|
|
|
Περίληψη:
Ο τερματισμός του
εμφυλίου πολέμου της
Υεμένης και η οικοδόμηση
μιας βιώσιμης ειρήνης θα
απαιτήσει ένα σχέδιο που
θα αντικατοπτρίζει
καλύτερα τις πραγματικές
συνθήκες. Εάν
επαναληφθούν τα λάθη του
παρελθόντος, η χειρότερη
ανθρωπιστική κρίση στον
κόσμο θα ανακυκλωθεί
περαιτέρω εκτός ελέγχου.
|
|
|
|
|
|
-------------
Πολλοί διπλωμάτες και
παρατηρητές βλέπουν τώρα
τον τριετή εμφύλιο
πόλεμο της Υεμένης [1]
ως μια ακόμη κρίση που
έχει εξελιχθεί
ανεξέλεγκτα. Η σύγκρουση
άρχισε τον Σεπτέμβριο
του 2014, όταν αντάρτες
Houthi από το Βορρά και
ομάδες πιστές στον πρώην
πρόεδρο της Υεμένης, Ali
Abdullah Saleh,
κατέλαβαν την [πρωτεύουσα]
Sanaa, παίρνοντας όμηρο
τον πρόεδρο Abd-Rabbu
Mansour Hadi, πρώτα
εικονικά και στην
συνέχεια κυριολεκτικά.
Τον Μάρτιο του 2015, το
πραξικόπημα που
σιγόκαιγε, κλιμακώθηκε
και διεθνοποιήθηκε με
την παρέμβαση ενός
στρατιωτικού συνασπισμού
υπό την ηγεσία της
Σαουδικής Αραβίας [2], ο
οποίος ξεκίνησε μια
έντονη αλλά συχνά
ασύνδετη εκστρατεία για
την αποκατάσταση της
κυβέρνησης του Χαντί και
την αντιμετώπιση των
Χούτι, για τους οποίους
οι Σαουδάραβες
υποστηρίζουν ότι είναι
πληρεξούσιοι των Ιρανών.
Τα τελευταία τρία χρόνια,
η κατάσταση στο έδαφος
έχει επιδεινωθεί
δραματικά [3]: Σήμερα,
σχεδόν επτά εκατομμύρια
Υεμενίτες κινδυνεύουν
από λιμό και χιλιάδες
έχουν ήδη πεθάνει στην
χειρότερη επιδημία
χολέρας στην ιστορία
[4]. Ωστόσο, ακόμη και
καθώς η κρίση
επιδεινώνεται, οι
προσπάθειες για να
σταματήσουν οι μάχες
έχουν ανακύψει ως
εξαιρετικά περιορισμένες.
Τον Μάρτιο, ένας νέος
ειδικός απεσταλμένος του
ΟΗΕ, ο Βρετανός πρώην
διπλωμάτης Martin
Griffiths, αναλαμβάνει
μια ειρηνευτική
προσπάθεια που έχει
χάσει όλη την δυναμική
της το περασμένο ενάμιση
έτος. Η δουλειά του
μπορεί να μην είναι μια
«αδύνατη αποστολή»
[mission impossible],
όπως πολλοί φοβούνται,
αλλά αν αυτή η τελευταία
προσπάθεια πρόκειται να
είναι πιο επιτυχημένη
από εκείνες που
προηγήθηκαν, ο Griffiths
θα χρειαστεί να
ακολουθήσει μια
ριζοσπαστική νέα
προσέγγιση.
Τα επακόλουθα των
αεροπορικών επιθέσεων,
στην Saada, στην Υεμένη,
τον Ιανουάριο του 2018.
