Όπως προσφάτως έγραψε ο
Steen Jakobsen,
o
εξαιρετικός
επικεφαλής oικονομολόγος και επενδύσεων της Saxo Bank, η
αποχαιρετιστήρια ομιλία του προέδρου Μπαράκ Ομπάμα ήταν
κλασικό παράδειγμα της προεδρίας του, εξαιρετική στην
έκφραση, αλλά ελλιπής σε ό,τι αφορούσε την «αναφορά προόδου».
Για τη συνέχεια είχαμε τη συνέντευξη Τύπου του νεοεκλεγέντος
προέδρου Ντόναλντ Τραμπ, η οποία, με δεδομένες τις πρόσφατες
κατηγορίες για εμπλοκή της Ρωσίας στην εκλογή του, έλαβε
τεράστια δημοσιότητα.
Ο Ντόναλντ Τραμπ με κάποιον τρόπο κατάφερε να ενσαρκώσει,
αλλά και να τονώσει το «ελεύθερο πνεύμα» των ΗΠΑ. Η δυναμική
της λαϊκιστικής εκστρατείας και των μεγάλων υποσχέσεων Τραμπ
μοιάζει να έχει «κερδίσει» ακόμα και έμπειρους
οικονομολόγους και στελέχη των hedge funds με τους οποίους
συζητώ. Ωστόσο, ίσως είναι πια καιρός να θυμηθούμε όλοι το
εξής: Ναι, τα οικονομικά στοιχεία έχουν σημασία. Οχι, δεν
είναι όλα ψυχολογία.
Τα οικονομικά και η υποκείμενη δομή κινήτρων τους είναι αυτά
που γεννούν το μέλλον, όχι τα tweets (έστω και αν ως κάτοχος
μετοχών της Twitter, πολύ θα το ήθελα).
Βραχυπρόθεσμα, οι δυνάμεις τόσο της αγοράς όσο και (προφανώς)
της πολιτικής μπορούν να αγνοήσουν την τάση και να
αμφισβητήσουν τον μέσο δείκτη – όμως από όσο γνωρίζω οι ΗΠΑ
εξακολουθούν να βρίσκονται σε τροχιά έντονης επιβράδυνσης σε
σχέση με την ιστορική μακροπρόθεσμη ανάπτυξη της χώρας (ρυθμός
ανάπτυξης κάτω του 2%, έναντι 3,5% από τη δεκαετία του ’50).
Οι περισσότερες από τις νέες θέσεις εργασίας που έχουν
δημιουργηθεί είναι προσωρινής απασχόλησης (σχεδόν κατά 50%)
και οφείλουμε επίσης να λάβουμε υπόψη την επικείμενη
δημογραφική εξέλιξη, καθώς η γήρανση του πληθυσμού
συνεπάγεται μια 0,50-0,75% μείωση της συνολικής ανάπτυξης,
έναντι μιας αμετάβλητης έως μειούμενης παραγωγικότητας.
Η επιστροφή σε ρυθμούς «μακροπρόθεσμης» ανάπτυξης της τάξεως
του 3,0-3,5% είναι δυνατόν να επιτευχθεί μόνο μέσω της
τόνωσης της παραγωγικότητας – όχι μέσω της εξαναγκαστικής
δημιουργίας θέσεων απασχόλησης. Ισως βραχυπρόθεσμα τέτοιου
είδους μέτρα να «ενισχύουν» την ανάπτυξη, αλλά αυτό
συμβαίνει πάντα εις βάρος της μελλοντικής –χρηματοδοτούμενης
από πιστώσεις– ανάπτυξης.
Το μείγμα πολιτικών του Τραμπ διαθέτει κάποια θετικά αλλά
και κάποια αρνητικά στοιχεία για την ανάπτυξη. Μακροπρόθεσμα,
και από οικονομικής άποψης, το ισοζύγιο προκύπτει αρνητικό:
η όρθωση τειχών (μεταφορικά και κυριολεκτικά) δεν βοήθησε
ποτέ την ανάπτυξη και την ευημερία.
Η νέα εξωτερική πολιτική των ΗΠΑ θα είναι ανακόλουθη και
οπορτουνιστική, και θα οδηγήσει τελικά σε άλλο ένα πλήγμα
για την ηγετική θέση της χώρας στο παγκόσμιο γίγνεσθαι. Το
G7 βρίσκεται πλέον υπό την de facto ηγεμονία της Γερμανίας
και της Αγκελα Μέρκελ, απλώς και μόνον επειδή ο Τραμπ
εγκατέλειψε αυτήν τη θέση.
Πρόκειται για μία θέση την οποία η ίδια η Αγκελα Μέρκελ
φυσικά δεν επιθυμεί διόλου – ειδικά ενόψει εκλογών.
Λαμβάνοντας αυτό υπόψη, το εσωτερικό των ΗΠΑ θα αποτελέσει
το μοναδικό πεδίο δραστηριοποίησης για τον Τραμπ, καθώς ο
ίδιος έχει επικεντρωθεί 100% σε αυτό με έναν τρόπο που
θυμίζει έντονα τον προσωπικό του ήρωα, πρώην πρόεδρο
Ρίτσαρντ Νίξον. Η προεδρία Τραμπ συνεπάγεται επίσης τεράστια
πίεση προς την Ομοσπονδιακή Τράπεζα (Fed), μια συνθήκη η
οποία για άλλη μία φορά θυμίζει την κατάσταση της Fed υπό
τον πρόεδρο Νίξον και τον τότε επικεφαλής Αρθουρ Μπερνς.
Αν εξετάσουμε το ευρύτερο πλαίσιο, ο Ντόναλντ Τραμπ είναι το
τελικό στάδιο του κύκλου που ξεκίνησε είτε το 1971, όταν ο
Νίξον ακύρωσε τον κανόνα δολαρίου-χρυσού, είτε το 1981, όταν
ο Ρέιγκαν εγκαινίασε τα οικονομικά της προσφοράς (που
δημιούργησαν τεράστια δημοσιονομικά ελλείμματα) και
επανεισήγαγε τις πολιτικές του laissez-faire.
Δυστυχώς, ο πρόεδρος Τραμπ θα είναι ακριβώς ο ίδιος με τον
υποψήφιο Τραμπ, παρά την οποιαδήποτε δημιουργική στροφή
αποπειραθούν οι σύμβουλοί του.
Θα κυριαρχήσουν η δυσπιστία απέναντι στον ελεύθερο Τύπο, οι
στοχευμένες προσβολές προς τους αντιπάλους και οι ανεδαφικοί
ισχυρισμοί. Ελπίζω πως οι πολιτικοί ακτιβιστές και η
δημοσιογραφία θα αντεπεξέλθουν. |