|
|
|
Οι διαθέσεις των
επενδυτικών κεφαλαίων
που δραστηριοποιούνται
στην αγορά των μη
εξυπηρετούμενων δανείων
στη χώρα μας,
επενδύοντας μέχρι σήμερα
περίπου 1,3 δισ. ευρώ,
θα δοκιμαστούν το 2019,
καθώς νέες πωλήσεις άνω
των 6 δισ. ευρώ
αναμένονται από τις
τρεις συστημικές
τράπεζες Alpha, Εθνική
και Πειραιώς. |
|
|
|
|
|
Όπως αναφέρει η
Καθημερινή, η επενδυτική
διάθεση βρίσκεται σε
άμεση συνάρτηση όχι μόνο
με το είδος του
χαρτοφυλακίου που
μεταβιβάζεται και το
κατά πόσον τα δάνεια που
πωλούνται έχουν
εξασφαλίσεις σε ακίνητα,
αλλά και με τα
αποτελέσματα από τη
διαχείριση των πακέτων
που μεταβιβάστηκαν και
το κατά πόσον
επαληθεύονται οι
προσδοκίες για την
ανάκτηση μέρους των
οφειλών από τα
νοικοκυριά και τις
επιχειρήσεις ή τη
ρευστοποίηση των
εξασφαλίσεων αυτών.
Η συζήτηση για τον
περιορισμό των μη
εξυπηρετούμενων δανείων
περιορίζεται στη μείωση
που θα επιτύχουν οι
τράπεζες στο πλαίσιο των
δεσμεύσεων που έχουν
αναλάβει έναντι των
εποπτικών αρχών, αλλά η
πραγματικότητα είναι
ευρύτερη.
Ετσι, παρά το γεγονός
ότι στο τέλος του 2018
τα μη εξυπηρετούμενα
ανοίγματα των τραπεζών
είχαν υποχωρήσει στα
81,8 δισ. καταγράφοντας
μείωση κατά 25,4 δισ.
από το επίπεδο των 107,2
δισ. που είχαν φθάσει
στην κορύφωσή τους, τον
Μάρτιο του 2016, η
μείωση του αποθέματος
των κόκκινων δανείων δεν
σημαίνει ότι οι οφειλές
άρχισαν να
εξυπηρετούνται.
Αντιθέτως, πρόκειται για
δάνεια που, αν και
άλλαξαν χέρια,
παραμένουν στην
οικονομία, αφού τα
νοικοκυριά και οι
επιχειρήσεις που
βαρύνονται δεν έχουν
απαλλαγεί από αυτά. Αυτό
είναι που τελικώς θα
κρίνει και το στοίχημα
του αποτελεσματικού
περιορισμού των κόκκινων
δανείων, που δεν
εξαντλείται μόνο στην
εξυγίανση των
ισολογισμών των τραπεζών.