NAIF RAHMA / REUTERS
--------------------------------------------------------------------------------
Από την αρχή, η
ειρηνευτική διαδικασία
στην Υεμένη υπέφερε από
λανθασμένες υποθέσεις
και από παρωχημένες
αναλύσεις. Το σημερινό
σχέδιο των Ηνωμένων
Εθνών δίνει μεγάλη
έμφαση στην σημασία της
κυβέρνησης Hadi και
αποκλείει τις ομάδες που
μάχονται στην
πραγματικότητα κατά των
Houthi και παρέχουν τις
βασικές υπηρεσίες που
συνήθως αντιστοιχούν με
ένα κράτος. Επιπλέον,
πολλά από τα εμπλεκόμενα
μέρη έχουν ελάχιστα
κίνητρα να δουν την
σημερινή ειρηνευτική
διαδικασία να
επιτυγχάνει -ακόμη και
καθώς εκατομμύρια
Υεμενίτες φθάνουν στο
χείλος του λιμού, όλοι
οι βασικοί παράγοντες
της σύγκρουσης
επωφελούνται από μια
επικερδή πολεμική
οικονομία. Σε πολλές
περιπτώσεις, τα
χαλάσματα του πολέμου
έχουν μετατρέψει πρώην
πένητες σε εξαιρετικά
πλούσια άτομα. Ωστόσο, η
εστίαση στην ελίτ της
πολιτικής -όχι
ασυνήθιστη στις
ειρηνευτικές διαδικασίες
αυτού του είδους- συχνά
αποκρύπτει αυτή την
δυναμική.
Ο τερματισμός του
εμφυλίου πολέμου της
Υεμένης και η οικοδόμηση
μιας βιώσιμης ειρήνης θα
απαιτήσει ένα σχέδιο που
θα αντικατοπτρίζει
καλύτερα τις πραγματικές
συνθήκες. Εάν
επαναληφθούν τα λάθη του
παρελθόντος, η χειρότερη
ανθρωπιστική κρίση στον
κόσμο θα ανακυκλωθεί
περαιτέρω εκτός ελέγχου.
ΤΑ ΣΚΥΛΙΑ ΤΟΥ ΠΟΛΕΜΟΥ
Η Υεμένη είναι χαοτικό
κράτος. Παρόλο που η
χώρα εξακολουθεί να
υπάρχει ως ονομαστική
οντότητα σε χάρτες ή σε
ρεπορτάζ εφημερίδων,
επιτόπου, η τάξη που
συνήθως παρέχουν οι
κρατικοί θεσμοί
απουσιάζει σε μεγάλο
βαθμό. Υπάρχει όμως
κάποιο σήμα μέσα στον
θόρυβο: Τοπικές ομάδες
έχουν καλύψει το κενό,
και δημιουργούν την δική
τους τοπική τάξη. Όπως
ανέφεραν και οι
συνάδελφοί μου σε μια
πρόσφατη έκθεση του
Chatham House [5], «η
Υεμένη χωρίστηκε σε
τομείς εδαφικού και
πολιτικού ελέγχου ...
κάθε περιοχή έχει την
δική της ηγετική δομή,
εσωτερική πολιτική και
εξωτερικούς υποστηρικτές,
στον βαθμό που η Υεμένη
μοιάζει λιγότερο με μια
διαιρεμένη χώρα από όσο
με μια συλλογή
μίνι-κρατών που
ασχολούνται με μια
πολύπλοκη
ενδοπεριφερειακή
σύγκρουση».
Παρόλο που ο Χαντί είναι
ο διεθνώς αναγνωρισμένος
πρόεδρος, στην
πραγματικότητα η
κυβέρνησή του έχει λίγη
επίδραση ή ακόμα και
φυσική παρουσία στην
Υεμένη. Αυτό που
αναφέρεται ως Εθνικός
Στρατός της Υεμένης
είναι πραγματικά μια
συλλογή από ποικίλες
ομάδες,
συμπεριλαμβανομένων των
βόρειων φυλών, των
νότιων αποσχιστών, των
σαλαφιστών και των
στρατιωτικών μονάδων που
συνδέονται με το Islah,
το κύριο σουνιτικό
ισλαμικό κόμμα της
Υεμένης. Όλες αυτές οι
ομάδες καταπολεμούν τους
Χούτι, αλλά λίγοι έχουν
πολύ χρόνο για τον Χαντί,
του οποίου η
νομιμοποίηση αντλείται
όλο και περισσότερο από
την διεθνή αναγνώριση
αντί για την τοπική
στήριξη.
