|
|
|
Περίληψη:
Οι μεταβολές στην
οικονομική κατάσταση της
Αφρικής έχουν οδηγήσει
πολλές χώρες να
επιδιώξουν ευκαιρίες
εκεί, δυνητικά
εκτοπίζοντας τις
επιλογές για τις
εταιρείες των ΗΠΑ. Η πιο
επιθετική από αυτές ήταν
η Κίνα. Μέχρι το 2016, η
Κίνα είχε καταστεί ο
μεγαλύτερος εμπορικός
εταίρος της Αφρικής,
ξένος δημιουργός θέσεων
εργασίας, και πηγή
άμεσων ξένων επενδύσεων.
|
|
|
|
|
|
----------------
Η Αφρική μεταμορφώνεται
ταχύτατα [1] και η
προσέγγιση των Ηνωμένων
Πολιτειών στην Αφρική
δεν συμβαδίζει. Ενώ
άλλες χώρες αρπάζουν τις
ευκαιρίες να επενδύσουν
σε αναπτυσσόμενες
αφρικανικές οικονομίες,
οι Ηνωμένες Πολιτείες
παλεύουν για να
ακολουθήσουν. Οι
δεσμεύσεις της Κίνας [2]
προς την ήπειρο είναι
ισχυρότερες από ποτέ,
όπως αποδεικνύεται από
το Φόρουμ για την
Συνεργασία Κίνας-Αφρικής
[3] που ολοκληρώθηκε
χθες, κατά την διάρκεια
του οποίου η Κίνα και οι
αφρικανικές χώρες
ενίσχυσαν την συνεργασία
στην κινεζική
πρωτοβουλία Belt and
Road, συμφώνησαν και
υπέγραψαν ένα
ανακοινωθέν [4] που ζητά
«μια ισχυρότερη
κοινότητα με κοινό
μέλλον μεταξύ Κίνας και
Αφρικής». Ο Αμερικανός
πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ,
εν τω μεταξύ,
καθυστέρησε δύο χρόνια
πριν ορίσει τελικά έναν
υφυπουργό για τις
αφρικανικές υποθέσεις
τον περασμένο μήνα, και
η κυβέρνησή του έχει
διαπράξει μια σειρά
διπλωματικών σφαλμάτων
στις σχέσεις της με την
ήπειρο, όπως με το να
περιφρονήσει τον πρόεδρο
της Επιτροπής της
Αφρικανικής Ένωσης σε
μια προχειροσχεδιασμένη
επίσκεψη στην
Ουάσινγκτον και με το να
τιμωρήσει την Ρουάντα
για την επιβολή δασμών
στα μεταχειρισμένα ρούχα
από τις Ηνωμένες
Πολιτείες. Σε βαθύτερο
επίπεδο, οι Ηνωμένες
Πολιτείες απέτυχαν να
σκιαγραφήσουν
οποιαδήποτε σοβαρή και
μακροπρόθεσμη ατζέντα
εμπλοκής με την Αφρική,
αφήνοντας τους ηγέτες
της ηπείρου να
αναρωτιούνται για το
μέλλον της εταιρικής
σχέσης ΗΠΑ-Αφρικής.
Αφρικανοί ηγέτες στην
Συνέλευση Αρχηγών Κρατών
και Κυβερνήσεων στην
Αντίς Αμπέμπα της
Αιθιοπίας, τον Ιούλιο
του 2017. TIKSA NEGERI /
REUTERS
------------------------------------------------------------------------
Στις 20 Αυγούστου, η
πρώτη κυρία Melania
Trump ανακοίνωσε ότι θα
πραγματοποιήσει ένα
ατομικό ταξίδι στην
Αφρική τον Οκτώβριο. (Οι
στόχοι και το δρομολόγιο
του ταξιδιού δεν έχουν
ανακοινωθεί ακόμα). Η
επίσκεψή της είναι
μακράν καθυστερημένη.
