|
|
|
Αν και ως GFF διαφωνούμε
και πιστεύουμε ότι ανά
πάσα στιγμή οι αγορές
και η Wall Street μπορεί
να βρεθεί μπροστά σε μια
χαοτική ημέρα, με
ξεπούλημα ιστορικών
διαστάσεων (όχι
απαραίτητα σε αυτή τη
χρονική στιγμή, αλλά ανά
πάσα στιγμή), ωστόσο ο
Jeff deGraaf, ένας
τεχνικός αναλυτής που
παρακολουθείται ευρέως
στις ΗΠΑ, έγραψε
στο Bloomberg πως οι
συγκρίσεις μεταξύ της
κατάστασης που επικρατεί
σήμερα στις αγορές και
των συνθηκών που
επικρατούσαν πριν από το
Κραχ του 1987 τελειώνουν
εδώ.
|
|
|
|
|
|
Όπως είπε ο Jeff deGraaf
(ιδρυτής
της Renaissance Macro
Research), από
τη δυναμική και το εύρος
διακύμανσης των τιμών
μέχρι τον τρόπο με τον
οποίο κινούνται οι
τραπεζικές μετοχές, οι
διαφορές είναι πάρα
πολλές για να συγκρίνει
κανείς τις σημερινές
συνθήκες με εκείνες που
επικρατούσαν πριν από 30
χρόνια.
Σύμφωνα πάντα με τον
Jeff deGraaf (κορυφαίος
τεχνικός αναλυτής με
βάση την ετήσια έρευνα
του Institutional
Investor’s για 11
συνεχόμενα χρόνια μέχρι
το 2015), αν
προσθέσει κανείς και τα
σταθερά πιστωτικά
spreads, η άτακτη φυγή
της Παρασκευής μοιάζει
περισσότερο με προσωρινή
παύση σε ένα ράλι που
μόλις έφερε 2δις
δολάρια στο μεγαλύτερο
ETF του S&P 500.
«Υπάρχουν πολύ λίγα
στοιχεία για την
περασμένη εβδομάδα που
να δείχνουν ότι έχουν
αρχίσει να
διαμορφώνονται συνθήκες
κραχ», ανέφερε ακόμη ο
deGraaf.
Μεταξύ αυτών που
φοβήθηκαν ότι μπορεί να
έχουμε μια επανάληψη της
«Μαύρης Δευτέρας», όταν
ο δείκτης S&P 500 έχασε
20% μέσα σε μία ημέρα,
ήταν και πελάτες της
Goldman Sachs.
Είναι χαρακτηριστικό ότι
όπως έγραψε το
Bloomberg,
σύμφωνα με τον David
Kostin, υπεύθυνο
στρατηγικής στη Goldman
Sachs για τις μετοχές,
πολλοί επενδυτές
αιφνιδιάστηκαν από το
βίαιο ξεκίνημα του 2018.
Μετά από κέρδη 50% μέσα
σε δύο χρόνια και 5,6%
τον περασμένο μήνα, ο
δείκτης S&P 500 έκανε,
την εβδομάδα που πέρασε,
τη μεγαλύτερη «βουτιά»
του από τον Ιανουάριο
του 2016, εν μέσω
ενδείξεων πληθωριστικών
πιέσεων και ενίσχυσης
των αποδόσεων των
ομολόγων.
Ωστόσο, ο κόσμος που
συγκρίνει την τωρινή
κατάσταση με το 1987 θα
πρέπει να λάβει επίσης
υπόψη τα καλά εταιρικά
αποτελέσματα στα οποία
στηρίχθηκε, μεταξύ άλλων,
το τελευταίο ράλι,
έγραψε ο Kostin.
Επιπλέον, επισήμανε, το
1987 υπήρξε μια
στατιστική εξαίρεση. Τις
υπόλοιπες 11 χρονιές,
από το 1950 και μετά,
που ξεκίνησαν με άνοδο
πάνω από 5% τον
Ιανουάριο, οι μετοχές
κινήθηκαν ανοδικά από
τον Φεβρουάριο μέχρι τον
Δεκέμβριο, με τα κέρδη
να διαμορφώνονται κατά
μέσον όρο στο 17%.
«Εστιάζοντας στο 1987,
οι επενδυτές παραβλέπουν
άλλες ιστορικές
περιόδους που
παραπέμπουν σε πολύ
καλύτερες προοπτικές για
τις αμερικανικές μετοχές»,
τονίζει ο Kostin.
Σύμφωνα με τον deGraaf,
παρ’ όλο που η αγορά θα
περάσει, κάποια στιγμή,
σε τροχιά υποχώρησης,
είναι πολύ νωρίς για να
πανικοβληθεί κανείς. Η
δυναμική των μετοχών
εξακολουθεί να είναι
ισχυρή, αντίθετα απ’
ό,τι συνέβαινε στα τέλη
του 1987. Ο δείκτης S&P
500 σημείωσε νέο ρεκόρ
πριν από μία εβδομάδα
και ένα μεγάλο ποσοστό
των μετοχών κινούνταν
πάνω από τον κινητό μέσο
όρο των τελευταίων 65
ημερών. Επίσης, όσο
αυξημένη είναι η
ανησυχία για τις
αποδόσεις των ομολόγων,
τόσο ενισχυμένες είναι
και οι τραπεζικές
μετοχές.
Τίποτα από όλα αυτά δεν
ίσχυε τον Οκτώβριο του
1987. Τότε, ο δείκτης
S&P 500 κινείτο πτωτικά
επί δύο μήνες, μετά την
ενίσχυσή του σε επίπεδο
ρεκόρ, υποχωρώντας κάτω
από τον μέσο όρο των 50
ημερών πολύ πριν από τη
μεγάλη «βουτιά». Οι δε
τραπεζικές μετοχές
υποαπέδιδαν για μεγάλο
διάστημα, καθώς
ενισχύονταν οι αποδόσεις
των ομολόγων.
Ένα άλλο καθησυχαστικό
στοιχείο σήμερα είναι η
ανθεκτικότητα της
πιστωτικής αγοράς. Η
επιπλέον απόδοση που
ζητούν οι επενδυτές για
να επενδύσουν σε ομόλογα
υψηλού ρίσκου, έναντι
ομολόγων χαμηλού ρίσκου,
δεν έχει μεταβληθεί
ουσιαστικά, παρά την
άνοδο των αποδόσεων των
δεκαετών τίτλων του
αμερικανικού Δημοσίου,
ένδειξη ότι η ανησυχία
είναι περιορισμένη.
Και, το ακόμη πιο
σημαντικό, ακόμη και
μετά την τελευταία τους
άνοδο, οι αποδόσεις των
10ετών παραμένουν κάτω
του 3%. Το 1987, είχαν
ξεπεράσει το 10%.
|
|
Greek Finance Forum |
|
Σχόλια Χρηστών |
|
|
|
|
|
|