|
|
|
Περίληψη:
Αν και οι Ηνωμένες
Πολιτείες και οι
Ευρωπαίοι σύμμαχοί τους
βοήθησαν με ενθουσιασμό
να ανατραπεί ο Καντάφι,
μετά από την επίθεση
στην Βεγγάζη το 2012, η
Δύση έχασε και πάλι το
ενδιαφέρον για την Λιβύη.
Αυτό άρχισε να αλλάζει
μόλις το 2016, όταν οι
συνέπειες της πολιτικής
δυσλειτουργίας της
Λιβύης έφτασαν στις
ευρωπαϊκές ακτές: Η
αφρικανική μετανάστευση
προς την Ευρώπη μέσω της
Λιβύης αυξήθηκε.
|
|
|
|
|
|
-------------------------
Νωρίτερα αυτόν τον μήνα,
καθώς οι Ηνωμένες
Πολιτείες
προετοιμάζονταν για μια
ακόμη διάσκεψη ώστε να
τερματιστεί η σχεδόν
οκταετής σύγκρουση της
Λιβύης, ο στρατηγός
Χαλίφα Χαφτάρ, ο αρχηγός
του έχοντος την βάση του
στα ανατολικά [της χώρας]
Εθνικού Στρατού της
Λιβύης (Libyan National
Army, LNA), διέταξε
επίθεση στην πρωτεύουσα
Τρίπολη. Το αν οι
δυνάμεις του Haftar θα
καταφέρουν να πάρουν την
πόλη είναι ακόμη ασαφές.
Ωστόσο, μια αποφασιστική
νίκη για τον στρατηγό
πιθανόν να φέρει μια
σχετική τάξη στην Λιβύη,
τουλάχιστον προς το
παρόν.
Η διεθνής κοινότητα
καταδίκασε σποραδικώς
την επίθεση του LNA
ζητώντας από «όλα τα
μέρη» να προσχωρήσουν
στην διαδικασία των
Ηνωμένων Εθνών και να
υποστηρίξουν τον
αντίπαλο του Haftar, την
Κυβέρνηση Εθνικής
Συμφωνίας (Government of
National Accord, GNA)
που έχει έδρα την
Τρίπολη. Την περασμένη
εβδομάδα, ο υπουργός
Εξωτερικών των ΗΠΑ, Μάικ
Πομπέο, εντάχθηκε στον
χορό, καλώντας [1] τον
Haftar να «σταματήσει»
την προώθησή του. Παρά
τις καταδίκες αυτές,
είναι σαφές ότι
ορισμένες χώρες,
συμπεριλαμβανομένης της
Γαλλίας και των Ηνωμένων
Αραβικών Εμιράτων, λένε
ένα πράγμα δημοσίως ενώ
ελπίζουν ιδιωτικά ότι οι
ενέργειες του Haftar θα
τραντάξουν την Λιβύη από
την βαθιά πολιτική
κακουχία της.
Στρατιώτες του LNA του
Haftar στην Βεγγάζη, τον
Απρίλιο του 2019. ESAM
AL-FETORI / REUTERS
-----------------------------------------------------------------------
Επί τέσσερα χρόνια,
πολλοί στα Δυτικά μέσα
ενημέρωσης χαρακτήριζαν
τον Χαφτάρ ως έναν
επίδοξο δικτάτορα που
υπονομεύει τις
υπομονετικές προσπάθειες
του ΟΗΕ να φέρει κοντά
τις εμπόλεμες πλευρές
της χώρας. Ωστόσο,
πολλοί Λίβυοι έχουν
χάσει την υπομονή τους
με την GNA και
υποστηρίζουν τις
προσπάθειες του LNA -όχι
από μεγάλη συμπάθεια
προς τον Haftar, αλλά
επειδή αισθάνονται ότι
είναι ο μοναδικός δρων
της χώρας που
αντιμετωπίζει ενεργά τις
τεράστιες ανάγκες
ασφάλειας της Λιβύης.
ΕΚΤΡΟΧΙΑΣΜΕΝΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
Λίγοι ενημερωμένοι
παρατηρητές περίμεναν
ότι η πτώση του
δικτάτορα της Λιβύης,
Muammar al-Qaddafi, το
2011 θα οδηγούσε γρήγορα
ή εύκολα στην δημοκρατία.