Για δεκαετίες, οι
αμερικανικές προεδρικές
διοικήσεις, δημοκρατικές
και ρεπουμπλικανικές
ομοίως, συνεργάστηκαν με
αφρικανικές κυβερνήσεις
και περιφερειακά θεσμικά
όργανα για να σώσουν
ζωές στην Αφρική, να
βελτιώσουν τις
αφρικανικές οικονομίες
και να σταματήσουν
αφρικανικούς πολέμους
[5]. Το έκαναν με βάση
την αρχή ότι με το να
βοηθηθεί η Αφρική να
ευημερήσει αυτό επίσης
εξυπηρετεί τα συμφέροντα
των Ηνωμένων Πολιτειών.
Προηγούμενες διοικήσεις
απολάμβαναν την
προνομιακή θέση να είναι
«εταίροι από επιλογή»
στην Αφρική. Για
παράδειγμα, όταν τα
στρατεύματα της Ρουάντα
[6] χρειάζονταν να
μεταφερθούν στην
Κεντροαφρικανική
Δημοκρατία το 2014 για
να στηρίξουν μια
ειρηνευτική δύναμη της
Αφρικανικής Ένωσης,
κάλεσαν την Πολεμική
Αεροπορία των ΗΠΑ για
υποστήριξη. Όταν η
πανδημία του AIDS
απείλησε να εξαλείψει
μια ολόκληρη γενιά νέων
Αφρικανών, οι Ηνωμένες
Πολιτείες απάντησαν με
το μετασχηματιστικό
Προεδρικό Σχέδιο
Επείγουσας Θεραπείας για
το AIDS (President’s
Emergency Plan for AIDS
Relief ή PEPFAR). Και
χιλιάδες νέοι Αφρικανοί
φοίτησαν σε αμερικανικά
πανεπιστήμια τις
δεκαετίες του 1960 και
του 1970 και ανέλαβαν
χρόνια αργότερα
εξέχουσες θέσεις στην
κυβέρνηση και στις
επιχειρήσεις στις χώρες
καταγωγής τους. Ωστόσο,
οι Ηνωμένες Πολιτείες
κινδυνεύουν τώρα να
χάσουν την ιδιότητά τους
ως «εταίρος από επιλογή»
της Αφρικής,
αντικατεστημένες από την
Κίνα και άλλους. Αν οι
Ηνωμένες Πολιτείες
θέλουν να ξανακερδίσουν
την θέση τους στις
αφρικανικές χώρες, τόσο
η αμερικανική κυβέρνηση
όσο και ο αμερικανικός
ιδιωτικός τομέας πρέπει
να καταβάλουν σοβαρές
προσπάθειες για να
βελτιώσουν την κατανόησή
τους για την Αφρική: Πώς
αλλάζει, πώς αντιδρούν
οι άλλοι δρώντες σε
αυτές τις αλλαγές, και
ποιες είναι οι
επιπτώσεις των δικών
τους προσεγγίσεων στην
ήπειρο.
Η ΑΦΡΙΚΗ ΑΝΑΔΥΕΤΑΙ
Η Αφρική είναι από καιρό
ένα τυφλό σημείο για
τους Δυτικούς. Τον Μάιο
του 2000, μια βασική
ιστορία στο The
Economist την
χαρακτήρισε «Η άπελπις
ήπειρος». Αλλά πιο
πρόσφατα, αυτή η άποψη
έχει αρχίσει να αλλάζει.
Ήδη από τον Δεκέμβριο
του 2011, το Economist
είχε αλλάξει την
εκτίμησή του με ένα
εξώφυλλο που ανήγγειλε
την «αναδυόμενη Αφρική».
Η οικονομική ανάπτυξη
είχε αρχίσει να
μετατρέπει την εικόνα
της Αφρικής από μια
ήπειρο γεμάτη
συγκρούσεις και
ασθένειες, αενάως έχουσα
ανάγκη από εξωτερική
βοήθεια, σε μια ήπειρο
γεμάτη με ευκαιρίες για
επιχειρηματική
δραστηριότητα και κέρδη.
