|
|
|
Περίληψη:
Την εποχή του πολέμου
στο Ιράκ του 2003, οι
επικριτές συχνά
κατηγόρησαν τον Βρετανό
πρωθυπουργό Τόνι Μπλερ
ότι ενεργούσε ως το
σκυλάκι του Τζορτζ Μπους.
Ο Μπλερ, ωστόσο,
ενεργούσε επίσης από
αυθεντική πεποίθηση, και
κατά την διαδικασία
εξασφάλισε μια ισχυρή
σχέση μεταξύ ΗΠΑ και
Ηνωμένου Βασιλείου. Η
δυναμική Trump-Johnson
θα είναι αρκετά
διαφορετική. Η
νεο-δουλοπρέπεια θα
απαιτήσει ακόμη
μεγαλύτερη υπακοή και
δεν θα μετριαστεί από
οποιαδήποτε ιδεολογική
πεποίθηση εκ μέρους του
Boris Johnson.
|
|
|
|
|
|
----------------
Ο Μπόρις Τζόνσον, ο
τσαλακωμένος, πομπώδης
και συχνά αδέξιος νέος
πρωθυπουργός του
Ηνωμένου Βασιλείου,
εργάστηκε σκληρά για να
κάνει τον εαυτό του να
μοιάζει με τον Ουίνστον
Τσόρτσιλ. Στις ομιλίες
του, ο Τζόνσον συχνά
διοχετεύει τον «εσωτερικό
Τσόρτσιλ του» [1] και
γίνεται νοσταλγικός [2]
για το ένδοξο παρελθόν
της Βρετανίας. Μέχρι που
βλέπει τον εαυτό του ότι
διεξάγει έναν ηρωικό
αγώνα ενάντια σε ένα
ευρωπαϊκό υπερκράτος
[3], όπως έκανε ο
Τσόρτσιλ ως πρωθυπουργός
της Βρετανίας κατά την
διάρκεια του πολέμου.
Ο Τζόνσον θα επικαλεσθεί
σίγουρα ένα άλλο
προηγούμενο του Τσόρτσιλ
καθώς προσπαθεί να
κατευθύνει την χώρα του
μακριά από την Ευρωπαϊκή
Ένωση και προς έναν
στενότερο δεσμό με τις
Ηνωμένες Πολιτείες. Ο
Τσόρτσιλ δημιούργησε τον
όρο «ειδική σχέση» [4]
για να περιγράψει τους
προνομιακούς δεσμούς του
Λονδίνου με την
Ουάσινγκτον, και με το
Brexit να πλησιάζει, ο
Johnson θα επιδιώξει
παρομοίως να επωφεληθεί
από την πρόσβαση στην
Ουάσινγκτον.
Ο Boris Johnson στο
Μάντσεστερ, τον Ιούλιο
του 2019. Lorne Campbell
/ REUTERS
--------------------------------------------------------------------------
Ο Johnson φαίνεται να
επωφελείται σε αυτή την
προσπάθεια από την
χημεία του με τον
πρόεδρο των ΗΠΑ, Donald
Trump, ο οποίος μπορεί
ξεκάθαρα να δει ότι ο
νέος ηγέτης της
Βρετανίας είναι
διαφορετικός από την
προκάτοχό του. Εκεί που
η Theresa May ήταν
περιποιημένη και κόσμια,
ο Johnson είναι
εξωφρενικός και με
κεφάλι σαν σφουγγαρίστρα.
Εκεί που η Μέι ήταν
προσεκτική και
επιφυλακτική, ο Τζόνσον
είναι τολμηρός και
επιδεικτικός. Εκεί που η
Μέι ήταν μια ισχυρή
γυναίκα, ο Τζόνσον είναι
σίγουρα ένας άνδρας. Όλα
αυτά βάζουν τον Johnson
σε καλή θέση με τον
Trump, ο οποίος μάλλον
απροσχημάτιστα τον
επαινούσε ως τον «Βρετανό
Trump» [5].
Για πολλούς σχολιαστές
[6], η συγγένεια του
Trump με τον Johnson
σημαίνει ότι οι δυο τους
έχουν την ευκαιρία να
αναζωπυρώσουν την
ετοιμοθάνατη ειδική
σχέση, η οποία σήμερα
επιβιώνει περισσότερο ως
ευγενικές φράσεις στις
συνεντεύξεις Τύπου των
ΗΠΑ και του Ηνωμένου
Βασιλείου. Ωστόσο, πέρα
από τα ωραία λόγια,
υπάρχουν ελάχιστα
πολύτιμα στοιχεία που
δείχνουν ότι η
Ουάσιγκτον βλέπει αυτή
την σχέση ως ξεχωριστή.