Αβεβαιότητα
Στελέχη της αγοράς
εξηγούν ότι, παρά τις
μεταβιβάσεις
χαρτοφυλακίων που
ολοκληρώθηκαν το 2018,
που αποτέλεσε χρονιά
μαζικών πωλήσεων, το
άνοιγμα της
δευτερογενούς αγοράς,
δηλαδή της εκτός
τραπεζών διαχείρισης
αυτών των δανείων, δεν
συμβαδίζει με αντίστοιχο
ρυθμό. Παρά το υψηλό
ενδιαφέρον που
καταγράφεται από
επενδυτές για αγορές
χαρτοφυλακίων, αλλά και
την αδειοδότηση μέχρι
σήμερα 17 εταιρειών
διαχείρισης, τα
αποτελέσματα δεν έχουν
αποτυπωθεί στα νούμερα
και οι αποδόσεις των
επενδυτών δεν έχουν
μετρηθεί. Στελέχη της
αγοράς εξηγούν ότι η
καθυστέρηση είναι εύλογη
στον βαθμό που η αγορά
της διαχείρισης θέλει
τουλάχιστον 18 μήνες για
να ωριμάσει. «Οι
δανειολήπτες που μέχρι
σήμερα συνομιλούσαν με
την τράπεζα ή με την
εισπρακτική εταιρεία –πολλοί
από αυτούς μάλιστα δεν
συνομιλούσαν με κανέναν
από αυτούς, αφού τα
δάνεια ήταν βαθιά
κόκκινα– καλούνται να
αντιληφθούν τη νέα
πραγματικότητα που έχει
διαμορφωθεί και αυτό
απαιτεί χρόνο»,
σημειώνουν πηγές της
αγοράς. Πάντως, η μακρά
λίστα των εταιρειών
διαχείρισης, που έλαβαν
άδεια σε λιγότερο από
δύο χρόνια από τη στιγμή
που η σχετική δυνατότητα
θεσμοθετήθηκε στη χώρα
μας, έχει υπερβεί ήδη
κάθε προσδοκία. Να
σημειωθεί ότι οι θεσμοί,
στις εκθέσεις
αξιολόγησης που εξέδιδαν
κατά καιρούς, έκαναν
λόγο για 7 εταιρείες, ως
ρεαλιστικό αριθμό,
νούμερο που έχει προ
πολλού υπερκεραστεί και
η αγορά οδεύει ολοταχώς
προς τις 20 εταιρείες,
καθώς άλλες τρεις
τουλάχιστον αιτήσεις
εκκρεμούν για έγκριση
από την ΤτΕ.
Το στοιχείο αυτό
ερμηνεύει και τις
επιφυλάξεις που
διατυπώνονται από
στελέχη της αγοράς για
το επίπεδο των τιμών
στις πωλήσεις των
χαρτοφυλακίων των
ελληνικών τραπεζών, που
αποτέλεσαν μέχρι σήμερα
βασικό εργαλείο των
τραπεζών για τη μείωση
των NPEs. Σύμφωνα με τα
σχετικά στοιχεία από τα
τέλη του 2017, οπότε
άνοιξε ο γύρος των
πωλήσεων, μέχρι και τα
τέλη του 2018, είχαν
πραγματοποιηθεί 8
συναλλαγές από τις
τέσσερις συστημικές
τράπεζες, καθώς και
άλλες δύο πωλήσεις
χαρτοφυλακίων από την
Τράπεζα Αττικής. Το ποσό
που έχει επενδυθεί μέχρι
σήμερα από μεγάλα funds
υπερβαίνει το 1,3 δισ.
ευρώ, από το οποίο το
μεγαλύτερο τμήμα, δηλαδή
769 εκατ. ευρώ, ήταν το
τίμημα από τις δύο
μεγάλες συναλλαγές με
δάνεια που είχαν
εξασφαλίσεις ακίνητα.
Πρόκειται για το πακέτα
Amoeba και Jupiter, που
μεταβίβασαν η Τράπεζα
Πειραιώς και η Alpha
Bank, αποφέροντας
αντίστοιχα έσοδα 432
εκατ. και 337 εκατ. ευρώ.
Το τίμημα που
επιτεύχθηκε στις δύο
περιπτώσεις
αντιπροσωπεύει
αντιστοίχως το 33,5% και
στο 29% της ονομαστικής
αξίας του χαρτοφυλακίου,
δηλαδή του αρχικού
κεφαλαίου χωρίς τους
τόκους, και αξιολογήθηκε
από την αγορά ως
ιδιαίτερα υψηλό,
ανεβάζοντας τις
προσδοκίες για τις
πωλήσεις χαρτοφυλακίων
με εξασφαλίσεις.
