Στο τέλος της φτάνει σε μερικές ημέρες μια ομολογουμένως
εξαιρετική χρονιά για τις αγορές, μια χρονιά η οποία κατά
κοινή ομολογία εξελίχθηκε πολύ πιο καλά από ότι περίμεναν οι
περισσότεροι. Πριν από
έναν χρόνο, η επικρατούσα άποψη μεταξύ των οικονομικών
αναλυτών ήταν πως η πορεία της παγκόσμιας οικονομίας και των
αγορών το 2017 θα αποτελούσε ένα μείγμα ισχυρής ανάπτυξης,
αξιόλογων εταιρικών κερδών, χαμηλής μεταβλητότητας,
σταδιακής ανόδου της απόδοσης των ομολόγων και εκρηκτικής
και δυσεξήγητης ανόδου των μετοχών.
Όπως σχολίασε και το
Reuters,
αν μη τι άλλο, το 2017 αποδείχθηκε πολύ καλύτερο απ’ ό,τι
ήλπιζαν ορισμένοι. Οι μετοχές παγκοσμίως ενισχύθηκαν κατά
20%, η παγκόσμια οικονομία αναπτύχθηκε με τον υψηλότερο
ρυθμό από το 2010, η μεταβλητότητα στις αγορές υποχώρησε στο
χαμηλότερο επίπεδο και η απόδοση των ομολόγων «σκουπιδιών»
υποχώρησε στο χαμηλότερο επίπεδο όλων των εποχών.
Το να πάει κανείς κόντρα στην επικρατούσα άποψη δεν ήταν αποδοτικό
το 2017. Ρωτήστε τον διαχειριστή κεφαλαίου αντιστάθμισης
κινδύνου Χιου Χέντρι, ο οποίος έκλεισε την εταιρεία του,
αφότου έχασε 9,4% τους πρώτους οκτώ μήνες του 2017. Είχε
πουλήσει ιταλικά κρατικά ομόλογα, ποντάροντας στη διάλυση
της Ευρωπαϊκής Ενωσης. Τις μεγαλύτερες απώλειες είχαν το
διάστημα Ιανουαρίου-Οκτωβρίου μετοχικά κεφάλαια
αντιστάθμισης κινδύνου, που στοιχημάτισαν στην πτώση της
τιμής περιουσιακών στοιχείων με αρνητική απόδοση 9,22%, ενώ
ο γενικός δείκτης μετοχικών κεφαλαίων αντιστάθμισης κινδύνου
έχει ενισχυθεί κατά 11% και ο S&P 500 κατά 18%. Στην αρχή
του 2017, τα δημοφιλή θέματα των πεσιμιστών ήταν η «μόνιμη
στασιμότητα», ο «πολιτικός κίνδυνος» και η «αναιμική
ανάκαμψη», ωστόσο σταδιακά εξαφανίστηκαν από τη γενικότερη
συζήτηση μεταξύ των επενδυτών, καθώς ενισχύονταν η ανάπτυξη
και οι αγορές. Η μεταβλητότητα στις αγορές υποχώρησε χάρη
στη γενναιοδωρία των κεντρικών τραπεζών και λόγω της
απρόσμενα μεγάλης οικονομικής ανάπτυξης, ιδίως στην Ευρώπη,
και τελικά αποτέλεσε το εφαλτήριο για το παγκόσμιο ράλι.
Πριν από έναν χρόνο, το Reuters είχε περιγράψει ορισμένες
από τις πιο χτυπητές προβλέψεις που έρχονταν σε αντίθεση με
την επικρατούσα άποψη στις αγορές και, όπως ήταν αναμενόμενο,
οι περισσότερες έπεσαν έξω. Ορισμένες, όμως, επαληθεύτηκαν.
Μία ήταν η πρόβλεψη της UBS, πως θα ενισχυθεί το ευρώ.
Πέρυσι τέτοια εποχή το πολιτικό κλίμα στην Ευρώπη δεν ήταν
πολλά υποσχόμενο – καθώς θα ακολουθούσαν πολλές εκλογικές
αναμετρήσεις, ενισχυόταν ο λαϊκισμός και υπήρχε γενικότερη
ανησυχία ότι θα ενισχύονταν κόμματα, όπως το γαλλικό Εθνικό
Μέτωπο, που τασσόταν κατά του ευρώ.
Στην αρχή του 2017, η ισοτιμία του ευρώ έναντι του δολαρίου ήταν
ελάχιστα σεντ πάνω από το 1 προς 1 και η επικρατούσα άποψη
ήταν πως θα ενισχυόταν ελάχιστα ή καθόλου. Η UBS είχε
προβλέψει πως το ευρώ θα ενισχυόταν στο 1,20 δολάρια, κάτι
που έγινε τον Αύγουστο. Σήμερα το ευρώ έχει ενισχυθεί, από
την αρχή του έτους, κατά 13% έναντι του δολαρίου. Η αύξηση
των αμερικανικών επιτοκίων δανεισμού από τη Fed αναμενόταν
να ενισχύσει το δολάριο και τις αποδόσεις των αμερικανικών
ομολόγων, συνδυασμός που θα ήταν καταστροφικός για τις
αναδυόμενες αγορές. Οι περισσότεροι αναλυτές ήταν, στις
αρχές του 2017, απαισιόδοξοι για την πορεία τους. Τα
πράγματα εξελίχθηκαν διαφορετικά. Με το δολάριο να υποχωρεί
στον μεγαλύτερο βαθμό από το 2003 και την καμπύλη απόδοσης
των αμερικανικών κρατικών ομολόγων να είναι η πιο επίπεδη
της τελευταίας δεκαετίας, οι αναδυόμενες αγορές γνώρισαν
εκρηκτική ανάπτυξη. Οι μετοχές τους ενισχύθηκαν κατά 30% και
αναμένεται ότι το 2017 θα είναι η καλύτερη χρονιά τους από
το 2009. Ο δανεισμός σε τοπικά νομίσματα έχει αυξηθεί κατά
13% και τα ομόλογα σε δολάρια που έχουν εκδώσει αναδυόμενες
αγορές έχουν αυξηθεί κατά 9%. Η Τράπεζα Διεθνών
Διακανονισμών υποστηρίζει πως όταν είναι ισχυρό το δολάριο,
περιορίζεται η όρεξη των επενδυτών για ανάληψη ρίσκου. Για
καλή τύχη των αναδυόμενων αγορών αλλά και γενικότερα των
παγκόσμιων αγορών, το δολάριο έχει υποχωρήσει κατά 9% το
2017. |