Μετά τη δίμηνη παράταση
των προστατευτικών
διατάξεων του νόμου
Κατσέλη, από την 1η
Μαρτίου θα πρέπει να
τεθεί σε ισχύ το νέο
πλαίσιο διατάξεων επί
των οποίων δεν υπάρχει
ακόμα συμφωνία ούτε με
τους δανειστές ούτε με
τις τράπεζες.
Όπως γράφει όμως η
Έλενα Λάσκαρη στο
in.gr,
διαφαίνεται
όμως, σύμφωνα με καλά
πληροφορημένη πηγή,
πιθανός συμβιβασμός στη
ζώνη των 140.000 –
150.000 ευρώ. Εφόσον το
σενάριο αυτό κλειδώσει,
από τον Μάρτιο και μετά
πρώτες κατοικίες της
μεσαίας τάξης θα
βγαίνουν στο σφυρί την
ώρα που οι μαζικές
πωλήσεις κόκκινων
στεγαστικών δανείων σε
ξένα fund αναμένεται να
μεταβάλουν δραστικά το
τοπίο των «διαχειρίσιμων»
μέχρι σήμερα
πλειστηριασμών.
Τραπεζική πηγή αναφέρει
πως η πίεση που δέχονται
τα εγχώρια τραπεζικά
ιδρύματα «είναι αφόρητη»
προκειμένου να μειωθεί ο
όγκος των κόκκινων
δανείων. Σε αυτό το
πλαίσιο, εκτιμάται πως
δεν μπορεί να
καθυστερήσει άλλο η
μαζική πώληση και
στεγαστικών δανείων τα
οποία δεν εξυπηρετούνται
και μέχρι σήμερα είχαν
κρατηθεί στα μετόπισθεν
για ευνόητους λόγους. Η
προετοιμασία έχει ήδη
γίνει και στην πρώτη
γραμμή των προς πώληση
πακέτων αναμένεται να
ενταχθούν κόκκινα
στεγαστικά δάνεια
στρατηγικών κακοπληρωτών
σε ακριβές περιοχές, τα
οποία μάλιστα εκτιμάται
πως θα πωληθούν εύκολα
και σε καλές τιμές.
Ποιοι απειλούνται
Σε αντιδιαστολή με τα
πακέτα στεγαστικών
δανείων που θα πωληθούν
σε fund, οι αλλαγές στον
νόμο Κατσέλη έρχονται να
απειλήσουν ευθέως την
ιδιοκτησία μικρομεσαίων
νοικοκυριών.
Τα όρια προστασίας της
πρώτης κατοικίας τα
οποία ισχύουν μετά την
παράταση, έως τις 28
Φεβρουαρίου, αφορούν
σπίτια αντικειμενικής
αξίας έως 180.000 ευρώ
για έναν ενήλικο και
220.000 ευρώ για ζευγάρι.
Το ποσό αυτό
προσαυξάνεται κατά
20.000 ευρώ για κάθε
προστατευόμενο τέκνο
φτάνοντας τελικά στο
ανώτατο όριο των 280.000
ευρώ για ζευγάρι με τρία
παιδιά.
Η κυβέρνηση στις επαφές
τις οποίες είχε τόσο με
τους δανειστές όσο και
τις τράπεζες έθεσε στο
τραπέζι πρόταση μείωσης
του ανώτατου ορίου στα
250.000 ευρώ
επηρεάζοντας πρακτικά
ελάχιστα την κατάσταση.
Οι εκπρόσωποι των θεσμών
έθεσαν τον πήχη κάτω από
τις 100.000 ευρώ και οι
τράπεζες στις 100.000
ευρώ. Σύμφωνα με
ασφαλείς πληροφορίες
όμως η κυβέρνηση είναι
διατεθειμένη να βάλει
νερό στο κρασί της όσον
αφορά το όριο των
250.000 ευρώ.