Υπάρχει ακόμα λιγότερος
λόγος να περιμένουμε ότι
το φλερτ ανάμεσα στον
Johnson και τον Trump θα
γυρίσει τα πράγματα.
Η προκάτοχός του Johnson
[η Τερέζα Μέι] το
κατάλαβε αυτό με τον
σκληρό τρόπο. Όταν ο
Trump ανέλαβε καθήκοντα
το 2017, πιθανότατα
πίστευε ότι η υποστήριξή
του προς το Brexit θα
την βοηθήσει να
κατευθύνει την χώρα της
έξω από την Ευρωπαϊκή
Ένωση· η υποστήριξη από
τον πρόεδρο των ΗΠΑ θα
μπορούσε να εξασφαλίσει
σε έναν νευρικό
βρετανικό πληθυσμό ότι,
αφήνοντας το ευρωπαϊκό
σπίτι του, θα ήταν
ευπρόσδεκτος πίσω σε μια
αναζωογονημένη
αγγλόσφαιρα. Όμως, παρά
τις προσπάθειές της να
βάλει τον εαυτό της σε
ευνοϊκή θέση, ο Trump
επανειλημμένα ταπείνωσε
την Μέι [7] και
υπονόμευσε την θέση της
στην βρετανική εγχώρια
πολιτική.
Πράγματι, ο Trump έχει
αποδείξει ξανά και ξανά
ότι οι προσωπικές
σχέσεις ή οι ιστορικές
συμμαχίες μετράνε
ελάχιστα σε όρους
πολιτικής. Απλά ρωτήστε
τον πρωθυπουργό της
Ιαπωνίας, Shinzo Abe, ο
οποίος έχει κολακεύσει
τον Trump σε κάθε
ευκαιρία, όμως έχει
κερδίσει μέχρι τώρα λίγα
περισσότερα από μια
δημόσια αμφισβήτηση [8]
της αξίας της
αμερικανο-ιαπωνικής
αμυντικής συμμαχίας. Ή
τον πρόεδρο της Γαλλίας,
Emmanuel Macron, του
οποίου το αρχικό φλερτ
με τον Trump απέτυχε να
εμπνεύσει τον πρόεδρο
των ΗΠΑ να παραμείνει
στην συμφωνία του
Παρισιού για το κλίμα ή
στην πυρηνική συμφωνία
με το Ιράν. Η αφοσίωση
για τον Trump είναι
μονόδρομος.
ΔΟΥΛΟΠΡΕΠΕΙΣ, ΠΑΛΙΟΙ ΚΑΙ
ΝΕΟΙ
Ένας πιο κατάλληλος όρος
για τη διατλαντική
πολιτική του Τζόνσον
είναι η νεο-δουλοπρέπεια
[στμ: neo-poodleism από
το poodle, το σκυλάκι
που ακολουθεί πιστά τον
αφέντη του]. Την εποχή
του πολέμου στο Ιράκ του
2003, οι επικριτές [10]
συχνά κατηγόρησαν τον
Βρετανό πρωθυπουργό Τόνι
Μπλερ ότι ενεργούσε ως
το σκυλάκι του Τζορτζ
Μπους, ακολουθώντας τον
πρόεδρο των ΗΠΑ σε έναν
πόλεμο από τυφλή
αφοσίωση. Ο Μπλερ,
ωστόσο, ενεργούσε επίσης
από αυθεντική πεποίθηση
[11], και κατά την
διαδικασία εξασφάλισε
μια ισχυρή σχέση μεταξύ
ΗΠΑ και Ηνωμένου
Βασιλείου.
Η δυναμική Trump-Johnson
θα είναι αρκετά
διαφορετική. Η
νεο-δουλοπρέπεια θα
μοιραστεί με τον
προκάτοχό του την εικόνα
της βρετανικής υποταγής.
Αλλά θα απαιτήσει ακόμη
μεγαλύτερη υπακοή και
δεν θα μετριαστεί από
οποιαδήποτε ιδεολογική
πεποίθηση εκ μέρους του
Boris Johnson. Ακόμα
χειρότερα, είναι απίθανο
να οδηγήσει σε
στενότερες σχέσεις
ΗΠΑ-Βρετανίας
μακροπρόθεσμα.