Το χαρτοφυλάκιο Symbol
Επόμενο crash test για
τις πωλήσεις δανείων με
εξασφαλίσεις θα
αποτελέσει το
χαρτοφυλάκιο Symbol, που
πωλεί η Εθνική Τράπεζα
και το οποίο
περιλαμβάνει κυρίως
δάνεια πολύ μικρών
επιχειρήσεων. Η
ονομαστική αξία του
χαρτοφυλακίου ανέρχεται
σε 950 εκατ. ευρώ και οι
δεσμευτικές προσφορές
που κατατέθηκαν την
εβδομάδα που πέρασε θα
αξιολογηθούν έως τα τέλη
του μήνα. Από την
ολοκλήρωση της
συναλλαγής και το τίμημα
που θα επιτευχθεί θα
διαπιστωθεί κατά πόσον η
αγορά των μεταβιβάσεων
κόκκινων δανείων
εμφανίζει σημάδια
κόπωσης, αλλά και πώς
αξιολογεί η αγορά την
τελευταία ρύθμιση για
την προστασία της πρώτης
κατοικίας, η οποία
μπορεί να αξιοποιηθεί
και από πολύ μικρές
επιχειρήσεις με υποθήκη
την πρώτη κατοικία.
H σκυτάλη των πωλήσεων
δανείων με εξασφαλίσεις
περνά στην Alpha Bank, η
οποία προγραμματίζει τη
μεταβίβαση δύο
αντίστοιχων
χαρτοφυλακίων, συνολικού
ύψους 3,8 δισ. Το πρώτο
αξίας 1,9 δισ. με την
επωνυμία Neptune
περιλαμβάνει
επιχειρηματικά δάνεια
και δάνεια real estate,
ενώ το δεύτερο με την
επωνυμία Orion
περιλαμβάνει στεγαστικά
δάνεια αξίας 1,9 δισ.
επίσης. Η τράπεζα έχει
ανοίξει ήδη τη σχετική
διαδικασία διερευνώντας
τις διαθέσεις της αγοράς,
με στόχο η πώληση να
ολοκληρωθεί το δεύτερο
εξάμηνο, ενώ ο κύκλος
των πωλήσεων για την
Alpha Bank θα κλείσει με
ένα πακέτο που θα
περιλαμβάνει
καταναλωτικά κυρίως
δάνεια ύψους 800 εκατ.
ευρώ που δεν έχουν
εξασφαλίσεις.
Την πώληση ενός επιπλέον
πακέτου με εξασφαλίσεις
διερευνά για το 2019 και
η Τράπεζα Πειραιώς, η
οποία «τρέχει» παράλληλα
δύο μεταβιβάσεις που
αναμένεται να κλείσουν
μέσα στο πρώτο εξάμηνο.
Το πακέτο Nemo
περιλαμβάνει ναυτιλιακά
δάνεια ύψους 600 εκατ.
ευρώ και η τράπεζα έχει
λάβει ήδη δεσμευτικές
προσφορές, ενώ το Iris
περιλαμβάνει
καταναλωτικά δάνεια
ύψους 700 εκατ. και οι
δεσμευτικές προσφορές
αναμένονται στις 24
Απριλίου. Η Εθνική
Τράπεζα θα ακολουθήσει
με ένα πακέτο δανείων με
εξασφαλίσεις ύψους 700
εκατ., που θα «τρέξει»
το δεύτερο εξάμηνο, ενώ
η Eurobank, από την
πλευρά της, ρίχνει το
βάρος στις δύο
τιτλοποιήσεις, των
πακέτων Pillar και
Cairo, ύψους 2 δισ. και
7,5 δισ. αντιστοίχως.
Οι προβλέψεις
Οπως εξηγούν τραπεζικά
στελέχη, κρίσιμη
παράμετρος σε όλες τις
συναλλαγές αυτού του
τύπου είναι η λογιστική
αξία με βάση την οποία η
τράπεζα έχει εγγράψει το
χαρτοφυλάκιο στα βιβλία
της. Η αξία με την οποία
το αποτυπώνει στα βιβλία
της συνήθως ενσωματώνει
και τις προβλέψεις που
έχει πραγματοποιήσει για
το εν λόγω χαρτοφυλάκιο
και για αυτό τον λόγο
είναι συχνά μικρότερη
της ονομαστικής αξίας
του χαρτοφυλακίου. Το
μέγεθος αυτό
προσδιορίζει και το κατά
πόσον η τράπεζα θα
υποχρεωθεί να εγγράψει
ζημία από την πώληση
κάθε χαρτοφυλακίου.
