Tο ένα επιχείρημα είναι
πολιτικό και σχετίζεται
με την εμπιστοσύνη που
δείχνουν οι αγορές στη
νέα ελληνική κυβέρνηση.
Το δεύτερο είναι
οικονομικό. Κατά την
προσέγγιση του κ.
Μητσοτάκη το πλεόνασμα
του 3,5% αντανακλούσε
την αναξιοπιστία της
προηγούμενης κυβέρνησης
στα μάτια των δανειστών,
οι οποιοι επέβαλλαν ένα
αυστηρό πλαίσιο
προκειμένου να μην
εκτροχιαστεί το
πρόγραμμα. Επιπλέον, η
βιωσιμότητα του χρέους
εκτιμήθηκε βάση του τότε
επιτοκίου δανεισμού το
οποίο κινούνταν στην
περιοχή του 5%, ενώ
πρόσφατα οι αποδόσεις
υποχώρησαν ακόμα και
κάτω του 2% για το
δεκαετές ομόλογο.
Σύμφωνα
πάντα με το τελευταίο
ρεπορτάζ, o
πρωθυπουργός επιδιώκει
συνεννόηση και όχι ρήξη
με τους εταίρους και γι’
αυτό δεν σκοπεύει να
αμφισβητήσει άμεσα το
δημοσιονομικό πλαίσιο
που θέτει ο στόχος για
πλεόνασμα 3,5% του ΑΕΠ,
δηλαδή όχι για το 2019
και το 2020. Οι
διαπραγματεύσεις,
σύμφωνα με συνεργάτες
του πρωθυπουργού, θα
διεξαχθούν σε δύο
επίπεδα, ένα πολιτικό
και ένα τεχνοκρατικό,
οπότε έχει μεγάλη
σημασία να χτίσει η
κυβέρνηση την αξιοπιστία
της κάνοντας πράξη τις
δεσμεύσεις της.
Κυβερνητικές πηγές
μιλούσαν για πιθανές
εκπλήξεις από τη
διαπραγματευτική
στρατηγική που θα
ακολουθήσει η κυβέρνηση
το 2020, καθώς στο μέσον
της ερχόμενης χρονιάς θα
προωθηθεί το επόμενο
μεσοπρόθεσμο πρόγραμμα.
|