Ωστόσο, τα πρώτα
επιτεύγματα των Λίβυων
επαναστατών ήταν
αξιοσημείωτα: Μέσα σε
δύο χρόνια μετά την
αποπομπή του Καντάφι, η
Λιβύη διεξήγαγε σε
μεγάλο βαθμό ελεύθερες
και δίκαιες εθνικές
εκλογές, είδε μια
ειρηνική μεταφορά
εξουσίας από ένα μη
εκλεγμένο μεταβατικό
όργανο σε μια εκλεγμένη
κυβέρνηση (το Γενικό
Εθνικό Κογκρέσο, General
National Congress) και
έγινε μάρτυρας της
ταχείας ανάπτυξης της
κοινωνίας των πολιτών
και ενός ελεύθερου Τύπου.
Αλλά, όπως θρήνησε ο
πρώην πρόεδρος Μπαράκ
Ομπάμα [2] το 2014, οι
Ηνωμένες Πολιτείες
απέτυχαν να
προετοιμαστούν για αυτό
που ήρθε μετά την πτώση
του Καντάφι.
Ένα άλλο αμερικανικό
λάθος έχει περάσει σε
μεγάλο βαθμό απαρατήρητο:
Στο πλαίσιο του «πολέμου
κατά της τρομοκρατίας»,
η διοίκηση του πρώην
προέδρου Τζορτζ Μπους
είχε «αποδώσει» μερικούς
από τους πιο φοβερούς
ισλαμιστές εχθρούς του
Καντάφι στην Λιβύη για
βασανιστήρια και
ανακρίσεις –ταυτοχρόνως
μια κατακριτέα και μια
αντιπαραγωγική κίνηση.
Όταν ξέσπασε η
επανάσταση το 2011, το
Κατάρ και η Τουρκία
χρηματοδότησαν και
εξόπλισαν αυτούς τους
Ισλαμιστές και τους
συμμάχους τους, πολλοί
από τους οποίους
προχώρησαν για να
πολεμήσουν τους
μετριοπαθείς επαναστάτες
στην Λιβύη και την Συρία.
Ορισμένοι έχουν συνδεθεί
με την επίθεση της 11ης
Σεπτεμβρίου 2012 στην
αποστολή των ΗΠΑ στη
Βεγγάζη, η οποία είχε ως
αποτέλεσμα τον θάνατο
του πρεσβευτή των ΗΠΑ,
Κρίστοφερ Στίβενς, και
τον τερματισμό της
όρεξης της κυβέρνησης
Ομπάμα για αμερικανική
δράση στην Λιβύη.
Αφότου το Συμβούλιο
Ασφαλείας των Ηνωμένων
Εθνών «ξεπάγωσε» κάποια
από τα περιουσιακά
στοιχεία του πρώην
καθεστώτος του Καντάφι
στο εξωτερικό στα τέλη
του 2011, δισεκατομμύρια
δολάρια έρευσαν στην
κεντρική τράπεζα της
Λιβύης και πληρώθηκαν
αδιάκριτα σε όλους
εκείνους που διεκδίκησαν
«επαναστατικό» status.
Αυτό κατέστησε την
Τρίπολη ένα έδαφος
τροφοδότησης των
ανταρτών, των
ριζοσπαστών και των
εγκληματιών που
επεδίωκαν να πέσουν πάνω
στα κυβερνητικά
επιδόματα ενώ ταυτόχρονα
υπονόμευαν τη νεόκοπη
κυβέρνηση. Το χάος
επιδεινώθηκε μετά την
επίθεση κατά της
αποστολής των ΗΠΑ στην
Βεγγάζη, η οποία οδήγησε
τις Δυτικές δυνάμεις να
φύγουν από την Λιβύη και
διευκόλυνε την
τοποθέτηση ριζοσπαστών
σε βασικές θέσεις, για
παράδειγμα στο Υπουργείο
Άμυνας. Εκεί,
διευκόλυναν τη μεταφορά
όπλων και την υποστήριξη
των συμμάχων τους -κυρίως
Ισλαμιστές και
πολιτοφυλακές από την
ισχυρή παράκτια πόλη
Misrata. Μέσα σε λίγους
μήνες, η Βεγγάζη έπεσε
σε ομάδες συμμαχικές της
al-Qaeda.
