2018
πλήρωσαν έως και 100
ευρώ, θα γίνει
τουλάχιστον δύο
εκατομμύρια το 2019. Η
συγκεκριμένη ομάδα θα
διευρυνθεί κατά
περισσότερους από
300.000-400.000
ιδιοκτήτες, οι οποίοι
ενώ το 2018 κατέβαλαν
περισσότερα από 100 ευρώ,
θα γλιτώσουν τουλάχιστον
25-30 ευρώ ο καθένας.
• Περίπου τρία
εκατομμύρια ιδιοκτήτες
θα πληρώνουν από 100 έως
και 500 ευρώ. Και αυτή η
ομάδα θα διευρυνθεί
αριθμητικά, αλλά τα
οικονομικά οφέλη, σε
σχέση με πέρυσι, θα
φτάνουν ακόμη και τα
120-150 ευρώ.
• Ο αριθμός αυτών που
πληρώνουν από 500 έως
και 2.000 ευρώ
αναμένεται να μειωθεί,
από το 1,3 εκατομμύριο
άτομα που ήταν το 2018,
κοντά στο ένα
εκατομμύριο.
• Περίπου 120.000
ιδιοκτήτες θα
εξακολουθήσουν να
πληρώνουν περισσότερα
από 2.000 ευρώ τον χρόνο
για κύριο και
συμπληρωματικό φόρο. Ο
αριθμός τους δεν
αναμένεται να μεταβληθεί
αλλά η επιβάρυνση θα
είναι μικρότερη σε σχέση
με πέρυσι.
Χωρίς ελάφρυνση οι
επιχειρήσεις
Εκτός ελαφρύνσεων του
ΕΝΦΙΑ έμειναν τα νομικά
πρόσωπα, καθώς
αποφασίστηκε το σύνολο
του διαθέσιμου
δημοσιονομικού χώρου να
διατεθεί για την
ελάφρυνση των φυσικών
προσώπων. Ετσι, οι
περίπου 58.000
επιχειρήσεις θα
επιβαρυνθούν και φέτος
με περίπου 450 εκατ.
ευρώ (έναντι 2 δισ. ευρώ
που θα πληρώσουν τα
φυσικά πρόσωπα). Οι
εταιρείες καταβάλλουν
περίπου 197 εκατ. ευρώ
ως κύριο φόρο και
επιπλέον 253 εκατ. ευρώ
για συμπληρωματικό φόρο
αφού για τα νομικά
πρόσωπα δεν υπάρχει
απαλλαγή (όπως οι
250.000 ευρώ που είναι
το απαλλακτικό όριο από
τον συμπληρωματικό φόρο
για τα φυσικά πρόσωπα).
Οι «πλούσιες» σε ακίνητα
επιχειρήσεις είναι
ελάχιστες στην Ελλάδα.
Από το σύνολο των
εταιρειών, μόλις 49.500
εταιρείες πληρώνουν έστω
και ένα ευρώ ΕΝΦΙΑ.
Επίσης, από το συνολικό
ποσό των 450 εκατ. ευρώ
που βεβαιώνεται ως ΕΝΦΙΑ
στον επιχειρηματικό
κόσμο, τα 366 εκατ. ευρώ
βεβαιώνονται σε μόλις
επτά χιλιάδες εταιρείες,
οι οποίες πληρώνουν ποσά
μεγαλύτερα των 10.000
ευρώ η καθεμία.