Οι μεταβολές στην
οικονομική κατάσταση της
Αφρικής έχουν οδηγήσει
πολλές χώρες να
επιδιώξουν ευκαιρίες
εκεί -δυνητικά
εκτοπίζοντας τις
επιλογές για τις
εταιρείες των ΗΠΑ. Η πιο
επιθετική από αυτές ήταν
η Κίνα. Μέχρι το 2016, η
Κίνα είχε καταστεί ο
μεγαλύτερος εμπορικός
εταίρος της Αφρικής,
ξένος δημιουργός θέσεων
εργασίας, και πηγή
άμεσων ξένων επενδύσεων.
Στα τέλη Ιουλίου του
τρέχοντος έτους, στο
πρώτο ξένο ταξίδι του
στο εξωτερικό στην
δεύτερη θητεία του, ο
Κινέζος πρόεδρος Xi
Jinping ολοκλήρωσε μια
περιοδεία σε πολλές
χώρες, στον Μαυρίκιο, τη
Ρουάντα, την Σενεγάλη
και τη Νότια Αφρική.
Οι κινεζικές επενδύσεις
έχουν αφυπνίσει άλλες
χώρες για τις
οικονομικές δυνατότητες
της ηπείρου. Ο
πρωθυπουργός της Ινδίας,
Narendra Modi,
ολοκλήρωσε επίσης μια
περιοδεία σε πολλές
χώρες στην Αφρική στα
τέλη Ιουλίου,
επισκεπτόμενος την
Ρουάντα, τη Νότια Αφρική
και την Ουγκάντα. Το
διμερές εμπόριο [7]
μεταξύ της Ινδίας και
των αφρικανικών χωρών
αυξήθηκε από 5,3
δισεκατομμύρια δολάρια
το 2001 σε πάνω από 70
δισεκατομμύρια δολάρια
το 2013 -περισσότερο από
το διμερές εμπόριο της
Ινδίας με τις Ηνωμένες
Πολιτείες το ίδιο έτος.
Το διμερές εμπόριο
μεταξύ Τουρκίας και
αφρικανικών χωρών
αυξήθηκε κατά έξι φορές
μεταξύ 2003 και 2017,
φτάνοντας τα 17
δισεκατομμύρια δολάρια
εκείνο το έτος. Και στις
τρεις περιπτώσεις -Κίνα,
Ινδία και Τουρκία- οι
κυβερνήσεις έλαβαν
εσκεμμένες αποφάσεις
πολιτικής που οδήγησαν
σε ταχεία ανάπτυξη της
οικονομικής τους
δέσμευσης με τις
αφρικανικές χώρες.
Η ωριμότητα των
αφρικανικών
περιφερειακών και
ηπειρωτικών θεσμών,
ιδίως της Αφρικανικής
Ένωσης (African Union,
AU), ενθάρρυνε επίσης τη
μεγαλύτερη δέσμευση από
εξωτερικούς παράγοντες.
Η AU αναδύεται ως ένας
κρίσιμος και αξιόπιστος
πολιτικός θεσμός. Η έδρα
της –η Αντίς Αμπέμπα,
στην Αιθιοπία- έχει
γίνει η τρίτη μεγαλύτερη
διπλωματική πρωτεύουσα
[8] στον κόσμο. Το εύρος
των δραστηριοτήτων της
AU για λογαριασμό των
κρατών-μελών της, από
την ανάπτυξη ενεργειών
υποστήριξης της ειρήνης
μέχρι την καταπολέμηση
των πανδημικών ασθενειών,
την έχει καταστήσει
πολύτιμο διπλωματικό
εταίρο για κυβερνήσεις
και πολυμερείς
οργανισμούς σε όλο τον
κόσμο.