Λίγο αργότερα, τον
Ιούνιο του 2014, η Λιβύη
διεξήγαγε τις δεύτερες
εθνικές εκλογές της,
στις οποίες τα ισλαμικά
κόμματα για άλλη μια
φορά δεν πήγαν καλά. Οι
Ισλαμιστές,
υποστηριζόμενοι σε
μεγάλο βαθμό από το
Κατάρ και την Τουρκία,
απέρριψαν τα
αποτελέσματα και, μαζί
με τους συμμάχους τους
από την παράκτια πόλη
Misrata, ξεκίνησαν μια
επίθεση στον αερολιμένα
της Τρίπολης, η οποία
προκάλεσε την επέκταση
των μαχών σε
κατοικημένες περιοχές,
συμπεριλαμβανομένης της
διπλωματικής συνοικίας.
Οι Ηνωμένες Πολιτείες
απέσυραν τους υπόλοιπους
διπλωμάτες τους και η
Βουλή των Αντιπροσώπων
μετεγκαταστάθηκε στην
ανατολική πόλη Tobruk,
όπου η ηγεσία της έθεσε
επίσημα τον στρατηγό
Haftar –έναν στρατηγό
της εποχής του Qaddafi,
ο οποίος είχε επιστρέψει
από την εξορία του στις
ΗΠΑ το 2011- ως διοικητή
του LNA. Στην Τρίπολη,
μέλη της συμμαχίας
Ισλαμιστών-Μισρατινών
αρνήθηκαν να
αναγνωρίσουν την
εκλεγμένη κυβέρνηση και
έφεραν άλλα, μη
εκλεγμένα, μέλη στο
μειοψηφικό Γενικό Εθνικό
Κογκρέσο (GNC). Το GNC
άρχισε να χωλαίνει από
το φθινόπωρο του 2012
μέχρι τον Αύγουστο του
2014, οπότε
αντικαταστάθηκε επισήμως
από τη Βουλή των
Αντιπροσώπων.
Ο Γάλλος πρόεδρος,
Εμμανουέλ Μακρόν, με τον
Χαφτάρ και τον
πρωθυπουργό της GNA,
Fayez al-Sarraj, στο La
Celle-Saint-Cloud, στην
Γαλλία, τον Ιούλιο του
2017. PHILIPPE WOJAZER /
REUTERS
-------------------------------------------------------------------
ΨΑΧΝΟΝΤΑΣ ΓΙΑ ΜΙΑ
ΓΡΗΓΟΡΗ ΕΠΙΔΙΟΡΘΩΣΗ
Το καλοκαίρι του 2014, ο
ΟΗΕ φιλοξένησε έναν
διάλογο συμφιλίωσης στο
Μαρόκο. Οι συνομιλίες
κατέληξαν σε ένα έγγραφο
με τίτλο «Πολιτική
Συμφωνία της Λιβύης»
(Libyan Political
Agreement, LPA), το
οποίο υπογράφηκε από
τους αντιπροσώπους των
κυβερνήσεων της Τρίπολης
και του Tobruk τον
Δεκέμβριο του 2015. Η
LPA αποσκοπούσε στην
γεφύρωση των διαφορών
μεταξύ της Βουλής των
Αντιπροσώπων και του
μειοψηφικού GNC με το να
δημιουργήσει ένα υβρίδιο
και των δύο -την
Κυβέρνηση Εθνικής
Συμφωνίας (Government of
National Accord). Το
αποτέλεσμα ήταν ένα
απόλυτο χάος.
Τον Δεκέμβριο του 2015,
η εκτελεστική εξουσία
ανατέθηκε σε ένα
Συμβούλιο Προεδρίας
εννέα ατόμων,
αποτελούμενο από έναν
πρόεδρο, πέντε
αντιπροέδρους και τρεις
υπουργούς. Ένα
συμβουλευτικό όργανο, το
Κρατικό Συμβούλιο,
άντλησε εκπροσώπους και
των δύο κυβερνήσεων.
Αλλά υπήρξε ένα νομικό
ζήτημα: Σύμφωνα με τους
όρους της LPA, η GNA
έπρεπε να επικυρωθεί με
ψήφο της Βουλής των
Αντιπροσώπων, η οποία θα
εντασσόταν στην GNA ως
το νομοθετικό σώμα της.
