Στα μέσα του έτους, οι επενδυτές εξετάζουν με πολλή προσοχή
όσα έχουν συμβεί, επανεξετάζουν τις θέσεις τους και
αποφασίζουν πού να τοποθετήσουν τα χρήματά τους για τους
επόμενους έξι μήνες. Φέτος, όμως, ενδέχεται να βρισκόμαστε
σε σημείο καμπής. Όπως έγραψε το Reuters, οι αναδυόμενες
αγορές βρίσκονται υπό έντονη και αυξανόμενη πίεση, οι αγορές
πίστωσης καταρρέουν και η καμπύλη απόδοσης των αμερικανικών
κρατικών ομολόγων απέχει μόλις 30 μονάδες βάσης από το να
αντιστραφεί, κάτι που προμηνύει, ενδεχομένως, ύφεση της
οικονομίας. Οι τεχνολογικές και τραπεζικές μετοχές, που
είχαν οδηγήσει υψηλότερα τη Wall Street στις αρχές του έτους,
αρχίζουν και αυτές να παραπαίουν. Προσθέστε σε αυτές τις
εξελίξεις την έντονη υποτίμηση του κινεζικού γουάν και την
ενίσχυση της ανησυχίας περί παγκοσμίου εμπορικού πολέμου και
δεν είναι δύσκολο να αντιληφθεί κανείς για ποιους λόγους
ορισμένοι επενδυτές ίσως να αποφασίσουν να αποσυρθούν
εντελώς. Είναι σαφές ότι όσοι επενδύουν σε μετοχές είναι
πλέον νευρικοί. Φαίνεται ότι καμία γωνιά του επενδυτικού
σύμπαντος δεν είναι πλέον απρόσβλητη από τις απειλές, με
βασικότερη αυτή του εμπορικού πολέμου.
Οι κινεζικές και βραζιλιάνικες μετοχές έχουν υποχωρήσει
περισσότερο από 20%, η ινδική ρουπία έχει υποχωρήσει σε
επίπεδο-ρεκόρ και, σύμφωνα με την BofA, την περασμένη
εβδομάδα τα μετοχικά επενδυτικά ταμεία παγκοσμίως υπέστησαν
τη δεύτερη μεγαλύτερη εκροή κεφαλαίων (30 δισ. δολάρια) στην
ιστορία τους, ενώ τα αμερικανικά μετοχικά επενδυτικά ταμεία,
τη μεγαλύτερη εκροή της ιστορίας τους (24 δισ. δολάρια).
Βέβαια, όταν το κλίμα, η αποτίμηση των μετοχών και οι ροές
είναι προς την ίδια κατεύθυνση, αυξάνονται οι πιθανότητες
για αντιστροφή τους. Για όσο διάστημα συνεχίζεται η ανάπτυξη
της παγκόσμιας οικονομίας, θα πρέπει να συνεχιστεί και η
αύξηση της εταιρικής κερδοφορίας, ενώ η μεταβλητότητα των
χρηματοπιστωτικών αγορών θα παραμένει υπό έλεγχο. Η χαμηλή
μεταβλητότητα δίνει στους επενδυτές την εμπιστοσύνη να
επενδύσουν χρήματα και να αναλάβουν ρίσκο, συνήθως προς
όφελος της τιμής των περιουσιακών στοιχείων.
Η αύξηση της κερδοφορίας υποστηρίζει κατά κύριο λόγο τις
μετοχές. Ωστόσο, διευρύνεται συνεχώς η διαφορά μεταξύ της
απόδοσης περιουσιακών στοιχείων ανεπτυγμένων και
αναπτυσσόμενων αγορών, ολοένα και περισσότεροι επενδυτές
στοιχηματίζουν ότι θα ενισχυθούν οι μετοχές τεχνολογικών
εταιρειών και τραπεζών, και οι αγορές γίνονται όλο και πιο
ευαίσθητες στην άνοδο της απόδοσης των αμερικανικών κρατικών
ομολόγων. Δεν είναι, λοιπόν, να απορεί κανείς που ενισχύεται
η μεταβλητότητα, με όσο αργό ρυθμό και να συμβαίνει αυτό.
Αναλυτές της BofA σημειώνουν τις ομοιότητες που υπάρχουν
μεταξύ του 2018 και της ασιατικής κρίσης του 1998, όταν
είχαν καταρρεύσει οι παγκόσμιες αγορές: η αμερικανική
Ομοσπονδιακή Τράπεζα αυξάνει τα επιτόκια δανεισμού, η
αμερικανική οικονομία αναπτύσσεται ανεξάρτητα από τις
υπόλοιπες, το δολάριο ενισχύεται, η καμπύλη απόδοσης των
αμερικανικών κρατικών ομολόγων γίνεται πιο επίπεδη και
υποχωρούν οι αναπτυσσόμενες αγορές. Μεταξύ Ιουλίου 1997 και
Οκτωβρίου 1998, οι μετοχές των αναδυόμενων αγορών είχαν
υποχωρήσει κατά 59% σε όρους δολαρίου. Μεταξύ Ιουλίου και
Οκτωβρίου 1998 είχαν υποχωρήσει και οι ανεπτυγμένες αγορές:
ο S&P 500 είχε χάσει 22%, ο Nasdaq 33% και οι μετοχές των
αμερικανικών τραπεζών είχαν υποχωρήσει κατά 43%. Το ιαπωνικό
γιεν είχε ενισχυθεί κατά 30% και είχε τριπλασιαστεί η
μεταβλητότητα στις αγορές μετοχών και ομολόγων. Τίποτα δεν
υποδηλώνει ότι είναι επικείμενη ή πιθανή μια ανάλογη
υποχώρηση. Οι επενδυτές εξακολουθούν να προβλέπουν άνοδο των
μετοχών έως τα τέλη του έτους, σύμφωνα με την πιο πρόσφατη
έρευνα του Reuters μεταξύ διαχειριστών κεφαλαίων. Ομως, οι
επενδυτές γίνονται πιο επιφυλακτικοί, περιορίζουν την έκθεσή
τους σε μετοχές και αυξάνουν τα διαθέσιμα μετρητά. Δεν
υπάρχει αμφιβολία ότι οι επενδυτές επανεξετάζουν την
κατάσταση.
|