Όπως αναφέρει το Βήμα,
σύμφωνα με πληροφορίες,
η Γενική Διεύθυνση
Ανταγωνισμού της
Ευρωπαϊκής Επιτροπής δεν
έχει ακόμη ολοκληρώσει
τη μελέτη του εργαλείου
του ΤΧΣ, για το οποίο
έχει λάβει αναλυτικά
στοιχεία από το
υπουργείο Οικονομικών.
Οπως επισημαίνουν
τραπεζικοί κύκλοι,
υπάρχουν αρκετές
τεχνικές λεπτομέρειες
που μένει να
διευκρινιστούν από την
ελληνική πλευρά, ενώ
ερωτηματικό αποτελεί και
το τελικό κόστος που θα
έχει για τις τράπεζες
που θα κάνουν χρήση του.
Κι αυτό διότι θα
προβλέπεται μία ετήσια
προμήθεια, το ύψος της
οποίας θα αποτελέσει τον
καθοριστικότερο
παράγοντα λήψης της
οποιασδήποτε απόφασης
από τις τράπεζες. Ο
διευθύνων σύμβουλος της
Εθνικής Τράπεζας Παύλος
Μυλωνάς στην παρουσίαση
του πλάνου
μετασχηματισμού του
ομίλου σε αναλυτές στο
Λονδίνο την περασμένη
εβδομάδα δεν απέκλεισε
το ενδεχόμενο εάν το
σχετικό κόστος είναι
υψηλό να μη συμφέρει η
χρήση των εγγυήσεων.
Προβληματισμός για το
υψηλό δημοσιονομικό
κόστος
Από την άλλη πλευρά, η
διαδικασία έγκρισης του
σχεδίου της Τράπεζας της
Ελλάδος δεν έχει ακόμη
ξεκινήσει, παρότι οι
υπηρεσίες της εγχώριας
νομισματικής αρχής έχουν
ολοκληρώσει την
προετοιμασία του.
Τραπεζικές πηγές
εκφράζουν τον
προβληματισμό τους για
το υψηλό δημοσιονομικό
κόστος που συνεπάγεται η
εφαρμογή του, καθώς το
Δημόσιο θα εισφέρει
χρήματα άμεσα μέσω του
αναβαλλόμενου φόρου.
Υπάρχουν δηλαδή και
πολιτικά ρίσκα στην
προκειμένη περίπτωση.
Στο πλαίσιο αυτό,
θεωρούν πως η κατάθεσή
του στην αρμόδια
υπηρεσία της Κομισιόν
από το υπουργείο
Οικονομικών θα γίνει
αφού ληφθούν οι
εγκρίσεις για το πλάνο
του ΤΧΣ. Αυτό σημαίνει
ότι το πιο πιθανό
σενάριο είναι ένα ή και
τα δύο εργαλεία να
τεθούν στη διάθεση των
τραπεζών στο β’ εξάμηνο
του έτους. Για τον λόγο
αυτόν, στους
επιχειρησιακούς
σχεδιασμούς που έχουν
παρουσιάσει επίσημα οι
τέσσερις συστημικοί
όμιλοι δεν προβλέπεται η
χρήση οποιουδήποτε
πλάνου υποβοήθησης. Σε
έκθεσή του ο ελβετικός
οίκος UBS αναφέρει
σχετικά πως oι
συστημικές λύσεις για τα
«κόκκινα» δάνεια είναι
ένα από τα κυρίαρχα
θέματα που βρίσκονται
στο επίκεντρο του
ενδιαφέροντος των
επενδυτών. Οπως
σημειώνουν οι αναλυτές
του, τα εργαλεία αυτά
και η οικονομική
ανάκαμψη αποτελούν
προαπαιτούμενα για την
εξασφάλιση της
εξυγίανσης του κλάδου
χωρίς να χρειαστεί ένας
νέος γύρος
ανακεφαλαιοποίησης που
παραμένει το βασικό
ερωτηματικό γύρω από τις
ελληνικές τράπεζες στο
μυαλό των επενδυτών. |