Οι άνδρες των φυλών στην
κεντρική επαρχία Mareb,
για παράδειγμα, έχουν
καταβάλει βαρύ τίμημα
για την συμμετοχή τους
στον αγώνα κατά των
Houthi, αλλά μπόρεσαν
επίσης να ελέγξουν και
να κυβερνήσουν το έδαφός
τους για πρώτη φορά, με
εκπληκτική επιτυχία.
Πέρα από την πρώτη
γραμμή στα δυτικά της
επαρχίας, η ασφάλεια
στην Mareb είναι η
καλύτερη που υπήρξε εδώ
και χρόνια, αν όχι
δεκαετίες, και η Mareb
City έχει καταστεί
σημαντικό στρατιωτικό
και εμπορικό κέντρο. Το
Islah [6] έχει επίσης
γίνει βασικός παίκτης
στη Mareb. Ο κυβερνήτης,
Sultan al-Aradah,
θεωρείται ευρέως ως
μέλος [του κόμματος] και
οι κύριες στρατιωτικές
μονάδες της κυβέρνησης
είναι πιστές στον Ali
Mohsen al-Ahmar, τον
αμφιλεγόμενο,
διασυνδεδεμένο με το
Islah, αντιπρόεδρο της
Υεμένης.
Στον νότο, οι υπέρ της
ανεξαρτησίας ηγέτες των
αποσχιστικών
παραστρατιωτικών ομάδων,
οι οποίοι ήταν μεταξύ
των πρώτων που
επαναδιεκδίκησαν εδάφη
από τους Χούτι,
δημιούργησαν το Νότιο
Μεταβατικό Συμβούλιο
(Southern Transitional
Council, STC), το οποίο
ισχυρίζεται ότι θέτει
τις βάσεις είτε για
απόλυτη απόσχιση είτε
για de facto αυτονομία
στο στυλ της
Περιφερειακής Κυβέρνησης
του Κουρδιστάν. Πιο
πρόσφατα, το STC
συγκρούστηκε με την
κυβέρνηση Hadi [7] για
το νότιο λιμάνι της
πόλης Aden. Η ομάδα
κατηγορεί τον
πρωθυπουργό Ahmed bin
Daghr για διαφθορά και
αποτυχία να επαναφέρει
βασικές υπηρεσίες για
τους πολίτες. Τον
Ιανουάριο, στρατιωτικές
δυνάμεις συνδεδεμένες με
το STC, συγκρούστηκαν με
τις στρατιωτικές μονάδες
υπέρ του Hadi,
καταλήγοντας να
καταλάβουν το μεγαλύτερο
μέρος της πόλης, και
περικύκλωσαν το
προεδρικό μέγαρο όπου
βρισκόταν ο bin Daghr (έκτοτε
έφυγε από το Άντεν για
το Ριάντ). Κάνοντας τα
πράγματα πιο περίπλοκα,
οι περισσότερες δυνάμεις
του STC υποστηρίζονται
από τα Ηνωμένα Αραβικά
Εμιράτα, τα οποία
ανήκουν στον συνασπισμό
υπό την ηγεσία της
Σαουδικής Αραβίας, αλλά
βλέπουν και τους
αποσχιστές ως ανάχωμα
κατά της εξάπλωσης της
ιδεολογίας της
Μουσουλμανικής
Αδελφότητας στην οποία
πιστεύουν οι φυλές και
οι στρατιωτικές μονάδες
που συνδέονται με το
Islah στην βόρεια Υεμένη.
Οι Houthi έχουν επίσης
διασφαλίσει την θέση
τους. Έως τον Δεκέμβριο,
η συμμαχία Σαλέχ-Χούτι
[8] ήλεγχε τα υψίπεδα
της βόρειας Υεμένης και
πολλά από τα δυτικά
παράλια. Αλλά όταν ο
Σαλέχ ανακοίνωσε το
σχέδιό του να στραφεί
προς την πλευρά των
Σαουδαράβων, οι Χούτι
τον σκότωσαν. Αποτελούν
πλέον την αδιαμφισβήτητη
de facto στρατιωτική,
πολιτική και οικονομική
δύναμη στην βορειοδυτική
Υεμένη. Μετά τον θάνατο
του Σαλέχ, έχουν
αναπτύξει μια σφιχτή
λαβή στην τοπική
ασφάλεια και έχουν
αναλάβει τα κρατικά
όργανα στην Σαναά, αν
και έχουν κάνει ελάχιστα
για να πληρώσουν τους
μισθούς [9] πολλών
κυβερνητικών εργαζομένων.