Σημαντικό κώλυμα για την
επικύρωση από την Βουλή
των Αντιπροσώπων ήταν
ένα άρθρο στην LPA που
σχεδιάστηκε για να
παραμερίσει τον Haftar,
τον οποίο ο συνασπισμός
Ισλαμιστών-Misratινών
έβλεπε ως τη μεγαλύτερη
απειλή.
Αρχικά, τόσο η Βουλή των
Αντιπροσώπων όσο και η
GNC αρνήθηκαν να
συμμετάσχουν στην LPA. Η
GNA συνήλθε στην Τυνησία
για πρώτη φορά τον
Ιανουάριο του 2016 και
στην συνέχεια
μεταφέρθηκε σε έναν
θύλακα στην Τρίπολη, ενώ
η Βουλή των Αντιπροσώπων
συνέχισε την αξίωσή της
να κυβερνά την Λιβύη από
τα ανατολικά. Και καθώς
η GNA βρισκόταν σε
αδιέξοδο και απομονωμένη
στην Τρίπολη, ο Haftar
πέτυχε νίκες στο πεδίο
της μάχης. Μέχρι το
2017, είχε καταφέρει να
εκτοπίσει την Αλ Κάιντα,
το Ισλαμικό Κράτος
(ISIS) και άλλους
εξτρεμιστές από την
Βεγγάζη, ενισχύοντας την
δημοτικότητά του σε
ολόκληρη την χώρα. Μια
μελέτη του 2018 που
δημοσίευσε το Ολλανδικό
Ινστιτούτο Εξωτερικών
Σχέσεων (Netherlands
Institute of Foreign
Relations), για
παράδειγμα, διαπίστωσε
ότι το κοινό της Λιβύης
είχε σημαντικά
μεγαλύτερη εμπιστοσύνη
[3] στην «προστατευτική
ικανότητα» του LNA του
Haftar απ’ όση στην GNA.
Αν και οι Ηνωμένες
Πολιτείες και οι
Ευρωπαίοι σύμμαχοί τους
βοήθησαν με ενθουσιασμό
να ανατραπεί ο Καντάφι,
μετά από την επίθεση
στην Βεγγάζη το 2012, η
Δύση έχασε και πάλι το
ενδιαφέρον για την Λιβύη.
Αυτό άρχισε να αλλάζει
μόλις το 2016, όταν οι
συνέπειες της πολιτικής
δυσλειτουργίας της
Λιβύης έφτασαν στις
ευρωπαϊκές ακτές: Η
αφρικανική μετανάστευση
προς την Ευρώπη μέσω της
Λιβύης αυξήθηκε, ακόμη
και όταν το ISIS
επεκτάθηκε ταχέως στην
Λιβύη και την Βόρεια
Αφρική. Οι Ευρωπαίοι
ηγέτες φοβήθηκαν ότι οι
τρομοκράτες θα μπουν
στις χώρες τους
μεταμφιεσμένοι ως
πρόσφυγες και αιτούντες
άσυλο. Πράγματι, οι
ενδοχώρες της Τρίπολης
έγιναν έδαφος
εκπαίδευσης για
βομβιστές αυτοκτονίας
στην Ευρώπη και την
Τυνησία -συμπεριλαμβανομένου
και εκείνου που σκότωσε
22 άτομα σε συναυλία στο
Μάντσεστερ, στην Αγγλία
το 2017.
Αντιμέτωπη με αυτή την
κρίση, η διεθνής
κοινότητα επέλεξε την
σκοπιμότητα έναντι της
μακροπρόθεσμης
σταθερότητας. Στις αρχές
του 2016, η Δύση είχε
ξαφνικά μετατοπίσει την
αναγνώρισή της από την
Βουλή των Αντιπροσώπων
στην όχι ακόμη
επικυρωθείσα GNA. Με την
άδεια της GNA, οι
Ηνωμένες Πολιτείες
άρχισαν να βομβαρδίζουν
το ISIS στο κέντρο του
στην Σύρτη, ενώ η Ιταλία
έκανε συμφωνίες με τις
πολιτοφυλακές της
Τρίπολης για να κρατήσει
τους Αφρικανούς
αιτούντες άσυλο
εγκλωβισμένους στην
Λιβύη. Αυτό, όχι μόνο
εξόργισε τους Λίβυους
αλλά υπέβαλε τους
επιθυμούντες να
μεταναστεύσουν σε
φρικαλεότητες [4] στα
χέρια των διακινητών
τους. Μέχρι το τέλος του
2016, όμως, ο Haftar
είχε γίνει πολύ ισχυρός
για να αγνοηθεί, και η
απόσταση μεταξύ εκείνου
και της GNA έγινε πιο
δύσκολο να γεφυρωθεί.
