Η
Ελλάδα, σημειώνεται στην
έκθεση έκανε καλό
ξεκίνημα στη
μεταμνημονιακή περίοδο,
αλλά τους τελευταίους
μήνες έχει επιβραδυνθεί
η μεταρρυθμιστική
προσπάθειά της,
καταλήγει η τρίτη έκθεση
των θεσμών, στο πλαίσιο
της ενισχυμένης
εποπτείας, που
δημοσίευσε σήμερα η
Ευρωπαϊκή Επιτροπή.
Η κοστολόγηση των μέτρων..
1. Σημειώνεται πως
υπάρχει σημαντική μεγάλη
διαφορά όσον αφορά στην
μέτρηση της επίπτωσης
από τις ρυθμίσεις των
ληξιπρόθεσμων οφειλών
προς την εφορία και τα
ασφαλιστικά ταμεία. Για
την ρύθμιση των
ασφαλιστικών ταμείων, οι
θεσμοί βλέπουν «τρύπα» η
οποία θα κυμαίνεται από
0,3% έως και 0,6% του
ΑΕΠ σε αντίθεση με την
ελληνική πλευρά η οποία
βλέπει θετική επίδραση
της τάξεως του 0,2% του
ΑΕΠ για το 2019 και 0,3%
για το 2020. Όπως
σημειώνεται, οι θεσμοί
βλέπουν ότι η ρύθμιση
στα ασφαλιστικά ταμεία
θα δημιουργήσει
δημοσιονομικό κενό
0,1-0,2% και για το 2019
και για το 2020 ενώ η
ελληνική πλευρά βλέπει
θετικό δημοσιονομικό
χώρο 0,1%. Όσον αφορά
στην ρύθμιση της εφορίας,
το άνοιγμα εκτιμάται από
0,2% έως 0,4% για φέτος
και από 0,1% έως 0,3%
για του χρόνου με την
κυβέρνηση να βλέπει
θετική επίδραση 0,1% για
το 2019 και 0,2% για το
2020.
2. Για τα μέτρα του ΦΠΑ
φαίνεται πως ελληνική
κυβέρνηση και θεσμοί
έχουνε σχεδόν την ίδια
εκτίμηση ως προς τη
δημοσιονομική επίπτωση:
0,3% για το 2019 και
0,4% για το 2020. Βέβαια,
ο «λογαριασμός» έτσι
όπως αποτυπώνεται στην
έκθεση της Κομισιόν
είναι πιο βαρύς
συγκριτικά με τα όσα
είχαν γίνει γνωστά μέχρι
τώρα από την κυβέρνηση
(η οποία μιλούσε για
επίπτωση 440 εκατ. ευρώ
για το 2019
3. Σύμπτωση υπάρχει και
για τις συντάξεις. Η
καταβολή της 13ης
σύνταξης και των
ευνοϊκών διατάξεων για
τις συντάξεις χηρείας θα
κοστίσουν 0,5% του ΑΕΠ.
Σύμφωνα λοιπόν με τους
υπολογισμούς,
ο συνολικός λογαριασμός
των μέτρων ανεβαίνει από
το 1,1 έως το 1,4% του
ΑΕΠ με βάση τις
εκτιμήσεις των θεσμών
για το 2019 και στο
1,2-1,5% για το 2020
έναντι 0,6% που είναι η
πρόβλεψη της Ελλάδας.
Άρα, υπάρχει διαφορά η
οποία κυμαίνεται από
0,5% (περίπου 900 εκατ.
ευρώ) έως και 0,9% (δηλαδή
κοντά στα 1,6 δις. ευρώ).
|