Οι αυξανόμενες τιμές του
hardware και η περαιτέρω
είσοδος σε κάθε είδους
υπηρεσίες που παράγουν
ρευστό βοήθησαν την
Apple να καταγράψει
αύξηση 20% στα έσοδα, τα
οποία άγγιξαν τα 63
δισεκατομμύρια δολάρια.
Κι όλο αυτό συνέβη ενώ η
αύξηση του αριθμού των iPhone που
πωλήθηκαν σε σχέση με
πέρυσι ήταν μηδενική.
Οι επενδυτές εστιάζουν
στον στάσιμο αριθμό των
πωληθέντων iPhone και
όχι στη μέση τιμή
πώλησης ανά συσκευή, η
οποία έχει αυξηθεί στα
793 δολάρια από τα 618
δολάρια. Γι’ αυτό και η
ανακοίνωση αποτελεσμάτων
από την Apple στις αρχές
Νοεμβρίου οδήγησε την
τιμή της μετοχής της
Apple σε πτώση 3% την
ίδια μέρα.
Η δεύτερη και ακόμα
μεγαλύτερη πηγή
εκνευρισμού για τους
επενδυτές είναι οι
αλλαγές που αποφάσισε να
προωθήσει η Apple στις
πληροφορίες που
αποκαλύπτει κάθε τρίμηνο.
Καταρχήν, η εταιρεία θα
αρχίσει να αποκαλύπτει
το κόστος παροχής όλων
των υπηρεσιών της (όπως
π.χ. οι πωλήσεις
εφαρμογών, η αποθήκευση
στο cloud, και οι
πληρωμές μέσω κινητών
συσκευών). Οι αναλυτές
θα είναι σε θέση να
συγκρίνουν το κόστος σε
σχέση με τα έσοδα που
φέρνει η κάθε υπηρεσία (τα
οποία η Apple ήδη
αποκαλύπτει) και να
υπολογίζουν ένα
περιθώριο ακαθάριστου
κέρδους.
Δεύτερον – κι αυτό είναι
μια πραγματικά
αμφιλεγόμενη απόφαση – η
εταιρεία θα πάψει να
αποκαλύπτει πόσα iPhone,
iPad και Mac πουλάει
κάθε τρίμηνο. Συνεπώς,
οι αναλυτές δεν θα
μπορούν να παρακολουθούν
τις τάσεις στις πωλήσεις
μονάδων iPhone, να
υπολογίζουν μέσες τιμές
πώλησης, ή να μελετούν
άλλες κρίσιμες τάσεις.
«Η απουσία πληροφόρησης
θα δημιουργήσει ένα κενό
που θα καλυφθεί από
φήμες σχετικά με το τι
πραγματικά θα συμβαίνει
σε κάθε σκέλος
επιχειρηματικής
δραστηριότητας της
Apple» έγραψε ο αναλυτής
Walt Piecyk της BTIG
Research. «Η αβεβαιότητα
που παράγεται από τη
φημολογία σπανίως είναι
θετική για τις μετοχές».
Fortune
|
|