|
|
|
Υπερσυγκέντρωσης
φορολογικών βαρών
συνέχεια και για το
2019. Το 85%-90% των
φορολογικών εσόδων από
ΕΝΦΙΑ και φόρο
εισοδήματος της χρονιάς
που ξεκινάει θα το
πληρώσουν 1,6
εκατομμύρια «πλούσιοι»
που εμφανίζουν ατομικό
εισόδημα άνω των 15.000
ευρώ τον χρόνο –οι
οποίοι επιβαρύνονται με
τουλάχιστον το 83% του
συνολικού φόρου
εισοδήματος– και
αντίστοιχος αριθμός «μεγαλοϊδιοκτητών»
που καταβάλλουν ατομικό
ΕΝΦΙΑ άνω των 500 ευρώ.
|
|
|
|
|
|
Σύμφωνα με την
Καθημερινή, ειδικά για
τους τελευταίους, το νέο
έτος επιφυλάσσει –αναλογικά–
ακόμη περισσότερα βάρη.
To μοναδικό φορολογικό
μέτρο της επόμενης
χρονιάς –η μείωση του
ΕΝΦΙΑ κατά μερικές
δεκάδες ευρώ για τους
έχοντες ατομική
περιουσία έως 200.000
ευρώ– θα έχει ως
αποτέλεσμα οι 8 στους 10
ιδιοκτήτες να πληρώνουν
το ένα τέταρτο του
συνολικού ΕΝΦΙΑ και οι 2
στους 10 να «φορτώνονται»
το 75%. Το 2018, το 20%
των «πλουσιότερων»
ιδιοκτητών επιβαρυνόταν
με το 66% του συνολικού
φόρου και προφανώς
κρίθηκε ότι μπορεί να
αντέξει ακόμη
περισσότερα βάρη.
Από την έρευνα της «Κ»
για την υπερσυγκέντρωση
των φορολογικών βαρών –η
οποία έγινε αντικείμενο
αντιπαράθεσης την
προηγούμενη εβδομάδα
ανάμεσα στον πρωθυπουργό
και στον αρχηγό της
αξιωματικής
αντιπολίτευσης–
προκύπτει και το βασικό
αίτιο για το «φαινόμενο»
οι πολύ λίγοι –μόλις οι
19 στους 100– να
πληρώνουν το 90% των
φόρων από ΕΝΦΙΑ και φόρο
εισοδήματος. Χρόνο με
τον χρόνο διευρύνεται ο
αριθμός των
φορολογουμένων που
εμφανίζουν ατομικό
εισόδημα στο όριο του
αφορολογήτου. Οι λόγοι
μπορεί να είναι η
συνεχιζόμενη μείωση των
μισθών στον ιδιωτικό
τομέα ή και η
φοροδιαφυγή κυρίως στις
τάξεις των
αυτοαπασχολουμένων. Σε
κάθε περίπτωση, δεν
οφείλεται στην άσκηση
ευνοϊκής φορολογικής
πολιτικής για τους
έχοντες τα χαμηλότερα
εισόδημα. Το 2014, οι
εργαζόμενοι στον
ιδιωτικό τομέα με
μηνιαίες αποδοχές έως
700 ευρώ ήταν περίπου
710.000. Στο τέλος του
2017 ήταν πάνω από
830.000 και το 2018 θα
καταδείξει ακόμη
μεγαλύτερη αύξηση στον
αριθμό. Oλοι αυτοί οι
μισθωτοί δεν πληρώνουν
φόρο εισοδήματος.
Αντίστοιχα, διεύρυνση
παρατηρείται και στον
αριθμό των
αυτοαπασχολουμένων με
εισόδημα κάτω των 10.000
ευρώ, «φαινόμενο» που
αποδίδεται στην αλλαγή
στον τρόπο υπολογισμού
και του φόρου (σ.σ.:
υπολογίζεται με
κλιμακωτούς συντελεστές)
αλλά και των
ασφαλιστικών εισφορών (σ.σ.:
υπολογίζεται, πλέον, ως
συνάρτηση του
εισοδήματος).
Ποιοι θα είναι, επομένως,
οι «στυλοβάτες» των
φορολογικών εσόδων και
για το 2019;
1. Τα φυσικά πρόσωπα που
τολμούν να δηλώσουν
ατομικό φορολογητέο
εισόδημα άνω των 15.000
ευρώ. Είναι 1,676
εκατομμύρια άτομα με
αθροιστικό εισόδημα της
τάξεως των 43 δισ. ευρώ
–από το σύνολο των
περίπου 72-75 δισ. ευρώ
που δηλώνουν αθροιστικά
όλοι οι φορολογούμενοι–
και μέσο εισόδημα
23.500-24.000 ευρώ.
