Εδώ και πέντε και πλέον χρόνια ο αραβικός κόσμος
σπαράσσεται από εξεγέρσεις, ανατροπές και
εμφύλιες συγκρούσεις, μια κατάσταση πραγμάτων
που λογικά θα επέτρεπε στο Ισραήλ να επιχειρήσει
εκ του ασφαλούς συνολική λύση στο Παλαιστινιακό.
Αν ο φόβος του Τελ Αβίβ, με δεδομένη τη
συμβατική υπεροπλία του, ήταν τα οπλοστάσια
μαζικής καταστροφής της Συρίας και δυνητικά του
Ιράν, πρόκειται για απειλές που ανήκουν στο
παρελθόν: Τον Σεπτέμβριο του 2013 η κυβέρνηση
Ασαντ, με διαμεσολάβηση της Ρωσίας, δέχθηκε να
παραδώσει το χημικό οπλοστάσιό της σε διεθνή
έλεγχο, ενώ τον Ιούλιο του 2015 το Ιράν και ο
ΟΗΕ κατέληξαν σε συμφωνία για τον έλεγχο του
πυρηνικού προγράμματος της χώρας.
Ποτέ άλλοτε από την ίδρυσή του το 1948 το Ισραήλ
δεν ήταν τόσο ασφαλές απέναντι σε ενδεχόμενες
εξωτερικές απειλές. Με ένα από τα πιο ισχυρά
πυρηνικά οπλοστάσια στον κόσμο και με δεδομένη
τη συμβατική υπεροπλία επί των γειτόνων του για
το ορατό μέλλον, το εβραϊκό κράτος μπορούσε να
επιδιώξει και να επιβάλει συνολικό συμβιβασμό
στην Παλαιστινιακή Αρχή από θέση ισχύος. Παρά
την ψευδαίσθηση τετελεσμένων που δίνει η
κατασκευή νέων συγκροτημάτων κατοικιών για
εποίκους στην Ανατολική Ιερουσαλήμ και τη Δυτική
Οχθη, ο χρόνος με καταλύτη την εκρηκτική
δημογραφία των Παλαιστινίων δεν δουλεύει υπέρ
του Ισραήλ. Αν παραταθεί το σημερινό στάτους κβο
σε ένα όχι πολύ μακρινό μέλλον, οι Αραβες του
Ισραήλ και της Δυτικής Οχθης θα είναι η
πλειοψηφία του πληθυσμού, μια εξέλιξη που θα
αλλάξει πλήρως όλα τα δεδομένα του προβλήματος.
Γιώργος Καπόπουλος (Έθνος) |