ΤΑ ΛΑΦΥΡΑ ΤΟΥ ΠΟΛΕΜΟΥ
Καθώς οι τοπικές ομάδες
εδραίωσαν την εξουσία
τους, δημιουργήθηκε μια
περίπλοκη πολεμική
οικονομία. Το κόστος για
τους πολίτες ήταν
μεγάλο, αλλά για τους
μεγάλους παίκτες, η
σύγκρουση έχει επίσης
δημιουργήσει πρωτοφανείς
ευκαιρίες.
Δείτε τους Houthi. Το
θρησκευτικό κίνημα του
Zaydi Shia που
μετατράπηκε σε
επαναστατική
πολιτοφυλακή πέρασε τα
έτη μεταξύ 2004 και 2010
μαχόμενη την κυβέρνηση
της Υεμένης και με την
βοήθεια της
Σαουδαραβικής Αεροπορίας
στα βουνά της βόρειας
Υεμένης. Τώρα ελέγχουν
τεράστιες εκτάσεις
εδάφους και για πρώτη
φορά φέρνουν έσοδα
εκατοντάδων εκατομμυρίων,
αν όχι δισεκατομμυρίων
δολαρίων ετησίως. Καθώς
εγκαταστάθηκαν στον ρόλο
της νέας ελίτ της
Υεμένης, οι ηγέτες των
Houthi λέγεται ότι
αγοράζουν ακίνητα, γη
και πολυτελή αυτοκίνητα.
Αν και έχουν χάσει
κάποια επικράτεια κατά
το παρελθόν έτος, είναι
σημαντικό να θυμόμαστε
τα τεράστια κέρδη που
έχουν αποκτήσει συνολικά.
Πολλοί στρατιωτικοί
διοικητές των Houthi
ήταν φτωχοί έφηβοι όταν
ξέσπασε ο πρώτος πόλεμος
με την κυβέρνηση στην
καρδιά της βόρειας
περιοχής τους, την
Sa'dah, πριν από 14
χρόνια. Σήμερα είναι
πλούσιοι πολέμαρχοι.
Η κυβέρνηση Hadi έχει
επίσης επωφεληθεί από
την σύγκρουση, πωλώντας
το πετρέλαιο που
παράγεται στη νότια
Υεμένη στην διεθνή αγορά
και εκμεταλλευόμενη την
ασφυκτική λαβή της στο
εμπόριο που εισέρχεται
στο λιμάνι του Άντεν. Εν
τω μεταξύ, οι ομάδες που
πραγματικά πολεμούν τους
Χούτι έχουν τα δικά τους
οικονομικά συμφέροντα.
Με την συλλογή των φόρων
και την χρήση των εσόδων
από τις πωλήσεις
πετρελαίου και φυσικού
αερίου, ο κυβερνήτης της
Mareb κατάφερε να
προωθήσει μια απίθανη
οικονομική άνθηση στην
τοπική οικονομία. Η
κυβέρνηση Hadi έχει
επανειλημμένα ζητήσει
από τον Aradah να
παραδώσει τα έσοδα, αλλά
χωρίς αποτέλεσμα. Αντ’
αυτού, χρησιμοποιεί τον
νεοαποκτηθέντα πλούτο
για την χρηματοδότηση
της τοπικής κυβέρνησης
και την υποστήριξη νέων
έργων υποδομής.
