Όπως πριν από μερικές ημέρες σχολίασε το
Reuters,
η προχειροδουλειά που έκαναν οι Ρεπουμπλικανοί στο
φορολογικό σχέδιο νόμου ενδέχεται να τους κοστίσει ακριβά.
Στο αναθεωρημένο σχέδιο που κατέθεσαν χθες, αντιμετωπίζονται
μόνο μερικώς ορισμένες ρυθμίσεις που είχαν επικριθεί ως
ευνοϊκές για τους πλούσιους. Και οι βασικοί συνεργάτες του
προέδρου Τραμπ που έχουν επιφορτιστεί με το έργο να πείσουν
τον λαό για τα θετικά σημεία του σχεδίου νόμου –ο Γκάρι Κον
και ο Στίβεν Μνούτσιν– κατάφεραν να υπονομεύσουν το ίδιο
τους το αφήγημα. Τουλάχιστον, οι ηγέτες των Ρεπουμπλικανών
στη Βουλή των Αντιπροσώπων απέρριψαν την ιδέα περί
κατάργησης του ανώτατου φορολογικού συντελεστή 39,6% για
τους φορολογουμένους με τα υψηλότερα εισοδήματα. Ομως, από
την άλλη πλευρά συμφώνησαν να προτείνουν τη μείωση της
φορολογίας για μικρομεσαίες επιχειρήσεις, ΕΠΕ και προσωπικές
επιχειρήσεις στο 25%. Πολλοί ευκατάστατοι Αμερικανοί,
περιλαμβανομένου του προέδρου Ντόναλντ Τραμπ και ορισμένων
υπουργών του έχουν χρησιμοποιήσει κατά κόρον αυτή τη ρύθμιση.
Παράλληλα, οι Ρεπουμπλικανοί προτείνουν τον διπλασιασμό του
αφορολογήτου ορίου για εισοδήματα και τη σταδιακή κατάργηση,
τα επόμενα έξι χρόνια, του φόρου κληρονομιάς ακίνητης
περιουσίας. Τον περασμένο Σεπτέμβριο ο Αμερικανός πρόεδρος
είχε υποστηρίξει πως η κατάργηση αυτού του φόρου θα «προστατεύσει
εκατομμύρια μικρές επιχειρήσεις και τον Αμερικανό αγρότη».
Ωστόσο, αυτός ο συγκεκριμένος φόρος αφορά μόνο το 0,2% του
πληθυσμού, με άλλα λόγια πολύ πλούσιες οικογένειες. Η
κατάργηση του φόρου αυτού θα οδηγήσει στην εξοικονόμηση
δισεκατομμυρίων δολαρίων για την οικογένεια Τραμπ και για τα
παιδιά των πλούσιων μελών του υπουργικού συμβουλίου,
υποστηρίζουν οι Δημοκρατικοί.
Τα σχόλια στα οποία έχουν προβεί αξιωματούχοι της κυβέρνησης
Τραμπ δεν βοηθούν. Ο Γκάρι Κον, δηλαδή ο κορυφαίος
οικονομικός σύμβουλος του Τραμπ, είχε υποστηρίξει τον
περασμένο Σεπτέμβριο πως η συνηθισμένη αμερικανική
οικογένεια έχει εισόδημα 100.000 δολ. τον χρόνο. Ωστόσο, η
εκτίμησή του είναι υπερβολική: το διάμεσο ετήσιο εισόδημα
του αμερικανικού νοικοκυριού ήταν περίπου 59.000 δολ. το
2016. Ο Κον, πρώην πρόεδρος της Goldman Sachs, έχει
περιουσία ύψους τουλάχιστον 250 εκατ. δολ. Ο κ. Μνούτσιν,
ένα ακόμη πρώην στέλεχος της Goldman Sachs, επίσης έστειλε
λάθος μήνυμα. Αφότου έλεγε επί μήνες πως δεν πρόκειται να
μειωθεί η φορολογία των πλουσίων, άλλαξε τροπάριο πρόσφατα.
Είπε στο Politico πως είναι δύσκολο να αποφύγει κανείς να
μειώσει τη φορολογία των πλουσίων, διότι οι φορολογούμενοι
με το 20% των υψηλότερων εισοδημάτων καταβάλλουν το 95% των
φόρων. Στην πραγματικότητα το κάνουν οι φορολογούμενοι με το
50% των υψηλότερων εισοδημάτων.
Η οικονομική επιφάνεια του Μνούτσιν επίσης αποτελεί
σύγκρουση συμφερόντων: διαθέτει περιουσία ύψους περίπου 500
εκατ. δολ. Τόσο κακή παρουσίαση του φορολογικού σχεδίου
νόμου έχει ήδη οδηγήσει στην απόρριψη του από την πλειοψηφία
των ψηφοφόρων. Μόλις το 25% των Αμερικανών δηλώνει πως είναι
ικανοποιημένο από αυτό και μόλις το 14% θεωρεί πως θα
μειωθεί η φορολογία του. Αν αυτό μεταφραστεί σε δυσκολία
υπερψήφισης του από το Κογκρέσο, τότε θα απειληθεί ο στόχος
της κυβέρνησης Τραμπ για ανάπτυξη 3% και για αύξηση των
μισθών. Και αυτή θα είναι πολύ μεγάλη αποτυχία εν όψει μιας
προεκλογικής χρονιάς |