Βρίσκοντας μικρή δημόσια
υποστήριξη στην Δύση, ο
Χαφτάρ αντ’ αυτής
φλέρταρε την Ρωσία, την
Αίγυπτο και αρκετά κράτη
του Κόλπου, ενώ
υποστήριζε ότι αυτός και
ο LNA λογοδοτούν στην
Βουλή των Αντιπροσώπων
και όχι στην GNA, η
οποία σύμφωνα με την
διαδικασία της LPA ακόμη
δεν υπήρχε.
Με την LPA κολλημένη
στον βάλτο για άλλη μια
φορά, τον Ιούνιο του
2017, ο ΟΗΕ διόρισε τον
τέταρτο απεσταλμένο του
στην Λιβύη, τον Ghassan
Salame, ο οποίος
προσπάθησε να
αναζωογονήσει την LPA με
το να δεσμεύσει το
Κρατικό Συμβούλιο και
την Βουλή των
Αντιπροσώπων να
απλοποιήσουν [5] την
δομή της ηγεσίας της GNA.
Στριμωγμένος, ο Salame
ανακοίνωσε τον περασμένο
χειμώνα ότι θα
προχωρήσει κατευθείαν σε
μια συμπεριληπτική
εθνική διάσκεψη [6] που
θα κάλυπτε άμεσα όλα τα
εκκρεμή ζητήματα. Η
διάσκεψη,
προγραμματισμένη για
νωρίτερα αυτόν τον μήνα,
τέθηκε σε αναμονή μετά
την έναρξη της επίθεσης
του Haftar.
Σε ένα φιλο-LNA
συλλαλητήριο στην
Βεγγάζη, τον Απρίλιο του
2019. ESAM AL-FETORI /
REUTERS
---------------------------------------------------------
ΕΝΑ ΤΕΛΟΣ ΣΤΙΣ ΜΑΧΕΣ;
Οι περισσότεροι Λίβυοι
σήμερα απλά θέλουν τάξη
και ένα τέλος στις
συγκρούσεις στην χώρα.
Καθώς η διεθνής
κοινότητα δεν είναι
διατεθειμένη να δεχτεί
τις ευθύνες και το
κόστος της ίδιας της
παρέμβασης, οι τρέχουσες
κινήσεις του Haftar
μπορεί να είναι η
ευκαιρία να αλλάξει το
status quo, ακριβώς όπως
μια ξαφνική ώθηση των
ανταρτών το 2011 έσπασε
τον de facto
κατακερματισμό της χώρας
μεταξύ των ανταρτών και
του καθεστώτος του
Καντάφι.
Η επίθεση του Haftar
είναι ένα επικίνδυνο
στοίχημα: Μια γρήγορη
και ριζική αλλαγή στο
έδαφος θα μπορούσε
ενδεχομένως να οδηγήσει
σε κατάπαυση του πυρός
που θα έσπαζε την κατοχή
των πολιτοφυλακών επί
της πρωτεύουσας και,
κατά συνέπεια, της GNA.
Θα μπορούσε επίσης να
είναι πρόδρομος μιας
προσπάθειας του Haftar
να καθιερώσει μια
αυταρχική διακυβέρνηση
στην χώρα. Και αν
υπάρχει ένα μακρύ
αδιέξοδο, η χώρα θα
μπορούσε να δει μια
δραματική κλιμάκωση ενός
πολέμου δια πληρεξουσίων,
με το Κατάρ και τη
Μουσουλμανική Αδελφότητα
να υποστηρίζουν την GNA
και την Σαουδική Αραβία,
την Αίγυπτο και τα
Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα,
να υποστηρίζουν τον
Haftar. Τις τελευταίες
μέρες, η πολιορκία του
Haftar αποκάλυψε
διαιρέσεις μέσα στις
πολιτοφυλακές που
συνδέονται με την GNA,
οι οποίες είναι
διχασμένες σχετικά με
τον ρόλο του ISIS και
των τζιχαντιστών που
συνδέονται με την Αλ
Κάιντα στην τρέχουσα
μάχη. Έχει επίσης
διχάσει την διεθνή
κοινότητα: Η Ευρωπαϊκή
Ένωση καλεί τον Haftar
να σταματήσει την
προώθησή του, αλλά το
Συμβούλιο Ασφαλείας του
ΟΗΕ δεν κατάφερε να
εγκρίνει σχέδιο
ψηφίσματος [7] που
καταδικάζει την επίθεση.