Ομάδες από όλες τις
πλευρές επωφελούνται από
μια ζωηρή πολεμική
οικονομία [10]. Καθώς οι
Σαουδάραβες εμποδίζουν
συχνά το εμπόριο που
προορίζεται για το
λιμάνι Hodeidah στην
δυτική ακτή της Υεμένης,
οι τιμές των βασικών
εμπορευμάτων που
μεταφέρονται από την
ξηρά έχουν αυξηθεί. Τα
φορτηγά που διασχίζουν
την χώρα με τρόφιμα,
καύσιμα και άλλα,
λιγότερο νόμιμα, αγαθά,
συμπεριλαμβανομένων των
όπλων, πρέπει να
πληρώνουν αμοιβές σε
σημεία ελέγχου και
φόρους στις διάφορες
τοπικές Αρχές.
Ειδικότερα, το εμπόριο
καυσίμων έχει καταστεί
εξαιρετικά κερδοφόρο για
λίγους διαλεχτούς, στους
οποίους φέρονται να
συμπεριλαμβάνονται
έμποροι που έχουν
στενούς δεσμούς με την
ηγεσία των Χούτι. Στην
πραγματικότητα, οι
εμπλεκόμενοι
ισχυρίζονται ότι υπάρχει
ένας εκπληκτικά υψηλός
βαθμός διαπλοκής μεταξύ
των οικονομικών δικτύων
που συνδέουν την
κυβέρνηση Hadi, τους
τοπικούς στρατιωτικούς
ηγέτες και τους Houthi.
Προελαύνοντας κατά των
Houthi στην Taiz, στην
Υεμένη, τον Ιανουάριο
του 2018. STRINGER /
REUTERS
---------------------------------------------------------------------------
Η ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΓΕΩΓΡΑΦΙΑ ΤΟΥ
ΠΟΛΕΜΟΥ
Μέχρι στιγμής, η
ειρηνευτική διαδικασία
του ΟΗΕ έχει κάνει λίγα
πράγματα για να ξηλώσει
αυτό το μπερδεμένο
δίκτυο συμμαχιών,
αντιπαλοτήτων και
συμφερόντων. Η συμφωνία
που βρίσκεται επί του
παρόντος στο τραπέζι, η
οποία δομήθηκε εν μέρει
γύρω από ένα ψήφισμα του
Συμβουλίου Ασφαλείας των
Ηνωμένων Εθνών το 2015
(2216), κάνει έκκληση
για την δημιουργία μιας
κυβέρνησης ενότητας
μόλις εκπληρωθούν
ορισμένες προϋποθέσεις,
όπως η απόσυρση των
Houthi από την Sanaa.
Αυτή η κυβέρνηση θα
προσπαθήσει στην
συνέχεια να συγκεντρώσει
την συλλογή των εσόδων
και να φέρει υπό τον
έλεγχό της τις ποικίλες
στρατιωτικές μονάδες,
τις πολιτοφυλακές και
άλλες δυνάμεις μάχης.
Ωστόσο, η πολιτική
γεωγραφία της Υεμένης
έχει ολοένα και
λιγότερες ομοιότητες με
την διαδικασία
διαμεσολάβησης. Το
σχέδιο των Ηνωμένων
Εθνών αντιμετωπίζει τον
Hadi ως τον μοναδικό
νόμιμο εκπρόσωπο του
κράτους, επιτρέποντάς
του να επιλέξει τα άλλα
μέρη για τις
ειρηνευτικές συνομιλίες
και να αγνοήσει τα
συμφέροντα πολλών ομάδων
που πραγματικά
εκπληρώνουν λειτουργίες
που μοιάζουν με εκείνες
του κράτος.
Όσοι υπερασπίζονται
αυτήν την προσέγγιση
υποστηρίζουν ότι η
επέκταση των συνομιλιών
θα επιβραδύνει τα
πράγματα και θα
προσθέσει περιττή
πολυπλοκότητα. Ο Χαντί
όμως δεν διαθέτει
λειτουργικό στρατό ή
κυβέρνηση, πράγμα που
σημαίνει ότι δεν είναι
ένας αποτελεσματικός
αντίστοιχος των βόρειων
αντιπάλων του -ένα
γεγονός που οι Houthi
γνωρίζουν πολύ καλά. Και
υπάρχουν λίγα κίνητρα
για τις διάφορες ομάδες
που πολεμούν τους Houthi
ώστε να συμφωνήσουν σε
μια συμφωνία που αγνοεί
την ύπαρξή τους, ειδικά
εάν στην διαδικασία
χάνουν σημαντική εξουσία
και πόρους.