Μια τέτοια δυναμική δεν
είναι πολύ καλή για το
Ηνωμένο Βασίλειο, αλλά η
σκληρή πολιτική του
Johnson για το Brexit
τον άφησε με λίγες
επιλογές. Στο παρελθόν,
το Ηνωμένο Βασίλειο
επιδίωξε να διατηρήσει
καλές σχέσεις τόσο με
τους Ευρωπαίους εταίρους
του όσο και με τις
Ηνωμένες Πολιτείες, εν
μέρει για να μπορέσει να
κάνει ελιγμούς μεταξύ
τους. Οι προηγούμενοι
Βρετανοί ηγέτες
παρουσίασαν τους εαυτούς
τους ως «ενδιάμεσους»
["go-betweens"] που θα
μπορούσαν να οδηγήσουν
άλλες ευρωπαϊκές
κυβερνήσεις στην
πολιτική των ΗΠΑ, εφ’
όσον η Ουάσιγκτον
έδειχνε μικρή ευελιξία.
Αυτή η στρατηγική
διατήρησε το περιθώριο
για ανεξάρτητη βρετανική
πολιτική ακόμα και στην
κορύφωση της Μπλαιρικής
δουλοπρέπειας (poodleism).
Η Theresa May συνέχισε
αυτή την πολιτική παρά
τις διαδικασίες του
Brexit, και συχνά
συμπαρατάχθηκε με την
Ευρώπη στις
υπερατλαντικές διαμάχες
για θέματα όπως η
πυρηνική συμφωνία με το
Ιράν ή η απόφαση να
μετακινηθεί η πρεσβεία
των ΗΠΑ στο Ισραήλ στην
Ιερουσαλήμ.
Η διαπραγματευτική στάση
του Johnson στο Brexit
έχει ουσιαστικά κάψει
τις τελευταίες γέφυρες
του Ηνωμένου Βασιλείου
με την Ευρώπη. Η
προσπάθειά του να
εκβιάσει την ΕΕ με την
απειλή μιας αποχώρησης
χωρίς συμφωνία πίκρανε
βαθιά τους Ευρωπαίους
αξιωματούχους και τους
πολίτες στο Ηνωμένο
Βασίλειο. Μια πρόσφατη
δημοσκόπηση [12] του
γερμανικού κρατικού
ραδιοτηλεοπτικού
οργανισμού ARD δείχνει
ότι μόνο το 37% των
Γερμανών θεωρεί το
Ηνωμένο Βασίλειο
αξιόπιστο εταίρο,
πέφτοντας κατά 17
ποσοστιαίες μονάδες από
τον Φεβρουάριο. Ένα
πλήρες 67% των Γερμανών
αναμένει ότι η σχέση θα
επιδεινωθεί περαιτέρω
υπό τον Johnson.
Χωρίς τους Ευρωπαίους
για να καταφύγει, ο
Johnson θα φέρει λίγα
στο τραπέζι των
διαπραγματεύσεων με τις
Ηνωμένες Πολιτείες. Οι
εκκλήσεις στον Trump με
βάση τους ιστορικούς
δεσμούς ή τις κοινές
αξίες μπορεί να κάνουν
για συμπαθητικές
συνεντεύξεις Τύπου, αλλά
θα έχουν μικρό αντίκτυπο
στην πολιτική των ΗΠΑ.
Όπως ανέφερε ο Lawrence
Summers, πρώην υπουργός
Οικονομικών των ΗΠΑ, στο
BBC [13] νωρίτερα αυτή
την εβδομάδα, «η
Βρετανία δεν έχει
μόχλευση, η Βρετανία
είναι απελπισμένη ...
χρειάζεται πολύ σύντομα
μια συμφωνία. Όταν έχεις
έναν απεγνωσμένο εταίρο,
τότε κάνεις το πιο
σκληρό παζάρι». Η
αδύναμη διαπραγματευτική
θέση του Johnson
σημαίνει ότι θα πρέπει
να αποδεχθεί μια
νεο-δουλοπρέπεια με όλες
τις διπλωματικές,
γεωπολιτικές και
οικονομικές συνέπειες.
Διπλωματικά, η
νεο-δουλοπρέπεια θα
απαιτήσει σταθερή
κολακεία τόσο δημόσια
όσο και ιδιωτική. Η
απόλυση του Kim Darroch
από τον Trump μέσω του
Twitter, τον σεβαστό
πρέσβη του Ηνωμένου
Βασιλείου στην
Ουάσινγκτον, για την
αμαρτία της τιμιότητάς
του στις διπλωματικές
αναφορές του, έστειλε
ένα μήνυμα: Το Ηνωμένο
Βασίλειο δεν είναι σε
θέση να επικρίνει τον
πρόεδρο των ΗΠΑ. Η
απόφαση του Τζόνσον,
αψηφώντας ολόκληρο το
βρετανικό διπλωματικό
οικοδόμημα, να
υποκινήσει αυτήν την
εθνική ταπείνωση και να
πετάξει τον Darroch στην
πυρά [14] δείχνει ότι
κατανοεί ήδη πώς
λειτουργεί η
νεο-δουλοπρεπής
διπλωματία. Μην
περιμένετε από την
κυβέρνηση Τζόνσον να
υποστηρίξει την παράδοση
του υπουργικού
συμβουλίου της Μέι
σχετικά με την αντίσταση
επί αρχών [15] στον
περιοδικό ρατσισμό και
την ξενοφοβία του Trump.