Τραπεζική πηγή εκτιμά,
μιλώντας στα «ΝΕΑ», ότι
μια πιθανή ζώνη
συμβιβασμού διαφαίνεται
στην περιοχή των 140.000
– 150.000 ευρώ «με λίγη
καλή θέληση από την
πλευρά των θεσμών»,
διευκρινίζοντας ότι αυτό
το όριο θα είναι το
ανώτατο, χωρίς καμία
επιπρόσθετη προσαύξηση.
Δεύτερη αξιολόγηση
Το θέμα των νέων ορίων
θα επιδιωχθεί να κλείσει
έως το τέλος του μήνα,
μετά την έλευση των
κλιμακίων των θεσμών
στην Αθήνα στις 21
Ιανουαρίου στο πλαίσιο
της δεύτερης
μεταμνημονιακής
αξιολόγησης προκειμένου
να υπάρξει ο απαραίτητος
χρόνος για την ψήφιση
των νέων διατάξεων νόμου
και την έναρξη ισχύος
τους από την 1η Μαρτίου.
Παράλληλα η κυβέρνηση θα
πρέπει να συμφωνήσει με
τους δανειστές επακριβώς
τις νέες διατάξεις για
την επιδότηση δόσης
στεγαστικού δανείου ή
ενοικίου τις οποίες
προωθεί και επίσης
παραμένουν σε
εκκρεμότητα. Οι
τελευταίες πληροφορίες
αναφέρουν ενστάσεις των
δανειστών στα
κυβερνητικά σχέδια υπό
το πρίσμα μόνιμων
δημοσιονομικών βαρών τα
επόμενα χρόνια.
Τα κόκκινα δάνεια των
τραπεζών αναγνωρίστηκαν
προ ημερών από τον
υπουργό Οικονομικών
Ευκλείδη Τσακαλώτο ως το
μεγαλύτερο πρόβλημα της
ελληνικής οικονομίας. Τα
τελευταία διαθέσιμα
στοιχεία της Τραπέζης
της Ελλάδος δείχνουν ότι
τα μη εξυπηρετούμενα
ανοίγματα ανήλθαν στο
τέλος Σεπτεμβρίου 2018
σε 84,7 δισ. ευρώ,
μειωμένα κατά περίπου
9,7 δισ. ευρώ συγκριτικά
με το τέλος Δεκεμβρίου
2017 και κατά περίπου
22,5 δισ. ευρώ (δηλαδή
περισσότερο από 20%)
έναντι του Μαρτίου 2016,
οπότε είχε καταγραφεί
και το υψηλότερο επίπεδο
Μη Εξυπηρετούμενων
Ανοιγμάτων (ΜΕΑ).
Ως προς τις επιμέρους
κατηγορίες χαρτοφυλακίων,
ο δείκτης ΜΕΑ
διαμορφώθηκε σε 44,7%
για το στεγαστικό, 53,0%
για το καταναλωτικό και
46,9% για το
επιχειρηματικό
χαρτοφυλάκιο. Εντός του
επιχειρηματικού
χαρτοφυλακίου, ο δείκτης
για το χαρτοφυλάκιο τόσο
των ελεύθερων
επαγγελματιών και πολύ
μικρών επιχειρήσεων όσο
και των μικρών και
μεσαίων επιχειρήσεων
παραμένει ιδιαίτερα
υψηλός (68,6% και 60,9%
αντίστοιχα), ενώ
καλύτερες επιδόσεις
παρατηρούνται στο
χαρτοφυλάκιο των μεγάλων
επιχειρήσεων (27,4%) και
των ναυτιλιακών δανείων
(29,8%).
Οσον αφορά τη διάρθρωση
των ΜΕΑ, το 46,1% του
υπολοίπου των ανοιγμάτων
αυτών αφορά δανειακές
συμβάσεις που έχουν ήδη
καταγγελθεί από τις
τράπεζες, το 31,4% αφορά
δάνεια αβέβαιης
είσπραξης και το 22,5%
δάνεια σε καθυστέρηση
μεγαλύτερη των 90 ημερών
τα οποία δεν έχουν ακόμη
καταγγελθεί ενώ πολλοί
δανειολήπτες έχουν
αιτηθεί νομική προστασία
(προστατεύεται το 14,2%
του συνόλου των ΜΕΑ).
|
|