Τέλος, η αυξανόμενη
σημασία της
αντιτρομοκρατίας έχει
διευρύνει και
διαφοροποιήσει τους
τύπους εταιρικών σχέσεων
ασφάλειας που υπάρχουν
στην Αφρική. Για
παράδειγμα, το
Λουξεμβούργο, η Σαουδική
Αραβία, η Σλοβενία και
τα Ηνωμένα Αραβικά
Εμιράτα συγκαταλέγονται
μεταξύ των οικονομικών
συντελεστών στην
Πρωτοβουλία G5 Sahel [9]
το 2017, που αποσκοπούσε
στην καταπολέμηση των
τρομοκρατικών και
εγκληματικών δικτύων που
λειτουργούν στις
απομακρυσμένες περιοχές
της Μπουρκίνα Φάσο, του
Τσαντ, του Μάλι, της
Μαυριτανία και του
Νίγηρα. Η Κίνα, η οποία
παραδοσιακά ήταν
απρόθυμη να εμπλακεί
στρατιωτικά έξω από την
άμεση γειτονιά της, έχει
σήμερα πάνω από 2.400
ειρηνευτές [10] που
υπηρετούν σε έξι
ειρηνευτικές
επιχειρήσεις του ΟΗΕ
στην Αφρική, σε
αναγνώριση του γεγονότος
ότι οι επιχειρηματικές
της δραστηριότητες
μπορούν να ευδοκιμήσουν
μόνο σε περιβάλλον
φυσικής ασφάλεια. Το
μικροσκοπικό έθνος του
Τζιμπουτί [11], το οποίο
είναι μικρότερο τόσο από
πλευράς εδάφους όσο και
πληθυσμού από την
πολιτεία της
Μασαχουσέτης, φιλοξενεί
πλέον τον μεγαλύτερο
αριθμό ξένων
στρατιωτικών βάσεων από
οπουδήποτε αλλού στον
κόσμο (φιλοξενεί
δυνάμεις από την Κίνα,
την Γαλλία, την Ιταλία,
την Ιαπωνία, και οι
Ηνωμένες Πολιτείες με
την Σαουδική Αραβία
σύντομα να ακολουθήσουν
το παράδειγμά τους).
Αυτές οι βάσεις
επιτρέπουν στους
ενοίκους τους να
στηρίζουν ναυτικές
επιχειρήσεις στις
βασικές θαλάσσιες
λωρίδες της Ερυθράς
Θάλασσας.
Καθώς οι διεθνείς αυτές
συνεργασίες
πολλαπλασιάζονται,
υπάρχει μια γενική
αίσθηση μεταξύ των
αφρικανικών πολιτικών
ελίτ ότι οι Ηνωμένες
Πολιτείες στερούνται
μιας συνεκτικής
πολιτικής έναντι της
Αφρικής και ότι εκχωρούν
την θέση τους ως
προτιμώμενου εταίρου σε
άλλες χώρες και
οργανισμούς, ιδίως την
Κίνα και την ΕΕ.
Η αποτυχία του Trump να
διορίσει υφυπουργό
Εξωτερικών για τις
αφρικανικές υποθέσεις
για σχεδόν δύο χρόνια
στην προεδρία του
έστειλε ένα πολύ
αρνητικό μήνυμα σχετικά
με την προτεραιότητα των
Ηνωμένων Πολιτειών για
την Αφρική. Αφρικανοί
αξιωματούχοι και άλλοι
εταίροι εξέφρασαν την
λύπη τους για τη μακρά
απουσία ενός βασικού
συνομιλητή στην
κυβέρνηση των ΗΠΑ που να
μπορεί να προωθήσει
συστηματικά την πολιτική
των ΗΠΑ προς την Αφρική,
στην Ουάσινγκτον ή επί
του πεδίου. Ο διορισμός
του πρέσβυ Tibor Nagy ως
νέου υφυπουργού
Εξωτερικών για τις
Αφρικανικές Υποθέσεις
τον Ιούλιο του 2018 ήταν
μια ευπρόσδεκτη εξέλιξη,
αλλά έχει σημαντικό
έδαφος να καλύψει για να
ενισχύσει τους δεσμούς
με την ήπειρο και θα
χρειαστεί την βοήθεια
του προέδρου για να το
πράξει.