Όσον αφορά τα θέματα
ασφάλειας, τα κόστη για
την βρετανική πολιτική
θα είναι ακόμη
μεγαλύτερα. Η
σημαντικότερη απόκλιση
της Μέι από την πολιτική
των ΗΠΑ αφορούσε την
πυρηνική συμφωνία με το
Ιράν. Αρνήθηκε να
παραιτηθεί από την
συμφωνία ή να
συμμετάσχει στην
εκστρατεία «μέγιστης
πίεσης» της διοίκησης
του Τραμπ ενάντια στο
Ιράν. Αντ’ αυτού,
συνεργάστηκε με τους
Ευρωπαίους εταίρους της
για να δημιουργήσει ένα
νέο [16] χρηματοδοτικό
μηχανισμό [16], τον
Instex, για να προωθήσει
το εμπόριο με το Ιράν
πέρα από τις
δευτερεύουσες κυρώσεις
των ΗΠΑ.
Αφότου το Ιράν κατάσχεσε
ένα πετρελαιοφόρο με
βρετανική σημαία, μια
από τις τελευταίες
πράξεις της Μέι στην
εξουσία ήταν να πιέσει
[17] για μια ναυτική
δύναμη κοντά στον
Περσικό Κόλπο υπό
ευρωπαϊκή παρά
αμερικανική ηγεσία. Από
τότε που ο Johnson
ανέλαβε καθήκοντα, η
ευρωπαϊκή πρωτοβουλία
φαίνεται να έχει
εξαφανιστεί. Αντ’ αυτού,
οι Ηνωμένες Πολιτείες
ζήτησαν από το Ηνωμένο
Βασίλειο, την Γαλλία και
την Γερμανία να
ενταχθούν στην δική τους
επιχείρηση. Ένα
απομονωμένο Ηνωμένο
Βασίλειο δεν μπόρεσε να
αρνηθεί και εντάχθηκε
[18] στην επιχείρηση υπό
την ηγεσία των ΗΠΑ,
ακόμα και καθώς οι
Ευρωπαίοι πρώην εταίροι
αρνήθηκαν. Πολύ σύντομα,
ιδίως με την
συνεχιζόμενη ιρανική
επιθετικότητα εναντίον
των βρετανικών
συμφερόντων, η στήριξη
του Ηνωμένου Βασιλείου
για την πυρηνική
συμφωνία του Ιράν θα
μπορούσε ομοίως να
φθίνει.
Όμως, στο οικονομικό
μέτωπο, η
νεο-δουλοπρέπεια (neo-poodleism)
θα απαιτήσει το
μεγαλύτερο κόστος στην
κυβέρνηση του Μπόρις
Τζόνσον. Ένα βασικό
χαρακτηριστικό του «χωρίς
συμφωνία»
ψευτοπαληκαρισμού του
Johnson είναι η ιδέα ότι,
όταν το Ηνωμένο Βασίλειο
εγκαταλείψει την ΕΕ, μια
συμφωνία ελεύθερων
συναλλαγών με τις
Ηνωμένες Πολιτείες θα
αντισταθμίσει την
απώλεια πρόσβασης στην
ευρωπαϊκή ενιαία αγορά.
Ο Trump ενθάρρυνε αυτή
την ιδέα, κάνοντας μια
δέσμευση [19] σύντομα
αφότου ανέλαβε καθήκοντα
ο Johnson για να
προσφέρει μια «φιλόδοξη
συμφωνία ελεύθερων
συναλλαγών» με τις
διαπραγματεύσεις να
ξεκινούν «το συντομότερο
δυνατό μετά την
αποχώρηση του Ηνωμένου
Βασιλείου από την ΕΕ».