Η εμπειρία της
μεταβατικής περιόδου
2012-14 στην Υεμένη -όταν
ο Χαντί προήδρευσε μιας
βαθιά αναποτελεσματικής
κυβέρνησης ενότητας-
παράλληλα με την
αποτυχία της κυβέρνησης
του bin Daghr να
παράσχει οποιαδήποτε
ορατή μορφή
διακυβέρνησης σε
περιοχές που
απελευθερώθηκαν από τους
Χούτι στον νότο,
υποδηλώνουν ότι οι
τοπικές ομάδες δεν θα
επωφεληθούν από την
υποταγή τους σε ένα
παρόμοιο σχέδιο. Στην
πραγματικότητα, εάν οι
ειρηνευτικές συνομιλίες
του 2016 στο Κουβέιτ
ήταν επιτυχείς, η
συμφωνία θα μπορούσε
ωραιότατα να έχει
τερματίσει τον «μεγάλο
πόλεμο» μόνο για να
προκαλέσει μια σειρά
πολύπλοκων μικρών
πολέμων.
Τα συμβαλλόμενα μέρη
έχουν λίγα κίνητρα για
να συνεργαστούν πλήρως.
Οι συμφωνίες που
συζητήθηκαν σε διάφορα
σημεία το 2016
προσπάθησαν να
απομακρύνουν τον Χαντί ή
τουλάχιστον να τον
περιθωριοποιήσουν από
την εξουσία, παγίδες
στις οποίες ο ίδιος και
ο περίγυρός του έχουν
συνηθίσει. Υπάρχει
περισσότερη λογική να
αντισταθεί σε μια
συμφωνία παρά να την
αποδεχθεί -και έχει
απορρίψει με συνέπεια
όλες τις νέες προτάσεις
από το Κουβέιτ. Ομοίως,
η σημερινή ειρηνευτική
διαδικασία ουσιαστικά
κάνει έκκληση για μια
πλήρη παράδοση των
Houthi, αλλά οι Houthi
δεν έχουν λόγο να
συμφωνήσουν σε μια
συμφωνία που να
συμπεραίνει ότι έχουν
ηττηθεί.
Τέλος, υπάρχει το ζήτημα
των εξωτερικών δυνάμεων
που εμπλέκονται στον
πόλεμο –το Ιράν, η
Σαουδική Αραβία, τα ΗΑΕ
και, λιγότερο εμφανώς, η
Γαλλία, το Ηνωμένο
Βασίλειο και οι Ηνωμένες
Πολιτείες, οι οποίες
υποστηρίζουν την
αεροπορική εκστρατεία
της Σαουδικής Αραβίας
και το έργο των ΗΑΕ στον
νότο. Από το 2015,
διπλωμάτες από όλες τις
πλευρές έχουν
παπαγαλίσει το σύνθημα
του Ριάντ ότι θέλει
ειρήνη. Αυτό που είναι
λιγότερο καθαρό, είναι
οι συνθήκες υπό τις
οποίες οι Σαουδάραβες θα
άφηναν μια συμφωνία να
προχωρήσει. Δεδομένου
ότι οι Σαουδάραβες
πληρώνουν για την σίτιση
και την στέγαση της
κυβέρνησης Hadi στο
Ριάντ και συνεισφέρουν
το μεγαλύτερο μέρος της
στρατιωτικής εκστρατείας
εναντίον των Houthi, η
κατανόηση της θέσης τους
είναι απαραίτητη.