Πληρώνουν, πλέον, κοντά
στα 6,7 δισ. ευρώ από τα
περίπου 8 δισ. ευρώ που
αποδίδει ο φόρος
εισοδήματος φυσικών
προσώπων ή περίπου 4.000
ευρώ ο καθένας. Για να
δημιουργηθεί μία θέση «προνομιούχου»
στην Ελλάδα (δηλαδή,
φυσικού προσώπου με
ατομικό φορολογητέο
εισόδημα τουλάχιστον
15.000 ευρώ) πρέπει να
συντρέξει μία από τις
δύο προϋποθέσεις:
• Να βρεθεί εργοδότης
πρόθυμος να καταβάλει
22.325 ευρώ, ώστε ο
εργαζόμενος να εισπράξει
13.536 ευρώ ή κάτω από
1.000 ευρώ τον μήνα και
το κράτος να πάρει τα
υπόλοιπα 8.789 μέσα από
φόρους και ασφαλιστικές
εισφορές.
• Να ασκήσει ατομικό
επάγγελμα και να
καταφέρει να βγάλει
φορολογητέα κέρδη 15.000
ευρώ. Θα του μείνουν
όμως περίπου 7.000 ευρώ
καθαρά, καθώς θα
πληρώσει 3.300 ευρώ φόρο
εισοδήματος, 650 ευρώ
τέλος επιτηδεύματος, και
περίπου 4.000 ευρώ για
ασφαλιστικές εισφορές.
2. Οι ιδιοκτήτες
ακινήτων που πληρώνουν
ΕΝΦΙΑ πάνω από 500 ευρώ
τον χρόνο. Είναι περίπου
1,5 εκατομμύριο και θα
κληθούν να καταβάλλουν
τουλάχιστον 1,8 δισ.
ευρώ ή 1.200 ευρώ ο
καθένας. Προνομιούχος
ιδιοκτήτης και
υποστηρικτής της
φορολογικής πολιτικής
είναι ο ιδιοκτήτης ενός
διαμερίσματος 3ου ορόφου,
15ετίας και επιφάνειας
120 τετραγωνικών μέτρων
σε μια περιοχή με τιμή
ζώνης 1.500 ευρώ.
3. Περίπου 11.440 νομικά
πρόσωπα με ετήσια καθαρά
κέρδη άνω των 150.000
ευρώ, τα οποία πληρώνουν
τουλάχιστον τα 3,5 από
τα 4,2-4,4 δισ. ευρώ που
καταβάλλουν κάθε χρόνο
οι επιχειρήσεις.
Από 65.000 ευρώ εισόδημα
μένουν 24.900
«Αφιλόξενη» και το 2019
για τη διεκδίκηση
καλύτερων αμοιβών είτε
από μισθό είτε από
άσκηση ατομικής
δραστηριότητας θα είναι
η ελληνική αγορά. Η
μοναδική αλλαγή έχει να
κάνει με τη μείωση των
συντελεστών υπολογισμού
των ασφαλιστικών
εισφορών για τους
αυτοαπασχολουμένους,
αλλά και αυτή ουσιαστικά
εξουδετερώνεται από τον
νέο τρόπο υπολογισμού
των εισφορών. Για τους
μισθωτούς δεν υπάρχει
καμία αλλαγή, κάτι που
σημαίνει ότι για ένα «καθαρό»
εισόδημα της τάξεως των
2.000 ευρώ μηνιαίως, το
κράτος πρέπει να
εισπράξει τουλάχιστον
άλλα τόσα σε φόρους και
εισφορές. Ετσι:
1. Ο μισθωτός για να
έχει καθαρές αποδοχές
2.000 ευρώ, πρέπει τα «μεικτά»
του να φθάνουν στα
37.500 ευρώ και ο
εργοδότης να πληρώνει
συνολικά 47.000 ευρώ
μαζί με τις εργοδοτικές
εισφορές.
2. Ο αυτοαπασχολούμενος
πρέπει να εμφανίσει
κέρδη προ φόρων και
εισφορών της τάξεως των
65.000 ευρώ, καθώς ακόμη
και μετά τη μείωση των
συντελεστών υπολογισμού
των εισφορών θα πληρώσει
22.250 ευρώ σε φόρους,
3.200 ευρώ σε εισφορά
αλληλεγγύης, 650 ευρώ σε
τέλος επιτηδεύματος και
περίπου 14.000 ευρώ σε
ασφαλιστικές εισφορές.
Πηγή: Καθημερινή
|
|
Greek Finance Forum |
|
Σχόλια Χρηστών |
|
|
|
|
|
|