Η κυβέρνηση Trump
υπονόμευε σε μεγάλο
βαθμό το δικό της κύρος
κατά την διάρκεια της
καταστροφικής επίσκεψης
του πρώην υπουργού
Εξωτερικών Rex Tillerson
στο Τσαντ, το Τζιμπουτί,
την Αιθιοπία, την Κένυα
και τη Νιγηρία τον
Μάρτιο του 2018. Ο Τραμπ
απέλυσε χωρίς
πολλά-πολλά τον Τίλερσον
ενώ το ταξίδι ήταν ακόμα
σε εξέλιξη, κάτι που
πολλοί Αφρικανοί
εξέλαβαν ως περαιτέρω
απόδειξη ότι η διοίκηση
δεν λαμβάνει σοβαρά
υπόψη της την Αφρική. Η
αχρεία αναφορά του Trump
στα αφρικανικά κράτη ως
«χώρες του απόπατου» τον
Ιανουάριο του 2018
εξακολουθεί να
εκνευρίζει, παρά την
επιστολή που απέστειλε
στην Συνέλευση των
Αρχηγών Κρατών και
Κυβερνήσεων της rankle,
καθώς συγκεντρώθηκαν
στην Αντίς Αμπέμπα λίγες
μέρες μετά την προσβολή,
στην οποία τονιζόταν η
συνεργασία ΗΠΑ-Αφρικής.
Για να είμαστε δίκαιοι,
ο Λευκός Οίκος έχει
κάνει κάποιες
προσπάθειες για να
αναστρέψει την αντίληψη
περί αδιαφορίας του προς
την Αφρική. Αλλά ακόμη
και αυτές οι προσπάθειες
έχουν συχνά έρθει με
περαιτέρω σφάλματα. Τον
Σεπτέμβριο του 2017, ο
Trump φιλοξένησε σε ένα
γεύμα εργασίας εννέα
Αφρικανούς αρχηγούς
κρατών και κυβερνήσεων
στο περιθώριο της
ετήσιας συνόδου της
Γενικής Συνέλευσης των
Ηνωμένων Εθνών. Αφού
καλωσόρισε λανθασμένα
τον πρόεδρο της «Νάμπιγας»
(αντί της Ναμίμπιας), ο
Trump αναγνώρισε αδέξια
τις αυξανόμενες
οικονομικές προοπτικές
της ηπείρου λέγοντας: «Η
Αφρική έχει τεράστιο
επιχειρηματικό δυναμικό.
Έχω πολλούς φίλους που
πηγαίνουν στις χώρες σας,
προσπαθώντας να γίνουν
πλούσιοι. Σας συγχαίρω».
Τον Απρίλιο του 2018,
φιλοξένησε τον πρόεδρο
Muhammadu Buhari της
Νιγηρίας για μια
επίσκεψη στο Οβάλ
Γραφείο και μια
συνέντευξη τύπου στον
Κήπο των Ρόδων κατά την
διάρκεια της σύντομης
επίσκεψης του αρχηγού
της Νιγηρίας στην
Ουάσινγκτον. Και στις 27
Αυγούστου, ο Trump
φιλοξένησε τον πρόεδρο
της Κένυας Uhuru
Kenyatta για μια
επίσκεψη στο Οβάλ
Γραφείο -μια τιμή που
δεν επεξέτεινε στον Abiy
Ahmed, τον νεαρό και
χαρισματικό νέος
πρωθυπουργό της
Αιθιοπίας, κατά την
επίσκεψη του Ahmed στην
διασπορά της Αιθιοπίας
στις Ηνωμένες Πολιτείες
τον Ιούλιο. Αντ’ αυτού,
ο πρωθυπουργός έπρεπε να
αρκεστεί σε μια σύντομη
συνομιλία με τον
αντιπρόεδρο Mike Pence,
μια προσβολή που δεν
πέρασε απαρατήρητη από
τους Αιθίοπες.