Η Σαουδική Αραβία θέλει
να θέσει τέλος στην
ιρανική επιρροή στην
Υεμένη. (Θεωρεί τους
Χούτι ως πληρεξούσιους
των Ιρανών, στο στυλ της
Χεζμπολάχ). Σε
αντάλλαγμα για μια
ειρηνευτική συμφωνία και
τον τερματισμό της
εντατικής εναέριας
εκστρατείας τους
εναντίον των Χούτι, οι
Σαουδάραβες ζητούν να
ανακοινώσουν οι Χούτι
ένα διαζύγιο από την
Τεχεράνη, να παραδώσουν
τα όπλα τους, να
παράσχουν διαβεβαιώσεις
για την ασφάλεια των
συνόρων της Σαουδικής
Αραβίας και να
επαναπροσδιοριστούν ως
πολιτικό κόμμα. Αλλά δεν
είναι ξεκάθαρο το πώς οι
Ιρανοί θα μπορούσαν να
αποδείξουν ότι
σταμάτησαν να
υποστηρίζουν τους Χούτι
και είναι πολύ απίθανο
οι Χούτι να παραδοθούν
απλά ή να εμπιστευτούν
κάποιον -πόσω μάλλον
τους Σαουδάραβες- ότι θα
τηρήσει τους όρους μιας
συμφωνίας από την ώρα
που θα είναι άοπλοι. Οι
Σαουδάραβες πρέπει να
πεισθούν να ακολουθήσουν
ένα πιο ρεαλιστικό
σύνολο απαιτήσεων. Αλλά
αυτό δεν θα είναι εύκολο.
Σύμφωνα με τους
Σαουδάραβες, το 2016,
όταν ήταν πρόθυμοι να
ακολουθήσουν μια
συμφωνία που θα άφηνε
τους Χούτι αρκετά καλά
οπλισμένους και θα τους
έδινε μια θέση στο
πολιτικό τραπέζι, οι
Χούτι παρέβησαν την
συμφωνία ξεκινώντας νέες
επιθέσεις στα σύνορα.
Εν τω μεταξύ, το Ιράν
έχει αποκομίσει
φανταστικές αποδόσεις
από μια μέτρια επένδυση,
τραβώντας την Σαουδική
Αραβία σε έναν
καταστροφικό πόλεμο που
δεν μπορεί να κερδίσει
χωρίς σημαντική επένδυση
προσωπικού ή πόρων. Αλλά
μέχρι στιγμής, την
Τεχεράνη δεν την έχουν
καν φέρει στο τραπέζι
των διαπραγματεύσεων.
Και, σοκαριστικά, έχει
δοθεί ελάχιστη προσοχή
στα ΗΑΕ. Με το να
υποστηρίζουν το STC και
τους συμμάχους του, τα
ΗΑΕ οικοδόμησαν ήσυχα
ένα κράτος εντός ενός (αποτυχημένου)
κράτους στον νότο της
Υεμένης. Δεδομένης της
ισχυρής στάσης των ΗΑΕ
κατά της Αδελφότητας και
του ολοένα και πιο
εδραιωμένου ρόλου του
Islah στη Mareb και
αλλού στον βορρά, δεν
είναι λογικό να
υποθέσουμε ότι θα
ακολουθήσουν μια
συμφωνία που θα
εξουδετερώσει τους
νότιους συμμάχους τους
και θα δώσει στο Islah
μια θέση στο τραπέζι.
ΜΙΑ ΟΔΟΣ ΠΡΟΣ ΤΗΝ ΕΙΡΗΝΗ;
Στην τελευταία του
ενημέρωση [11] προς το
Συμβούλιο Ασφαλείας των
Ηνωμένων Εθνών στις 27
Φεβρουαρίου, ο
απερχόμενος ειδικός
απεσταλμένος Ismail Ould
Cheikh Ahmed έκανε την
σύσταση ο διάδοχός του
να χρησιμοποιήσει το
σημερινό σχέδιο ειρήνης
ως «ακρογωνιαίο λίθο»
των προσπαθειών του.
Αλλά λίγοι πιστεύουν ότι
αυτό είναι μια σοφή
διαδικασία δράσης.
Τι πρέπει, λοιπόν, να
κάνει ο νέος
απεσταλμένος; Πρώτον, ο
Griffiths θα πρέπει να
βρει τρόπους να
ενσωματώσει στις
διαπραγματεύσεις τις
πολλές ομάδες που
επιχειρούν επί τόπου. Η
έρευνα για τις
ειρηνευτικές διαδικασίες
δείχνει συντριπτικά ότι
η εξαίρεση σημαντικών
μερών δημιουργεί κίνητρα
για να χαλάσουν την
επακόλουθη συμφωνία. Μια
πιο συμμετοχική
προσέγγιση δεν θα
καθιστούσε την κατάσταση
στην Υεμένη πιο
περίπλοκη. Αντιθέτως, θα
αντικατόπτριζε την
υπάρχουσα πολυπλοκότητα.
