Το 11,4% των μισθωτών
ηλικίας 15 έως 64 ετών
στην χώρα μας εργαζόταν
με προσωρινή σύμβαση το
2017, τη στιγμή που το
αντίστοιχο ποσοστό στην
νομισματική ένωση
ανερχόταν στο 16%.
Οι μετρήσεις της
Eurostat καταδεικνύουν
πως παρά την στροφή της
ελληνικής αγοράς προς
πιο ευέλικτες μορφές
απασχόλησης, σε άλλες
χώρες, ειδικά στον Νότο
αλλά και στον Βορρά, τα
συμβόλαια ορισμένου
χρόνου είναι σαφώς πιο
διαδεδομένα.
Μακράν το υψηλότερο
ποσοστό προσωρινών
συμβάσεων καταγράφηκε
στην Ισπανία, όπου
περισσότεροι από ένας
στους τέσσερις
υπαλλήλους (26,8%)
εργάζεται με συμβόλαιο
ορισμένου χρόνου, ενώ σε
απόσταση αναπνοής
ακολουθεί η Πολωνία, με
26,1%.
Η Πορτογαλία, η Ολλανδία,
η Γαλλία, η Φινλανδία, η
Ιταλία, η Κύπρος και η
Γερμανία – η «ατμομηχανή»
της ευρωζώνης – είχαν
μεγαλύτερα μερίδια
προσωρινών συμβάσεων σε
σχέση με την Ελλάδα.
Η Ελλάδα έχει το
υψηλότερο ποσοστό
ανεργίας στην Ευρωπαϊκή
Ένωση.
Τα χαμηλότερα ποσοστά
παρατηρήθηκαν σε χώρες
του πρώην ανατολικού
μπλοκ. Στην Ρουμανία,
μόλις το 4,1% των
συμβολαίων αφορούσαν
προσωρινή εργασία.
Ακολουθούν οι Λετονία
(6,7%) και η Λιθουανία
(6,8%).
Οι νέοι είναι «παλιοί»
στην μικρής διάρκειας
εργασία
Τα στοιχεία της Eurostat
φανερώνουν ακόμα ότι οι
νέοι είναι σαφώς πιο
ευάλωτοι σε συμβάσεις
ορισμένου χρόνου, τόσο
στην Ελλάδα όσο και στην
ευρύτερη ευρωζώνη.
Λίγο περισσότερο από
τους μισούς εργαζόμενους
15 έως 24 ετών
απασχολούνταν με
προσωρινά συμβόλαια στις
19 χώρες του κοινού
νομίσματος (53,4%) , ενώ
στην Ελλάδα σχεδόν τρεις
στους δέκα νέους είχαν
συμβάσεις συγκεκριμένης
διάρκειας.
Τα φαινόμενα προσωρινής
εργασίας είναι σαφώς
σπανιότερα στις
υπόλοιπες ηλικίες. Το
10,8% των μισθωτών
ηλικίας 26 έως 54 ετών
στην Ελλάδα είχε
προσωρινή σύμβαση. Το
μερίδιο πέφτει στο 8,4%
για την ηλικιακή ομάδα
54 έως 64 ετών.