Ο φιλόδοξος στόχος της
PQH
Στον χορό των πωλήσεων
μπαίνει και η PQH που
αποτελεί τον ενιαίο
ειδικό εκκαθαριστή των
17 τραπεζών που έχουν
τεθεί υπό ειδική
εκκαθάριση από την
έναρξη της κρίσης... και
όχι μόνο. Η εταιρεία
ξεκινάει με την πώληση
ενός πρώτου πακέτου
καταναλωτικών δανείων
ύψους 1,1 δισ. ευρώ,
αλλά η στόχευση είναι
πολύ πιο φιλόδοξη και
αποσκοπεί στο όσο το
δυνατόν ταχύτερο
ξεκαθάρισμα του συνόλου
του χαρτοφυλακίου των 9
δισ. ευρώ που έχει υπό
ενιαία διαχείριση. Στο
χαρτοφυλάκιο της PQH
έχουν ενταχθεί μεταξύ
άλλων τα προβληματικά
χαρτοφυλάκια της ATEbank,
της Proton Bank, της
Probank, της FBB, της
T-Bank, του Ταχυδρομικού
Ταμιευτηρίου, καθώς και
των Συνεταιριστικών
Τραπεζών Αχαϊκή, Λαμίας,
Λέσβου - Λήμνου,
Δωδεκανήσου, Δυτικής
Μακεδονίας, Ευβοίας,
Πανελλήνιας και
Πελοποννήσου.
Η Morgan Stanley έχει
κληθεί ως σύμβουλος στην
όλη διαδικασία,
προκειμένου να
τμηματοποιήσει το
χαρτοφυλάκιο και να
κατηγοριοποιήσει εκείνα
τα δάνεια που θα
μπορούσαν να συνθέσουν
τα υπό πώληση
χαρτοφυλάκια.
Να σημειωθεί ότι τα
κόκκινα δάνεια της PQH
αποτελούνται σε μεγάλο
βαθμό από ένα βαρύ
κομμάτι μεγάλων και
μικρομεσαίων
επιχειρηματικών δανείων
που αντιπροσωπεύουν το
50% του χαρτοφυλακίου
της εταιρείας και σε
ποσοστό 70% έχουν
εξασφαλίσεις. Εντούτοις
η προσπάθεια πώλησης σε
τιμές αντίστοιχων με
αυτές των τραπεζών δεν
είναι κάτι που μπορεί να
διασφαλιστεί, στον βαθμό
που τα χαρτοφυλάκια δεν
είναι ομοειδή και σε
καμιά περίπτωση
συγκρίσιμα. Να σημειωθεί
ότι τα δάνεια που έχουν
περάσει στη διαχείριση
της PQH είναι όχι απλώς
προβληματικά, αλλά
δάνεια που είναι σε
βαθιά καθυστέρηση για
πάρα πολλά χρόνια και
πολλές από αυτές τις
επιχειρήσεις όχι απλώς
δεν είναι πια βιώσιμες,
αλλά δεν είναι καν εν
ζωή. Αντίστοιχη δυσκολία
προκύπτει από τη
διαχείριση του
χαρτοφυλακίου της
ATEbank και την έκθεση
που υπάρχει στον
αγροτικό τομέα,
καθιστώντας το εγχείρημα
εξαιρετικά δύσκολο.
Πηγή: Καθημερινή
|
|
Greek Finance Forum |
|
Σχόλια Χρηστών |
|
|
|
|
|
|