Θα σηματοδοτούσε επίσης
στον Χαντί, τους Χούτι,
στα ΗΑΕ και τους
Σαουδάραβες ότι δεν
μπορούν να υπαγορεύσουν
όρους που αγνοούν τα
νόμιμα παράπονα και τις
απαιτήσεις των βασικών
τοπικών ομάδων.
Ο Griffiths θα πρέπει
επίσης να οικοδομήσει
μια ουσιαστική σχέση με
την ηγεσία των Houthi,
κάτι που ο Ould Cheikh
Ahmed, ο οποίος σπάνια
επισκεπτόταν την Sanaa,
απέτυχε να κάνει. Και θα
χρειαστεί να μιλήσει
απευθείας με τους
πραγματικούς ιθύνοντες
στο Ριάντ και στο Αμπού
Ντάμπι -τους πρίγκιπες
διαδόχους Mohammed bin
Salman και Mohammed bin
Zayed al-Nahyan- και να
λάβει εξουσιοδότηση για
να μιλήσει άμεσα και
ξεκάθαρα με τους Ιρανούς
αξιωματούχους. Δεν είναι
σαφές ποιο κίνητρο έχει
η Τεχεράνη για να
αποκοπεί από τους
δεσμούς με τους Χούτι,
αλλά εάν εμπλακεί σωστά,
οι Ιρανοί θα μπορούσαν
να διαδραματίσουν κάποιο
ρόλο για να πείσουν τους
αντάρτες της Υεμένης να
περιορίσουν τις
φιλοδοξίες τους. Ακόμη
και μια εύθραυστη ειρήνη
δεν είναι δυνατή χωρίς
την συνεργασία καθενός
από αυτά τα μέρη.
Τέλος, ο Griffiths θα
πρέπει να αντιμετωπίσει
το ψήφισμα 2216, το
οποίο ήταν μια μυλόπετρα
στον λαιμό του
προκατόχου του. Πρέπει
να ασκήσει πιέσεις στα
μόνιμα μέλη του
Συμβουλίου Ασφαλείας για
να εκδώσουν ένα νέο
ψήφισμα ή τουλάχιστον
μια δήλωση που να του
δίνει περισσότερο
περιθώριο για
διαπραγματεύσεις και να
ασκεί μεγαλύτερη πίεση
στην κυβέρνηση Hadi και
στους Σαουδάραβες ώστε
να είναι πιο ρεαλιστικοί
όσον αφορά τους στόχους
τους.
Οποιαδήποτε διαρκής
ειρήνη πρέπει να
οικοδομηθεί με βάση την
πραγματικότητα όπως
είναι. Αυτό σημαίνει
αποδοχή της
πολυπλοκότητας,
συμπερίληψη περισσότερων
μερών στις ειρηνευτικές
συνομιλίες και
διαχείριση των
προσδοκιών για το πώς
μπορεί να μοιάζει μια
συμφωνία. Η
πραγματοποίηση τέτοιων
αλλαγών δεν αποτελεί
εγγύηση για την επιτυχία.
Αλλά ένα πράγμα είναι
σίγουρο: Το να
ακολουθηθεί η
αποτυχημένη πορεία του
παρελθόντος, μπορεί μόνο
να επιδεινώσει μια ήδη
ανυπόφορη κατάσταση.
Ο PETER SALISBURY είναι
ανώτερος συμβουλευτικός
συνεργάτης στο Chatham
House.
Foreign Affairs
http://www.foreignaffairs.gr/articles/71671/peter-salisbury/oikodomisi-tis-eirinis-stin-yemeni-apo-to-miden?page=show
https://www.foreignaffairs.com/articles/middle-east/2018-02-28/building-peace-yemen-ground
|
|
Greek Finance Forum |
|
Σχόλια Χρηστών |
|
|
|
|
|
|