Ο νόμος Κατσέλη
επιτρέπει στον οφειλέτη
σήμερα να υποβάλει στο
δικαστήριο αίτηση και
σχέδιο διευθέτησης
οφειλών ζητώντας να
εξαιρεθεί από την
εκποίηση κύρια κατοικία
με ή χωρίς προσημείωση ή
υποθήκη, με βάση
συγκεκριμένες
προϋποθέσεις οι οποίες
ισχύουν έως τα τέλη του
2018.
Από τον Ιανουάριο του
2019 οι τράπεζες θέλουν
να μειωθεί το πλαφόν
στην αντικειμενική αξία
των ακινήτων που μπορούν
να ενταχθούν στον νόμο
Κατσέλη, εφόσον υπάρχει
παράταση στην ισχύ του.
Στο πλαίσιο αυτό, όπως
αναφέρει το ΒΗΜΑ, έχουν
υποβάλει πρόταση για
μείωση του ανώτατου
ορίου από τις 280.000
σήμερα, στις 100.000
ευρώ.
Μετά την άρση του
τραπεζικού απορρήτου,
στα μέσα Σεπτεμβρίου,
ξεκινάει το σκανάρισμα
200.000 δανειοληπτών που
έχουν υποβάλει αίτημα
για ένταξη στον νόμο
Κατσέλη και αναμένουν
την εκδίκαση της
υπόθεσής τους στο
Ειρηνοδικείο. Τα χρέη
τους στις τράπεζες
διαμορφώνονται στα
επίπεδα των 17 δισ. ευρώ,
εκ των οποίων τα 9 δισ.
ευρώ αφορούν οφειλές από
την κατηγορία της
στεγαστικής πίστης.
Οι τράπεζες εκτιμούν ότι
περίπου το 20% – 25% των
συγκεκριμένων οφειλετών
ανήκει στην κατηγορία
των στρατηγικών
κακοπληρωτών. Δηλαδή
πρόκειται για
δανειολήπτες που δεν
πληρούν τα κριτήρια του
ισχύοντος προστατευτικού
πλαισίου για την κύρια
κατοικία.
Ο εντοπισμός τους
αποτελεί προτεραιότητα
και θα γίνει μέσω της
ηλεκτρονικής πλατφόρμας
που δημιουργήθηκε από
την ελεγκτική εταιρεία
PWC και τον Τειρεσία και
έχει τεθεί εδώ και
μερικούς μήνες σε
λειτουργία.
Σε καθημερινή βάση όλες
οι τράπεζες εισάγουν στη
βάση δεδομένων
ηλεκτρονικά αρχεία με
πληροφορίες σχετικές με
την περιουσιακή και
χρηματοοικονομική
κατάσταση των
δανειοληπτών που
αναμένουν την εκδίκαση
της υπόθεσής τους στο
πλαίσιο του νόμου για τα
υπερχρεωμένα νοικοκυριά.
Με τον τρόπο αυτόν, οι
τράπεζες αποκτούν πλήρη
και ακριβή στοιχεία για
τις οικονομικές
δυνατότητες όσων
διεκδικούν κούρεμα με τη
βούλα του δικαστηρίου,
γεγονός που διευκολύνει
τον εντοπισμό των
περιπτώσεων που δεν
πληρούν τα κριτήρια
ένταξης στον νόμο.
Εφόσον βρεθούν οι
συγκεκριμένοι
δανειολήπτες μέσω της
νέας ηλεκτρονικής
πλατφόρμας, οι τράπεζες
είναι διατεθειμένες να
προσφέρουν μια ευνοϊκή
ρύθμιση, με βάση τα
χαρακτηριστικά του
πελάτη τους,
προειδοποιώντας τον
ωστόσο ότι αν δεν τη
δεχθεί, το μόνο που
καταφέρνει είναι να
καθυστερήσει την
εφαρμογή μιας πολύ
χειρότερης για αυτόν
λύσης, που μπορεί να
περιλαμβάνει και
ρευστοποίηση της
περιουσίας του. |