ΚΑΙΡΟΣ ΓΙΑ ΔΙΟΡΘΩΣΗ
ΠΟΡΕΙΑΣ
Οι προκλήσεις για την
εξωτερική πολιτική των
ΗΠΑ στην Αφρική
πηγαίνουν βαθύτερα από
τα προβλήματα της
διπλωματικής εθιμοτυπίας
και της έλλειψης
προσωπικού. Κατ’ αρχήν,
οι Ηνωμένες Πολιτείες
δεν ανταποκρίθηκαν στις
προτεραιότητες που έχουν
προσδιορίσει οι
αφρικανικές χώρες για
τον εαυτό τους. Η «Ατζέντα
2063» της AU [12], το
σχέδιο της ηπείρου για
την ανάπτυξή της μέχρι
τα μέσα του εικοστού
πρώτου αιώνα, απαιτεί
ανάπτυξη υποδομών,
αρχιτεκτονική ασφαλείας
και πρόοδο στην υγεία
και την εκπαίδευση με
εμβληματικά προγράμματα
όπως το σιδηροδρομικό
δίκτυο υψηλής ταχύτητας
που θα συνδέει κάθε
αφρικανική πρωτεύουσα,
και η δημιουργία μιας
πλήρως ολοκληρωμένης
αφρικανικής ηπειρωτικής
ζώνης ελευθέρων
συναλλαγών (African
Continental Free Trade
Area). Πιο σημαντικό,
είναι ένα έγγραφο με
υψηλή πολιτική σημασία
το οποίο οι Αφρικανοί
αξιωματούχοι συνηθίζουν
να αναφέρουν σε
συζητήσεις πολιτικής στο
ηπειρωτικό, περιφερειακό
και εθνικό επίπεδο.
Ωστόσο, οι Ηνωμένες
Πολιτείες δεν έχουν
προσαρμόσει ουσιαστικά
την αναπτυξιακή βοήθεια
[που προσφέρουν], την
πολιτική δέσμευσή τους ή
την διπλωματική
στρατηγική τους για να
λάβουν υπόψη την σημασία
που έχει η «Ατζέντα
2063» για τους
Αφρικανούς ηγέτες και
την συνάφειά της για τις
συνεργασίες της Αφρικής.
Όπως είπε ένας ανώτερος
αξιωματούχος της
Αφρικανικής Ένωσης, «[οι
Αμερικανοί] δεν είναι
στην Αφρική για εμάς.
Είναι εδώ για τον εαυτό
τους». Αντιστρόφως, ένα
από τα αναμενόμενα
αποτελέσματα της
συνάντησης της FOCAC στο
Πεκίνο τον Σεπτέμβριο,
είναι ο συντονισμός της
κινεζικής πρωτοβουλίας «Μια
Ζώνη, Μια Οδός» με τους
στόχους της «Ατζέντας
2063» και τους στόχους
της Βιώσιμης Ανάπτυξης
του ΟΗΕ.
Λόγω του μεγέθους της
οικονομίας τους, της
διπλωματικής σημασίας
και των δυνατοτήτων
ασφαλείας τους, οι
Ηνωμένες Πολιτείες είναι
σε θέση να παραμείνουν
ένας σημαντικός εταίρος
στην Αφρική εάν αλλάξουν
την πορεία τους. Ωστόσο,
ο πολλαπλασιασμός των
άλλων εταίρων που έχουν
τα δικά τους συμφέροντα,
σε συνδυασμό με την
αυξανόμενη επιμονή των
Αφρικανών ηγετών στις
δικές τους ανάγκες στις
συνεργασίες, μετατοπίζει
το τοπίο της δέσμευσης
με μη αφρικανικές χώρες
και οργανώσεις.