Υποθέτοντας ότι ο LNA
καταφέρει να πάρει την
Τρίπολη -και ότι η
διεθνής κοινότητα θα
αποδεχθεί αυτό το
αποτέλεσμα- πώς μπορεί
μια λιβυκή κυβέρνηση να
εξασφαλίσει πολιτική
νομιμοποίηση; Πρώτον, ο
ΟΗΕ θα πρέπει να
εισαγάγει μια
ειρηνευτική δύναμη που
θα παρακολουθεί τον LNA,
θα βοηθήσει στην διάλυση
και τον αφοπλισμό των
υπολοίπων πολιτοφυλακών
της χώρας και θα
βοηθήσει στη
μεταπολεμική
σταθεροποίηση.
Ο Λίβυος νομικός ειδικός
Azza Maghur έχει
υποστηρίξει πειστικά ότι
κάθε νομικό ψήφισμα για
την κρίση της Λιβύης θα
πρέπει να προέρχεται από
την Βουλή των
Αντιπροσώπων, η οποία
είναι το τελευταίο
νομικά εκλεγμένο όργανο
στην χώρα. Σε αυτό το
σενάριο, η Βουλή των
Αντιπροσώπων θα
εξυπηρετούσε απλά ως το
όργανο επικύρωσης ενός
νέου εκλογικού νόμου και
μιας αποτελεσματικής,
τεχνοκρατικής προσωρινής
κυβέρνησης που θα
μπορούσε να καθοδηγήσει
την χώρα μέχρι να είναι
έτοιμη για εθνικές
εκλογές. Μια τέτοια
προσέγγιση θα ήταν κοντά
σε εκείνη που
οραματίστηκε η πρώτη
κυβέρνηση μετά τον
Καντάφι, το Εθνικό
Μεταβατικό Συμβούλιο
(National Transitional
Council), προτού οι
Ισλαμιστές και οι
Ηνωμένες Πολιτείες το
πιέσουν να προκηρύξει
εκλογές. Μετά τις
εκλογές, θα ξεκινήσει
και πάλι η διαδικασία
ολοκλήρωσης του σχεδίου
συντάγματος.
Εάν ο Haftar πιστέψει
ότι η διεθνής κοινότητα
δεν θα υποστηρίξει την
GNA ούτε θα επιτρέψει
μια στρατιωτική
δικτατορία, πιθανότατα
θα πεισθεί να συνεχίσει
να διαδραματίζει τον
ρόλο του επικεφαλής του
LNA, λογοδοτώντας σε μια
νόμιμη κυβέρνηση.
Εναλλακτικά, μπορεί να
συμμετάσχει στην
πολιτική διαδικασία ως
ένας από τους πολλούς
υποψήφιους για πολιτικό
αξίωμα.
Οι Ηνωμένες Πολιτείες
δεν χρειάζεται να κάνουν
πολλά για να βοηθήσουν.
Η διοίκηση του Trump
μπορεί να αποφύγει να
πέσει στην ίδια παγίδα
με του προκατόχου του,
με το να μην συμμετάσχει
στην υστερία για τον
Haftar και τον LNA, αλλά
επίσης με το να κάνει
οδυνηρά ξεκάθαρο προς
τον Haftar ότι πρέπει να
περιορίσει τον εαυτό του
στην διασφάλιση της
χώρας, χωρίς να διώκει
αντιπάλους και να
συγκεντρώνει εξουσία.
Ο ETHAN CHORIN είναι ο
συγγραφέας του βιβλίου
με τίτλο Exit the
Colonel: The Hidden
History of the Libyan
Revolution και ήταν
οικονομικός και
εμπορικός ακόλουθος των
ΗΠΑ στην Λιβύη από το
2004 έως το 2006.
Foreign Affairs
http://www.foreignaffairs.gr/articles/72258/ethan-chorin/to-aenao-xaos-tis-libyis?page=show
|
|
Greek Finance Forum |
|
Σχόλια Χρηστών |
|
|
|
|
|
|