Στα 470 εκατ. ευρώ το
κόστος από τη μείωση του
φόρου
Το πρώτο μεγάλο «στοίχημα»
της νέας κυβέρνησης στο
πεδίο της οικονομικής
πολιτικής συνιστά η
μεσοσταθμική μείωση του
ΕΝΦΙΑ κατά 22%. Η
Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων
Εσόδων θα βεβαιώσει 570
εκατ. ευρώ λιγότερα στα
6,3 εκατομμύρια
ιδιοκτήτες που πληρώνουν,
αλλά το δημοσιονομικό
κόστος έχει υπολογιστεί
στα 470 εκατ. ευρώ. Για
να καλυφθεί η διαφορά,
έχει προϋπολογιστεί ότι
θα αυξηθεί ο συντελεστής
εισπραξιμότητας του
φόρου από τα χαμηλά
επίπεδα του 72%-74% στα
οποία διαμορφώθηκε καθ’
όλη την περίοδο από το
2014, οπότε και
ενεργοποιήθηκε μέχρι και
πέρυσι. Το οικονομικό
επιτελείο «ποντάρει»
φέτος σε έναν συντελεστή
εισπραξιμότητας της
τάξεως του 80%-82%. Αν ο
στόχος επιτευχθεί, εκτός
από το άμεσο αποτέλεσμα
της επίτευξης του
δημοσιονομικού στόχου,
θα ανοίξει ο δρόμος για
την εφαρμογή του ίδιου
μοντέλου –δηλαδή της
μείωσης των συντελεστών
με στόχο τις καλύτερες
εισπρακτικές επιδόσεις–
και σε άλλα πεδία της
φορολογικής πολιτικής.
To 2018, το συνολικό
ποσό που βεβαιώθηκε για
φόρους στην ακίνητη
περιουσία –με τον κύριο
όγκο να αφορά φυσικά τον
ΕΝΦΙΑ– ανήλθε στα 3,109
δισ. ευρώ. Ωστόσο,
εισπράχθηκαν 2,306 δισ.
ευρώ, δηλαδή το 74,16%
του συνολικού ποσού.
Αντίστοιχη ήταν η εικόνα
και το 2017 αλλά και το
2016, με τον συντελεστή
εισπραξιμότητας να
διαμορφώνεται στο 74,6%
και 74,12% αντίστοιχα.
Σε όλη αυτή την 5ετία,
φόροι της τάξεως των
800-900 εκατ. ευρώ
βεβαιώνονταν αλλά δεν
εισπράττονταν, με
αποτέλεσμα να «φορτώνονται»
στη δεξαμενή των
ληξιπρόθεσμων οφειλών.
Για φέτος, ο στόχος
είναι το βεβαιωθέν ποσό
που δεν θα εισπραχθεί να
περιοριστεί από τα 800
εκατ. ευρώ πέρυσι, στα
500-600 εκατ. ευρώ φέτος.
Η φετινή δημοσιονομική
επίδοση του ΕΝΦΙΑ θα
αποτελέσει «πιλότο» και
για την επόμενη χρονιά.
Η εκκαθάριση του 2020 θα
είναι περίπλοκη καθώς
από τη μια υπάρχει η
υποχρέωση να γίνει νέα
επικαιροποίηση των
αντικειμενικών αξιών
ώστε να συγκλίνουν με
τις πραγματικές και από
την άλλη υπάρχει η
δέσμευση της κυβέρνησης
να προχωρήσει στη
δεύτερη φάση μείωσης του
φόρου ώστε η
μεσοσταθμική μείωση να
αυξηθεί από το 20% στο
30%. H αύξηση του
ποσοστού της έκπτωσης
κατά 10 ποσοστιαίες
μονάδες προϋποθέτει
πρόσθετο δημοσιονομικό
χώρο της τάξεως των 200
εκατ. ευρώ. Ωστόσο, στην
τελική εκτίμηση του
δημοσιονομικού
αποτελέσματος θα πρέπει
να ληφθούν υπόψη:
1. Ενδεχόμενη νέα αύξηση
του συντελεστή
εισπραξιμότητας ακόμη
και αισθητά πάνω από το
80%.
2. Η νέα «αποτίμηση» της
αξίας των ακινήτων των
Ελλήνων, η οποία μετά τη
διόρθωση των
αντικειμενικών αξιών του
2018 βρίσκεται αυτή τη
στιγμή στα 478 δισ. ευρώ
χωρίς να
συμπεριλαμβάνεται σε
αυτό το ποσό η αξία των
ακινήτων.
Πηγή: «Καθημερινή» –
Συντάκτης: Θάνος Τσίρος
|
|
Greek Finance Forum |
|
Σχόλια Χρηστών |
|
|
|
|
|
|