Συγκεκριμένα, δίνει
στους Αφρικανούς
επιλογές για συνεργασίες
που δεν είχαν
προηγουμένως.
Ως εκ τούτου, η
κυβέρνηση των Ηνωμένων
Πολιτειών θα πρέπει να
εξετάσει το ενδεχόμενο
να λάβει τα ακόλουθα
μέτρα για να
επανατοποθετήσει την
επίσημη δέσμευσή της
στην Αφρική. Πρώτον, το
Στέιτ Ντιπάρτμεντ πρέπει
να οργανώσει διαρθρωμένο
διάλογο με την
Αφρικανική Ένωση για την
«Ατζέντα 2063». Στην
συνέχεια, ο Trump θα
πρέπει να στείλει στην
ήπειρο, πριν από τα τέλη
του 2018, τον υπουργό
Εξωτερικών, Mike Pompeo,
και τον υφυπουργό
Εξωτερικών για την
Αφρική, Tibor Nagy, για
την ενίσχυση των
περιφερειακών και
διμερών σχέσεων. Το
Εθνικό Συμβούλιο
Πληροφοριών (National
Intelligence Council) θα
πρέπει να διεξάγει μια
επίσημη αξιολόγηση για
τις διμερείς και
πολυμερείς διεθνείς
συνεργασίες στην Αφρική
για να κατανοήσει τον
αντίκτυπό τους στα
συμφέροντα των ΗΠΑ. Και
ο Trump θα πρέπει να
υιοθετήσει πλήρως τις
συστάσεις του Advisory
Council on Doing
Business in Africa του
Απριλίου 2018 [13] για
την ανάπτυξη μιας
συνολικής οικονομικής
στρατηγικής για την
εμπλοκή του ιδιωτικού
τομέα στην Αφρική.
Οι Ηνωμένες Πολιτείες
χάνουν γρήγορα την
πολιτική επιρροή τους
στην Αφρική, τόσο
διμερώς όσο και
πολυμερώς. Η Αφρική δεν
στέκεται ακίνητη ενώ η
κυβέρνηση των Ηνωμένων
Πολιτειών σκέπτεται το
πώς πρέπει να εμπλακεί
και να ανακάμψει από τις
γκάφες της. Τα οφέλη που
προσπορίζονται άλλοι
εταίροι, όπως η Κίνα και
η ΕΕ, θα περιορίσουν
τελικά τις επιλογές που
έχουν στην διάθεσή τους
οι Ηνωμένες Πολιτείες
για την διαμόρφωση των
εξελίξεων στην ήπειρο με
τρόπο που να στηρίζει τα
δικά τους συμφέροντα
καθώς και τις
προτεραιότητες των
αφρικανικών χωρών. Οι
Ηνωμένες Πολιτείες
πρέπει να ενεργήσουν
γρήγορα και στρατηγικά
για να προσαρμόσουν την
προσέγγισή τους σε μια
μεταβαλλόμενη ήπειρο,
αλλιώς θα μείνουν πίσω.
Ο REUBEN E. BRIGETY II
είναι πρύτανης της
Σχολής Διεθνών Υποθέσεων
Elliott στο Πανεπιστήμιο
George Washington.
Διετέλεσε Πρέσβης των
ΗΠΑ στην Αφρικανική
Ένωση και Μόνιμος
Αντιπρόσωπος των ΗΠΑ
στην Οικονομική Επιτροπή
των Ηνωμένων Εθνών για
την Αφρική από το 2013
έως το 2015.
Foreign Affairs
http://www.foreignaffairs.gr/articles/71940/reuben-brigety/i-afriki-meta-tin-ameriki?page=show
https://www.foreignaffairs.com/articles/africa/2018-08-28/post-american-africa
|
|
Greek Finance Forum |
|
Σχόλια Χρηστών |
|
|
|
|
|
|