Αν και ως
GFF
συνεχίζουμε να κρατάμε τεράστιες επιφυλάξεις για το που θα
οδηγούσε την παγκόσμια οικονομία και τον πλανήτη η προεδρία
Tramp,
εντούτοις είναι εντυπωσιακά πόσο μεγάλο μέρος των επενδυτών
συνεχίζει να είναι αισιόδοξο για την πορεία των αγορών. Πριν
από μερικές ημέρες το
Reuters
έγραφε ότι οι επενδυτές εμφανίζονται ιδιαίτερα αισιόδοξοι
ενόψει της ανάληψης της προεδρίας των ΗΠΑ από τον Ντόναλντ
Τραμπ.
Όπως σχολίαζε το δημοσίευμα, τον Δεκέμβριο οι συμμετοχές
τους σε μετοχές διεθνών ομίλων ανήλθαν στα υψηλότερα επίπεδα
εξαμήνου, καθώς στοιχημάτισαν ότι οι δημοσιονομικές δαπάνες,
που υπόσχεται ο ίδιος, θα συμβάλουν σε επιτάχυνση της
ανάπτυξης και άνοδο του πληθωρισμού. Τα σχετικά προκύπτουν
από έρευνα του ειδησεογραφικού πρακτορείου Ρόιτερς, στην
οποία συμμετείχαν 45 διαχειριστές κεφαλαίων και επικεφαλής
τμημάτων επενδύσεων από την Ευρώπη, τις ΗΠΑ, τη Βρετανία και
την Ιαπωνία. Τον προηγούμενο μήνα τα σχέδια του Ντόναλντ
Τραμπ για μείωση της φορολογίας και αύξηση των δαπανών
εκτίναξαν τους δείκτες στη Γουόλ Στριτ στα ύψη, με τους
επενδυτές να αγοράζουν μετοχές σε παντός είδους εταιρείες
από τράπεζες και ενέργεια μέχρι πρώτες ύλες και άλλους
ομίλους συναφείς με υποδομές.
Τον Δεκέμβριο οι επενδύσεις τους σε μετοχές έφθασαν το
45,3%, τα υψηλότερα επίπεδα από τον Ιούνιο, ολοκληρώνοντας
μία χρονιά όπου σημειώθηκε σημαντική στροφή του εκλογικού
σώματος σε διεθνές επίπεδο προς λαϊκιστικές πολιτικές
κινήσεις, οι οποίες τάσσονταν κατά της καθεστηκυίας τάξης.
Επιπροσθέτως, το 2016 παρατηρήθηκαν ενδείξεις οικονομικής
ανάκαμψης από τις ΗΠΑ έως τις αναδυόμενες αγορές. Ισως η
μεγαλύτερη ανατροπή να ήταν η νίκη του κ. Τραμπ στις εκλογές
της 8ης Νοεμβρίου, του οποίου οι οικονομικές και εμπορικές
πολιτικές θα διαμορφώσουν το τοπίο στις επενδύσεις του 2017.
«Η οικονομική πολιτική Τραμπ θα αποδειχθεί βασικός
παράγοντας αυτή τη χρονιά. Εφόσον εφαρμοστούν οι
προτεινόμενες δαπάνες, η χαλάρωση της δημοσιονομικής
πειθαρχίας και οι φορολογικές μεταρρυθμίσεις, τότε το ΑΕΠ θα
ενισχυθεί, όπως και ο πληθωρισμός και τα κέρδη», παρατηρεί ο
Ματέο Γκερμάνο, επικεφαλής επενδύσεων της Pioneer
Investments. Εάν δεν κατορθώσει να προωθήσει τα ανωτέρω, θα
υπάρξει αστάθεια, αλλά δεν θα παύσουν να παρουσιάζονται
ευκαιρίες. «Θα δοθούν καλές ευκαιρίες να αγοράσει κανείς
μετοχές, έχοντας, όμως, κατά νου να περιορίσει την έκθεσή
του, όταν τα πράγματα φανούν πολύ καλά για να είναι
πραγματικά», επισημαίνει ο Τρέβορ Γκρίτασμ, επικεφαλής
ποικίλων περιουσιακών στοιχείων στη Royal London Asset
Management. Οι όμιλοι, οι οποίοι θα επωφεληθούν από την
επενδυτική αισιοδοξία, είναι όσοι άμεσα σχετίζονται με έργα
υποδομών, οι ενεργειακοί, όσοι έχουν να κάνουν με πρώτες
ύλες, αλλά και οι προβληματικές ευρωπαϊκές τράπεζες, η άμυνα
και η τεχνολογία.
Αν και οι επενδυτές αναγνωρίζουν ότι οι τιμές των μετοχών
δεν είναι φθηνές, ωστόσο ορισμένοι διαχειριστές επενδύσεων
διατείνονται πως αποδίδουν καλύτερα από τα ομόλογα και ότι
θα συνεχίσουν στο ίδιο μοτίβο ενόσω ο ρυθμός της ανάπτυξης
θα επιταχύνεται φέτος.
Ορισμένοι, όπως ο Ράιαν Μπουθρόιντ, αναλυτής της ομάδας
ποικίλων περιουσιακών στοιχείων της Henderson Global
Investors, ισχυρίζεται ότι οι μετοχές των ιαπωνικών
εταιρειών και εκείνων της Ευρωζώνης βρίσκονται σε καλύτερη
θέση να επωφεληθούν από την ισχύ της αμερικανικής οικονομίας
από εκείνες στις ΗΠΑ. Η συνολική συμμετοχή των διεθνών
επενδυτών στα ομόλογα ήταν 40,8%, με ορισμένους διαχειριστές
κεφαλαίων να σημειώνουν ότι οι τίτλοι οι συνδεδεμένοι με τον
πληθωρισμό προσφέρουν καλές αποδόσεις, ειδικά εκτιμώντας την
πρόσφατη άνοδο του πετρελαίου. Αναφορικά με το δολάριο, το
οποίο ενισχύθηκε στα υψηλότερα 14ετίας προς ένα καλάθι
νομισμάτων πριν από τη συνεδρίαση της Ομοσπονδιακής Τράπεζας
των ΗΠΑ στα μέσα Δεκεμβρίου, μόνο το 52% των συμμετεχόντων
επενδυτών εξέφρασε την άποψη ότι η ισοτιμία του με το ευρώ
θα υποχωρήσει κάτω από το 1/1 το 2017.
Το ευρώ βρίσκεται στο σχεδόν 1,0462 δολάριο. Αναλυτές
εκτιμούν πως η όποια εξασθένηση κάτω από το 1 προς 1 θα
αποβεί βραχύβια. Τέλος, ο κ. Μπουθρόιντ της Henderson
προβλέπει ότι «στα μέσα του 2017 πιθανώς να αποδυναμωθεί το
δολάριο ως προς το ευρώ, καθώς θα επανέλθει η συζήτηση για
αναδίπλωση του προγράμματος της ΕΚΤ, οι πολιτικοί κίνδυνοι
στην Ευρώπη θα υποχωρήσουν και το σχέδιο Τραμπ θα έχει
διασαφηνιστεί πιο πολύ». |