Δυστυχώς, μια πιο
προσεκτική ματιά στις
επίσημες αρχές
διαπραγμάτευσης του
Εμπορικού Αντιπροσώπου
των Ηνωμένων Πολιτειών
[20] για ένα σύμφωνο
ελεύθερων συναλλαγών
μεταξύ ΗΠΑ και Βρετανίας
αποκαλύπτει ότι
πρόκειται πάρα πολύ για
μια προσπάθεια «Πρώτα η
Αμερική». Η σαφής
πρόθεσή του είναι να
αποκτήσουν οι ΗΠΑ
πρόσβαση στις βρετανικές
αγορές γεωργικών και
φαρμακευτικών προϊόντων
χωρίς αμοιβαίες
παραχωρήσεις. Ο Woody
Johnson, ο Αμερικανός
πρεσβευτής στο Ηνωμένο
Βασίλειο, επιβεβαίωσε
αυτή την εντύπωση
νωρίτερα φέτος, λέγοντας
ότι το Λονδίνο ήταν
παγιδευμένο σε ένα «γεωργικό
μουσείο» [21]. Για να
αποκτήσει μια εμπορική
συμφωνία, ο πρεσβευτής
έγραψε ότι το Ηνωμένο
Βασίλειο θα πρέπει να
αποδεχθεί αμερικανικά
είδη όπως τα χλωριωμένα
κοτόπουλα και οι
γενετικά τροποποιημένοι
οργανισμοί. Όποια και αν
είναι τα επιστημονικά
προτερήματα των
προϊόντων αυτών, η
εισαγωγή τους δεν θα
πάει καλά στην βρετανική
εγχώρια πολιτική. Οι
προσπάθειες για να
έρθουν οι τιμές των
αμερικανικών φαρμάκων
στην «ιερή» Εθνική
Υπηρεσία Υγείας του
Ηνωμένου Βασιλείου θα
πάνε ακόμη χειρότερα.
ΛΥΠΗΘΕΙΤΕ ΤΟ ΣΚΥΛΑΚΙ
Η νεο-δουλοπρέπεια θα
επιβάλλει πολιτικά
δύσκολους, ακόμη και
ταπεινωτικούς,
συμβιβασμούς στην
βρετανική κυβέρνηση σε
κάθε επίπεδο. Αλλά οι
συμβιβασμοί αυτοί
φαίνονται πολύ μακριά.
Αυτή την στιγμή, η
προτεραιότητα του
Johnson είναι να
ολοκληρώσει την
διαδικασία του Brexit
μέχρι την 31η Οκτωβρίου.
Χρειάζεται τις Ηνωμένες
Πολιτείες και φαίνεται
ότι δεν ενδιαφέρεται για
το κόστος που
συνεπάγεται η
διπλωματική απομόνωση
του Ηνωμένου Βασιλείου
από τους παραδοσιακούς
Ευρωπαίους εταίρους του.
Μακροπρόθεσμα, ωστόσο, η
νεο-δουλοπρέπεια θα
δημιουργήσει σοβαρά
προβλήματα στις σχέσεις
ΗΠΑ-Βρετανίας. Ήδη, το
67% του βρετανικού
κοινού έχει αρνητική
γνώμη [22] για τον
Trump. Κανένας άλλος
παγκόσμιος ηγέτης δεν
έχει χειρότερο ποσοστό -
ούτε καν ο Ρώσος
πρόεδρος, Βλαντιμίρ
Πούτιν, ο οποίος το 2018
διέταξε επίθεση με
χημικά όπλα [23] σε
βρετανικό έδαφος. Εάν το
Ηνωμένο Βασίλειο πρέπει
να πολεμήσει στον πόλεμο
των Ηνωμένων Πολιτειών
με το Ιράν, να δεχτεί
αμερικανικά χαμηλά
πρότυπα ποιότητας
τροφίμων και να πληρώσει
υψηλές τιμές για
αμερικανικά φάρμακα, η
αντι-δημοφιλία του Trump
στο Ηνωμένο Βασίλειο θα
φτάσει σε νέα ύψη. Σε
εκείνο το σημείο, η
σχέση [μεταξύ ΗΠΑ και
Βρετανίας] δεν θα δίνει
την αίσθηση της πολύ
ιδιαίτερης.
Ο JEREMY SHAPIRO είναι
διευθυντής ερευνών στο
European Council on
Foreign Relations.
Foreign Affairs
http://www.foreignaffairs.gr/articles/72415/jeremy-shapiro/o-mporis-tzonson-kai-i-politiki-tis-neo-doyloprepeias?page=show
https://www.foreignaffairs.com/articles/united-kingdom/2019-08-08/boris-johnson-and-politics-neo-poodleism
|
|
Greek Finance Forum |
|
Σχόλια Χρηστών |
|
|
|
|
|
|